Ο άνθρωπος από τα αρχαία
χρόνια, από την αρχή της γνώσης της ύπαρξης του, δέθηκε με την μάνα γη και
έγινε ένα μαζί της και αυτός ο δεσμός στο πέρασμα των αιώνων παρέμεινε
αναλλοίωτος λες και είναι ο δεσμός του Προμηθέα από τους Ολύμπιους θεούς για το
αμάρτημα του να δώσει την φωτιά στους ανθρώπους. Ο δεσμός αυτός είναι ποικίλος
και πολύχρωμος, δυνατός και αέναος και δεν αφήνει μήτε την μια πλευρά, μήτε την
άλλη να σύρει το βλέμμα αλλού, είναι τροφοδότης και θρέφει το συναίσθημα του
ανθρώπου και την σάρκα της γης χωρίς σταματημό.
Από μικρός ένοιωσα αυτόν τον
ιδιόμορφο δέσιμο με τον τόπο που γεννήθηκα, δέσιμο το οποίο δεν μπορεί να
κατανοήσει κάποιος που η ζωή του άρχισε σε μια πόλη, και περνώντας τα χρόνια
δένομαι ακόμη περισσότερο και θαρρείς πως το δέσιμο αυτό ολοκληρώνεται με την
ένωση του καθενός με την μάνα γη, όπου θα επιστρέψουμε. Με ρομαντισμό και
ποιητική διάθεση όταν επιστρέφεις στον τόπο σου αγαλλιάζει η ψυχή σου,
ευφραίνεται η καρδιά σου και ονειροπολείς τα μέρη που πρωτοπερπάτησες σε
διαφορετικές χρονικές στιγμές ακόμα και αν δεν τις έχεις ζήσει. Ανατριχίλα
διαπερνά το κορμί σου καθώς σκέφτεσαι πόσοι και πόσοι προγονοί μας έχουν
πατήσει τούτα τα χώματα, πόσοι κοιμήθηκαν κάτω
από βαθύσκιωτα πλατάνια με τις νεράιδες να τους κρατούν συντροφιά και το
κελάηδημα των πουλιών σε
συνδυασμό με το κελάρυσμα κρυστάλλινων νερών που βιαστικά τρέχουν λες
και θέλουν να ενωθούν με τον πατέρα Αλφειό, που καρτερικά περιμένει όλα τα
παιδιά του αλλά συνάμα βιάζεται να πάει εκεί, κάτω στην
Σικελία να συναντήσει την
αγαπημένη του Αρεθούσα.
Κάθε σπιθαμή γης του τόπου
σου σε κυριεύει με αγωνία, φωνές σε καλούν και δεν ξέρεις ποια να
πρωτοδιαλέξεις. Μην είναι τα πεύκα μετά την βροχή με τις δροσοσταλίδες στις
βελόνες τους, ή τ' αμπέλια ίσως, που πληγωμένα, τρυγημένα προσμένουν τον νέο
κύκλο τους αναδύοντας μια θεσπέσια
Διονυσιακή αύρα; Μήπως είναι οι
καταπράσινες χειμωνιάτικες πλαγιές με τους ελαιώνες στις ράχες τους που προσμονούν
καρτερικά να μεστώσουν οι καρποί και να
δώσουν το θεϊκό, χρυσαφένιο λάδι ή ο ξεροψημένος καλοκαιρινός τόπος που γεμάτος
κάθε λογίς δημητριακά, σιτάρια,
κριθάρια, βρώμες έτοιμα να να θεριστούν αναθερμαίνοντας τις ελπίδες των
κατοίκων για επιβίωση των φαμελιών τους μόλις το δρεπάνι ξεκινήσει να κόβει τα
χρυσοπλουμιστά στάχυα; Μήπως τα κυπαρίσσια ψηλά, περήφανα και αλύγιστα παραδίδουν στα ρουθούνια
σου την έντονη μοσχοβολιά τους ή οι πικροδάφνες με την ευωδιά τους που φέρνει
στο πικραμύγδαλο; Μήπως τα μονοπάτια που σε καλούν να τα διαβείς και να
γευτείς τις μυρωδιές που αναδύουν τα σκίντα, οι κουμαριές, οι μυρτιές και οι
δάφνες κάνοντας το πιο ακριβό εσάνς που θα μπορούσαν να κάνουν οι ειδικοί στην
αρωματοποιία Φράγκοι;
Μήπως είναι οι φωνές και τα
παραγγέλματα στο Κάστρο, στα Αρχαία Ύπανα, το βορειότερο φυλάκιο του πάνσοφου
Νέστορα; Μήπως οι φωνές από προγόνους μας που κατοί-κισαν τα άγια τούτα μέρη
και αντίκρισαν τα μάτια τους τόσους και τόσους να έρχονται και να φεύγουν
φθάνοντας μέχρι τις μέρες μας.
Πόσοι αλήθεια πέρασαν, Κάυκωνες,
Πελασγοί, Ίωνες, Αχαιοί, Μίνυες, Δωριείς, Ηλείοι,
Ρωμαίοι, Σλάβοι, Φράγκοι, Βενετοί ,Τούρκοι, Γερμανοί όλοι πήραν κάτι και πιθανώς
να άφησαν και κάτι όμως τόσο ο τόπος όσο και οι άνθρωποι αντιστέκονται σθεναρά
και δεν αλλοτριώθηκαν, έμειναν ίδιοι απλοί και ζεστοί, αυθόρμητοι και
φιλόξενοι.
Το ερώτημα παραμένει
αναπάντητο και η αγωνία σε κυριεύει.
Όλα μαζί σε φωνάζουν και θαρρείς πως θα
τρελαθείς το τι θα πρωτοδιαλέξεις και συνάμα αγαλλιάζεις από την ανείπωτη
ηρεμία, συναισθήματα και οράματα αναμιγνύονται και ταυτόχρονα συγκρούονται και σε
κάνουν σοφότερο και ταπεινό συνάμα. Χρέος στη μάνα γη των γόνιμων χωμάτων και
της γλυκιάς φύσης που επιδρούν στην ψυχή σου και στο σώμα σου, ακόμα και στους
πιο κρυφού σου λογισμούς σαν μουσική.
Άγια, ευλογημένα χώματα.
Αρχαία Ύπανα, Ίσοβα, Μπιτζιμπάρδι, όποια ονομασία και
αν διαλέξεις η ουσία δεν αλλάζει είναι ο ίδιος αγαπημένος προορισμός για τον
νου και το σώμα, αυτός είναι ο τόπος μας, είναι το Χωριό μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου