ΤΡΥΠΗΤΗ(ΎΠΑΝΑ, ΙΣΟΒΑ 'Η ΜΠΙΤΖΙΜΠΑΡΔΙ ): " Ίσταται κατά τον βορράν, στηριζόμενο επί φυσικού μπαλκονίου, εξόχως μεγαλοπρεπής και η περικλείουσα αιώνια βλάστηση αποτελεί τον μανδύα του. Αυτός λάμπει και απαστράπει εις όλα τα παιχνίδια των χρωμάτων εις καθημερινό θέαμα και ακτινοβολεί ως φαιοπράσινη φλόγα υπό τας πρωϊνάς αχτίδας του ηλίου".

''Πρός άρκτον δ' 'ομορα ήν τω Πύλω δύο πολίδια Τριφυλιακά 'Υπανα και Τυπανέαι και ποταμοί δε δύο εγγύς ρέουσι, ο τε Δαλίων (Διάγων) και ο Αχέρων εκβάλοντες εις τον Αλφειόν"
(Στράβων Η΄3,15)

ΤΡΥΠΗΤΗ :ΤΟ ΜΠΑΛΚΟΝΙ ΤΟΥ ΑΛΦΕΙΟΥ

ΤΡΥΠΗΤΗ :ΤΟ ΜΠΑΛΚΟΝΙ ΤΟΥ ΑΛΦΕΙΟΥ

Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2015

Φιλότιμο, το μυστικό των Ελλήνων!



Φιλότιμο < αρχαία ελληνική φιλότιμον, ουδέτερο του φιλότιμος < φιλέω + τιμή
...αξιοπρέπεια, τιμή, περηφάνια, καλώς εννοούμενος εγωισμός, το χαρακτηριστικό εκείνου που είναι συχνά υπέρ το δέον συνεπής προς τις υποχρεώσεις του, που πρόθυμα εκτελεί τα καθήκοντά του, με ευσυνειδησία, εκείνου που δεν θέλει να δίνει δικαιώματα να θιγεί η τιμή και η υπόληψή του {αυτός που αγαπά δηλαδή είναι φίλος με την τιμή.με τις αξίες του ,με την τιμιότητα του άρα προσπαθεί να είναι συνεπής με την τιμή του με ότι τιμά...}
με πείραξε στο φιλότιμο

Εδώ και ένα χρόνο περίπου… κυκλοφορεί αυτό το βίντεο όπου 29 Έλληνες που διαπρέπουν στους τομείς της φιλανθρωπίας, της πολιτικής, της επιχειρηματικότητας, της εκπαίδευσης και της ενημέρωσης εξηγούν στο διεθνές κοινό τι σημαίνει η λέξη «Φιλότιμο».

Ο πολιτικός αναλυτής Τζορτζ Στεφανόπουλος, η δημιουργός της δημοφιλούς ενημερωτικής ιστοσελίδας Huffington Post Αριάνα Στασινοπούλου Χάφινγκτον, ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Δημήτριος, ο επιχειρηματίας Τζον Κάλαμος και ο επενδυτής Τζιμ Χάνος είναι μεταξύ των Ελληνοαμερικανών που εμφανίζονται στο βίντεο με τίτλο«Το ελληνικό μυστικό».

Στο βίντεο γίνεται μία προσπάθεια να εξηγηθούν τα επιτεύγματα της Ελλάδας στο πέρασμα των αιώνων βάσει του… φιλότιμου, όπως και η εξοικείωση του διεθνούς κοινού με έναν όρο, που είναι άγνωστος στον υπόλοιπο κόσμο.

Το «Washington Oxi Day Foundation» (www.oxidayfoundation.org) είναι ένας μη κερδοσκοπικός οργανισμός, που δημιουργήθηκε το 2011. Στόχος του είναι η πληροφόρηση των φορέων χάραξης πολιτικής και του κοινού της Αμερικής σχετικά με τη ζωτική συμβολή της Ελλάδας στην έκβαση του Β” Παγκοσμίου Πολέμου, και στην προβολή σύγχρονων ηρώων που επιδεικνύουν το ίδιο θάρρος με τους Έλληνες και συνεχίζουν να μάχονται για την προστασία και την προαγωγή της ελευθερίας και της δημοκρατίας σε ολόκληρο τον κόσμο.


Οι διεθνούς φήμης Έλληνες συμμετέχουν σε βίντεο με κεντρικό θέμα «Φιλότιμο. Το ελληνικό μυστικό», που δημιούργησε και ανήρτησε στην ιστοσελίδα του ο οργανισμός«Washington Oxi Day Foundation» και μέσω του συγκεκριμένου βίντεο στοχεύει να ενημερώσει το διεθνές κοινό για αυτή τη μοναδικής σημασίας ελληνική λέξη που αποτελεί την κινητήρια δύναμη των Ελλήνων, αλλά και να εμπνεύσει τους σύγχρονους ανθρώπους διαδίδοντας την έννοια του Φιλότιμου.

Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2015

Κωστανταραίοι στο Μπιτζιμπάρδι!



Η οικογένεια Κωσταντάρα*, στο Μπιτζιμπάρδι κατοικεί περίπου την τελευταία μιάμιση εκατονταετηρίδα. Η προέλευση τους είναι από Μεσσηνία αλλά όχι αριβώς αφού αποτέλεσε ενδιάμεσο σταθμό προερχόμενοι από αλλού. Η σχεσή που είχαν με την κλεφτουριά, οι Κωστανταραίοι ήταν πολή στενή και υπάρχει και δημοτικό τραγούδι σχετικό.

"Εγέρασα μωρέ παιδιά, 'ς τούς κλέφταις καπετάνιος,
τριάντα χρόνια αρματωλός, πενήντα χρόνια κλέφτης.
Θέλω ν΄ αφήσω τήν κλεψιά, καλόγερος να γένω,
καλόγερος καί γούμενος καί ρασοτυλιμένος.
Δέκα χωριά νέχάλασα, τά ξαναφκειάνω πάλε,
δυο μοναστήρια χάλασα, τά ξαναχτίζω πίσω.
Και σάς χαρίζω τάρματα μαζί μέ τήν ευχή μου.
Νά ρήνω καί ΄ς τό θυμιατό μπαρούτι αντίς λιβάνι,
νά μού θυμάη τόν πόλεμο, τά περασμένα νιάτα, 
σείς νά χαλάτε τήν Τουρκιά, κ΄εγώ νά σάς σχωράω".

Περισσότερες λεπτομέρειες θα έχουμε μελλοντικά σε κάποιο σύγγραμα το οποίο θα αναφέρεται στις οικογένειες όλου του Μπιτζιμπαρδιού και από που κρατάει η ''σκούφια'' του καθενός. Υπομονή λοιπόν και όλοι θα πάρουν ένα κομμάτι από την πίτα της ιστορίας του χωριού.
*Κώστας + αντάρα (= το εκ του καπνού των πυροβολισμών νέφος)

Παρασκευή 16 Οκτωβρίου 2015

Ντέμης Ρούσσος



Ο άνθρωπος που δοξάστηκε από τον διεθνή Τύπο, όχι μόνο για το έργο αλλά και για την προσωπικότητά του, είχε δηλώσει σε συνέντευξή του: «Άμα είσαι Έλληνας δεν χρειάζεται να έχεις στοιχεία για να είσαι υπερήφανος. Είσαι υπερήφανος. Είμαστε μία ευλογημένη ράτσα». Τι ειρωνεία…
Ο Ντέμης Ρούσσος (Αρτέμιος Βεντούρης Ρούσσος), γεννήθηκε στις 15 Ιουνίου 1946.
Είναι Έλληνας τραγουδιστής, γνωστός στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Οι γονείς του Γεώργιος και Όλγα ήταν Έλληνες της Αιγύπτου. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αλεξάνδρεια. Χάσανε τα πάντα και ήρθανε στην Ελλάδα με τις αναταραχές του Σουέζ. Η μητέρα του, Όλγα, ήταν γνωστή καλλιτέχνις με το ψευδώνυμο Νέλλη Μασλούμ.
Μετά από την εγκατάστασή του στην Ελλάδα, συμμετείχε σε διάφορα μουσικά συγκροτήματα αρχίζοντας με τους The Idols σε ηλικία 17 χρονών. Αργότερα πήγε με τους We Five χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία.
Στο ευρύτερο ακροατήριο έγινε γνωστός το 1968 με το συγκρότημα Aphrodite’s Child, αρχικά στα φωνητικά και αργότερα σαν μπασίστας. Το διακριτικό φωνητικό του ύφος

Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2015

12 Οκτωβρίου 1944! Σαν σήμερα το τέλος της γερμανικής κατοχής!

12 Οκτωβρίου 1944. Ήταν ένα ηλιόλουστο πρωινό Πέμπτης, όταν οι καμπάνες των εκκλησιών άρχισαν να χτυπούν χαρμόσυνα, καλώντας τους Αθηναίους να ξεχυθούν στους δρόμους και να πανηγυρίσουν το τέλος της γερμανικής κατοχής. Ως τις 3 Νοεμβρίου ο τελευταίος Γερμανός (και Βούλγαρος) στρατιώτης είχε αποχωρήσει από την ηπειρωτική Ελλάδα.

Η αντίστροφη μέτρηση για την αποχώρηση των Γερμανών και των συμμάχων τους Βουλγάρων από την Ελλάδα είχε σημάνει λίγους μήνες νωρίτερα, στις 6 Ιουνίου, όταν οι Σύμμαχοι αποβιβάστηκαν στη Νορμανδία και άρχισαν να περισφίγγουν τον κλοιό γύρω από τη Γερμανία μαζί τους προελαύνοντες Σοβιετικούς από την ανατολική πλευρά. Ήταν φανερό ότι οι ημέρες της Ναζιστικής Γερμανίας ήταν μετρημένες.

Στο χρονικό διάστημα μέχρι την απελευθέρωση είχαν ενταθεί οι πολιτικές διαβουλεύσεις για τη μετακατοχική κατάσταση στην Ελλάδα. Από την πλευρά τους, οι Γερμανοί έψαχναν παρασκηνιακά τρόπους ασφαλούς αποχώρησής τους από τη χώρα μας. Από τις 26 Απριλίου 1944 της ελληνικής εξόριστης κυβέρνησης ηγείτο ο Γεώργιος Παπανδρέου, οι Άγγλοι όμως ήταν αυτοί που κινούσαν τα νήματα. Με τις συμφωνίες Λιβάνου (17-20 Μαΐου 1944) και Καζέρτας (26 Σεπτεμβρίου 1944) οι ανταρτικές ομάδες του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ είχαν τεθεί υπό τις διαταγές της κυβέρνησης Παπανδρέου, που είχε εμπλουτισθεί και με στελέχη του ΕΑΜ.

Οι Γερμανοί άρχισαν να αποχωρούν σταδιακά από την Αθήνα από το βράδυ της 11ης Οκτωβρίου με κατεύθυνση προς Βορρά. Στις 8 το πρωί της 12ης Οκτωβρίου, οι ελάχιστοι Γερμανοί που είχαν απομείνει στην Αθήνα, συγκεντρώθηκαν στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη. Εκεί, σε μία πρόχειρη όσο και βιαστική τελετή, ο επικεφαλής των κατοχικών δυνάμεων, στρατηγός Χέλμουτ Φέλμι, συνοδευόμενος από τον κατοχικό δήμαρχο Αθηναίων Άγγελο Γεωργάτο, κατέθεσε στεφάνι.

Το μόνο που απέμενε ήταν η υποστολή της ναζιστικής σημαίας από τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης. Ένας Γερμανός στρατιώτης κατέβασε τη σβάστικα χωρίς καμία επισημότητα στις 9:15 το πρωί, την πήρε υπό μάλης και αποχώρησε με σκυμμένο το κεφάλι, σηματοδοτώντας το τέλος της γερμανικής κατοχής που διήρκεσε 1.625 μέρες και την αρχή ενός τρελού πανηγυριού στους δρόμους της Αθήνας.

Χιλιάδες κόσμου με τη γαλανόλευκη στα χέρια αλληλοασπάζονταν, αναφωνώντας «Χριστός Ανέστη», παιδιά σκαρφάλωναν στις οροφές των τραμ, ενώ απ’ άκρη σ’ άκρη αντηχούσε ο Εθνικός Ύμνος. Μετά από τριάμισι χρόνια δουλείας και σκλαβιάς οι Αθηναίοι ανάπνεαν για πρώτη φορά τον μεθυστικό αέρα της λευτεριάς.

Στις έξι ημέρες που πέρασαν μέχρι την άφιξη της κυβέρνησης στην Αθήνα, την εξουσία ασκούσε τριμελής επιτροπή, αποτελούμενη από τους Θεμιστοκλή Τσάτσο, Φίλιππο Μανουηλίδη και Γιάννη Ζεύγο, συνεπικουρούμενη από τον διοικητή της Αστυνομίας Αθηνών, Άγγελο Έβερτ. Δύο ημέρες αργότερα άρχισαν καταφθάνουν στην πρωτεύουσα δυνάμεις του 3ου Σώματος του βρετανικού στρατού υπό τον αντιστράτηγο Ρόναλντ Σκόμπι, που έγιναν δεκτές με ενθουσιασμό από τους Αθηναίους.

Στις 18 Οκτωβρίου έφτασε στην Αθήνα ο Γεώργιος Παπανδρέου και η κυβέρνησή του. Την ίδια ημέρα, ο πρωθυπουργός σε μία συγκινητική τελετή ύψωσε την ελληνική σημαία στην Ακρόπολη και στη συνέχεια μίλησε στο συγκεντρωμένο πλήθος που είχε γεμίσει ασφυκτικά την πλατεία Συντάγματος από τον εξώστη του Υπουργείου Οικονομικών.

Σε μία αριστοτεχνικά δομημένη ομιλία του εξήγγειλε τις προθέσεις της κυβέρνησής του, τονίζοντας, μεταξύ άλλων, την ανάγκη να ικανοποιηθούν οι εθνικές διεκδικήσεις, να αποκατασταθεί η λαϊκή κυριαρχία, να επιλυθεί το πολιτειακό ζήτημα μετά από ελεύθερο δημοψήφισμα και να τιμωρηθούν οι συνεργάτες των κατακτητών. Το πλήθος, που συχνά τον διέκοπτε με συνθήματα υπέρ του ΕΑΜ και του ΚΚΕ, υποδέχθηκε τις εξαγγελίες του με κραυγές και ιαχές υπέρ της λαοκρατικής δημοκρατίας. Ο Παπανδρέου, που ήταν αναγκασμένος να ακροβατεί συνεχώς μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς, απάντησε με τη χαρακτηριστική φράση που έμεινε στην ιστορία: «Πιστεύομεν και εις την λαοκρατίαν».

Όμως, οι χαρές και τα πανηγύρια για την απελευθέρωση κράτησαν μόνο 53 ημέρες. Στις αρχές Δεκεμβρίου τα όπλα θα αντηχήσουν ξανά στους δρόμους της πρωτεύουσας, αλλά αυτή τη φορά θα είναι στραμμένα κατά αδελφών («Δεκεμβριανά»).

sansimera.gr

Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2015

Επαγγέλματα που δεν υπάρχουν πλέον!


   
Πάντα αναφερόμαστε σε καινούργια επαγγέλματα που (κυρίως) η τεχνολογία δημιουργεί τα τελευταία χρόνια. Είναι αρκετά ενδιαφέρον όμως να δούμε μερικά από τα επαγγέλματα που η τεχνολογία εξαφάνισε ή παραμέρισε.
1. Τοποθετητής κορίνων.
Παιδιά τα οποία εργάζονταν σε μπόουλινγκ χώρους προκειμένου να τοποθετούν τις κορίνες
2. Ανθρώπινο Ξυπνητήρι
Προσλαμβάνονταν για να σας ξυπνάνε! Χρησιμοποιούσαν ραβδιά για να σας χτυπάν το παράθυρο ή σφυρίχτρες.
3. Κόπτης πάγου
Έκοβαν το πάγο σε λίμνες προκειμένου να πωληθεί για τα ψυγεία της εποχής
4. Ακροατής απειλής από  εχθρικά αεροσκάφη
Πριν τα ραντάρ, στην συγκεκριμένη δουλειά άκουγες αν έρχονταν αεροσκάφη…
5. Τρωκτικών κυνηγός
Προσλαμβάνονταν από το κράτος για να ελέγχουν τον πληθυσμό των ποντικιών. Προφανώς και τα κυνηγούσαν χωρίς φάρμακα…
6. Eναυστής φανών ασετιλίνης ή  Φανοκόρος
Άναβε τους φανούς ασετιλίνης ( και αερίου) του δημοτικού φωτισμού επί των οδών...
7. Γαλατάς
Κι όμως είναι ένα επάγγελμα που δεν υπάρχει πια…
8. Οδηγός κορμών
Πριν η τεχνολογία εισβάλει και στην ξυλεία, οδηγούσαν τα κομμένα ξύλα μέσα από νερό στο εργοστάσιο επεξεργασίας
9. Τηλεφωνητής (όχι αυτόματος…)
Τοποθετούσαν τα καλώδια σε τηλεφωνικά κέντρα ανάλογα σε ποιον ήθελες να μιλήσεις
10. Τυμβωρύχος
Προσλαμβάνονταν από πανεπιστήμια για να βγάζουν τα πτώματα και να τους τα πηγαίνουν για ερευνητικούς και εκπαιδευτικούς σκοπούς.
11. Διασκεδαστής εργαζομένων
Δουλειά τους ήταν να διαβάζουν μέσα σε εργοστάσια για τους εργαζομένους.
12. Κανατάς
Πλανόδιος πωλητής πήλινων κανατιών σε μη υδρευόμενες πόλεις
13. Σαμαράς
Άλογα και γαϊδούρια πλέον δεν υπάρχουν (εξαιρούνται οι αναμεταξύ μας), οπότε το επάγγελμα πήγε στράφι.
14. Αγωγιάτης
Ήταν ο επαγγελματίας μεταφορές με ζώο.
15. Γανωματής ή καλατζής
Πλανόδιος τεχνίτης που γαλβάνιζε και στίλβωνε τα χαλκώματα.
16.Καλαθάς
Τεχνίτης που έπλεκε καλάμι και λυγιά κάνοντας τα περίφημα καλάθια ή κοφίνια.
17. Λούστρος
Όταν δεν υπήρχε άσφαλτος στις πόλεις αλλά χώμα και λάσπη το επάγγελμα του λούστρου ήταν στις δόξες του. Τώρα χρησιμοποιούμε μόνο την έκφραση για κάποιον που είναι πονηρός, αλητήριος κ.α.
18. Νερουλάς
Ο τροφοδότης των πόλεων με πόσιμο νερό κατά τους προηγούμενους αιώνες.
19. Παγοπώλης
Πουλούσε τον πάγο του κατ' οίκον. Τα σύγχρονα ψυγεία του πήραν την δουλειά και τα κουφάρια των παγοποιείων παραμένουν ακόμα στον ....πάγο χωρίς πάγο.
20. Ζευγάς
Αναλάμβανε το όργωμα του χωραφιού, τώρα τα τρακτέρ κάνουν την δουλειά του.
21. Εφημεριδοπώλης
Πλανόδιοι πωλητές εφημερίδων, κυρίως νεαροί, κατέκλυζαν καθημερινά τους δρόμους.
22. Πεταλωτής
Ζώα πλέον δεν υπάρχουν, άρα τα πέταλα τα έχουμε μόνο για γούρι.
23. Χαλικιάς
Ο σιδεράς ο οποίος εξασκούσε το πανάρχαιο επάγγελμα του Ηφαίστου, την κατεργασία του σιδήρου.
24. Ρετσινοσυλλέκτες
Οι ρετσινοσυλλέκτες μάζευαν το ρετσίνι από τα πεύκα του δάσους και το πουλούσαν.
25. Καμίνι
Το καμίνι έφτιαχνε ασβέστη. Αυτό ήταν σαν φούρνος ανοιχτός από πάνω όπου έβαζαν κομμάτια από ασβεστολιθικά πετρώματα  και άναβαν από κάτω δυνατή φωτιά που έκαιγε δυο τρεις μέρες συνέχεια κι έτσι έκαναν τον ασβέστη.
26. Λατερνατζής
Κατασκευαστής και τραγουδοθέτης του ομώνυμου οργάνου που διασκέδαζε τον κόσμο με τις μελωδίες του.
27. Σαλεπιτζής
Πλανόδιος πωλητής σαλεπιού κατά τους χειμερινούς, κυρίως μήνες. Το σαλέπι (εγκυκλοπαιδικά) είναι  σκόνη από βολβούς διαφόρων ορχεοειδών. Βράζονταν με μέλι ή ζάχαρη και αρωματίζονταν με κανέλα.
28. Αχθοφόρος ή Χαμάλης
Ήταν οι άνθρωποι που κουβαλούσαν οτιδήποτε στην πλάτη τους έναντι πινακίου φακής.
29. Αγροφύλακας ή Δραγάτης
Θεσμός έντονος επί τουρκοκρατίας που συνεχίστηκε ως και τις αρχές του '90 που καταργήθηκε. Επόπτευε και τηρούσε το νόμο στις αγροτικές περιοχές.
30 Φωτογράφος
Παλιά που δεν υπήρχαν φωτογραφικές μηχανές και κινητά ο φωτογράφος αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι της κοινωνίας, αποτυπώνοντας οικογενειακές, και όχι μόνο, στιγμές.
Και άλλα πολλά επαγγέλματα που είτε έχουν χαθεί η μεταλλαχθεί ή ακόμα έχουν διατηρηθεί είναι αυτά που μεγάλωσαν πολλές γενιές, έθρεψαν πολυμελείς οικογένειες και "έβγαλαν" επιστήμονες και ανθρώπους του πνεύματος. Θα πρέπει να τυγχάνουν της απεριόριστης εκτίμησής μας και σεβασμού.



Τσικληρόπουλος Μπάμπης (1939-2011)!



Ο Μπάμπης Τσικληρόπουλος , θεατρικός συγγραφέας, γεννήθηκε στον Πύργο το 1939… αλλά δεν έμαθε ποτέ του γιατί –όπως σημειώνει στα βιβλία του. Τέλειωσε το Γυμνάσιο στη γενέτειρά του και κατόπιν εγκαταστάθηκε στην Αθήνα.
Η συγγραφέας Ζωή Σπυροπούλου  σε σχετικό αφιερώμά της για τον συγγραφέα  στην εφημερίδα «Πατρίς» Πύργου της 6-5-2011 αναφέρει: «Γεννήθηκε το 1939,εποχή δύσκολη και ακατανόητη για ένα παιδί. Είδε το αδελφό του να πεθαίνει, τον άλλον, γραμματέα του ΕΑΜ στο νομό Ηλείας να σέρνεται στις εξορίες και τις φυλακές….»
Για την ιδιαίτερη πατρίδα του συνήθιζε να λέει με πικρία « Ο Πύργος σκοτώνει τα παιδιά του».
Ανήκει στη γενιά των συγγραφέων που ακολούθησαν τη διαδρομή από το θέατρο του παραλόγου, στην καταγραφή περιθωριακών φαινομένων του νεοελληνικού βίου.
Στα γράμματα εμφανίσθηκε για πρώτη φορά το 1966, με την ποιητική συλλογή «Επίσκεψη».
Άφησε τα χνάρια του στο νεοελληνικό θέατρο, δίνοντας σημαντικά έργα που παρουσιάστηκαν στο κρατικό και ελεύθερο θέατρο. Έγραψε σενάρια για την τηλεόραση και τον κινηματογράφο αλλά και μυθιστορήματα , παιδικά βιβλία, στίχους.
Ο Μπάμπης Τσικληρόπουλος, που όλη του τη ζωή αναζητούσε την πεμπτουσία της ζωής σε ομορφιές που οι άλλοι γύρω του προσπερνούσαν, είχε υπογράψει τους στίχους σε δύο από τα πιο αγαπημένα τραγούδια ,την «Ελένη»….Ζούμε σ’ έναν κόσμο μαγικό που υποχθόνια δουλεύει σε μοναδικό σκοπό…. και το «Γράμμα»

…. κι εσύ με ρωτάς αν αντάμωσα την ευτυχία γραμμένη στον τοίχο την είδα σε μια συνοικία…του συνθέτη Θάνου Μικρούτσικου με ερμηνεύτρια την Χαρούλα Αλέξιου.
Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Ένωσης  Σεναριογράφων Ελλάδος.
Έργα του:
Μυθιστορήματα: Ο Βαρώνος (το οποίο έγινε και ταινία σε σκηνοθεσία Σάκη Μανιάτη και Νίκου Ζερβού το 1996), Η Οδύσσεια του Μήτσου,  Μην ξεχάσω και δε γυρίσω, Αποδέσμευση, Επίσκεψη, Τα απομνημονεύματα ενός εμβρύου, Ερασιτέχνης άνθρωπος (έγινε διασκευή για τηλεόραση), Η δευτέρα παρουσία σε απευθείας μετάδοση
Θεατρικά έργα: Η έκπληξη, Οι κερατάδες, Λέγε Μήτσο, Η πρόσκληση, Ο κύριος, Σάλτο Μορτάλε, Οι γίγαντες, Ούρσουλα, Κραυγές κυριων, Ο Παρασκευάς, Ο κήπος με τα χελιδόνια, Είμαστε όλοι θεατές, Το υπόγειο, Ωχ τα νεφρά μου
Τηλεόραση: Παραμύθια πίσω από τα κάγκελα του Ν. Τσιφόρου σε σκηνοθεσία Μ .Παπανικολάου, Η επιστροφή σε σκηνοθεσία Αν. Τέμπου, Η Κρουσταλλένια του Αν. Τραυλαντώνη σε σκηνοθεσία  Γ. Μιχαηλίδη, Ζητείται γνωριμία σε σκηνοθεσία Πωλ Σκλάβου,  Η μικρή μας πόλη σε σκηνοθεσία Χρήστου Ράλλη, Η κρουαζιέρα της ελπίδας σε σκηνοθεσία Αντώνη Τέμπου
Κινηματογράφος: Ο Βαρώνος, Τα βαποράκια σε σκηνοθεσία Παύλου Τάσιου, Το πέταγμα του κύκνου σε σκηνοθεσία του Νίκου Τζήμα που ήταν και το κύκνειο άσμα του συγγραφέα
Παιδικά: Το νησί της χελώνας Καρέτα-Καρέτα, Στο νησί της  φώκιας Μονάχους-Μονάχους, Στο νησί των γλάρων, Τα Χριστούγεννα ενός χαμένου σκύλου, Ο αετός που δάκρυζε.
Ο Μπάμπης Τσικληρόπουλος έφυγε σε ηλικία 72 ετών  στις 30 Μαρτίου 2011 και ετάφη στη γενέτειρά του.
Πηγές : Γ. Γώτης, Δ. Κράγκαρης, Α. Φουσκαρίνης: Ανθολογία Ηλείων λογοτεχνών ,Μορφωτική Ένωση Λεχαινών,1981
Ηλειακή πρωτοχρονιά-Ηλειακό πανόραμα 12 (Λεωνίδας Καρνάρος :Στο δρόμο προς την αιωνιότητα-Ηλείοι πνευματικοί δημιουργοί)

Το τέχνασμα των Σπαρτιατών για να είναι οι νέοι πάντα «πρόθυμοι ερωτικά» και να τεκνοποιούν!

Οι Σπαρτιάτισσες είναι οι γυναίκες που έχουν υμνηθεί, αλλά και συκοφαντηθεί περισσότερο απ΄ όλες τις Ελληνίδες, από την αρχαιότητα έως σήμερα. Ήταν οι μόνες Ελληνίδες για τις οποίες η πολιτεία είχε φροντίσει τη δημόσια εκπαίδευσή τους, η οποία έδινε κυρίαρχη θέση στη σωματική άσκηση. Όλοι οι άντρες της Σπάρτης εκπαιδεύονταν για να γίνουν πολεμιστές και το κύριο καθήκον των γυναικών ήταν να γεννήσουν πολεμιστές. Απαγορευόταν όμως να επιδίδονται σε βάναυσες χειρωνακτικές εργασίες ή εργασίες με σκοπό το κέρδος.



 Οι Σπαρτιάτισσες ήταν οι μόνες γυναίκες που αθλούνταν γυμνές, όπως οι άντρες που εξασκούνταν και έκαναν αθλητισμό σε μόνιμη βάση. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο και τον Ξενοφώντα και τα κορίτσια στη Σπάρτη λάμβαναν αθλητική εκπαίδευση. Τα νιόπαντρα ζευγάρια συχνά δεν κοιμόντουσαν μαζί, ενώ υπήρχε η συνήθεια να ντύνεται η νύφη με αντρικά ρούχα. Περιγράφει ο Πλούταρχος: «Ο Λυκούργος (νομοθέτης και βασιλιάς της Σπάρτης) πρώτα σκληραγώγησε σωματικά τα κορίτσια βάζοντάς τα να τρέχουν, να παλεύουν, να πετάνε δίσκο και ακόντιο. Με αυτόν τον τρόπο τα έμβρυα που θα γεννιόνταν έκαναν μια δυνατή αρχή σε σφριγηλά σώματα και έτσι θα αναπτύσσονταν καλύτερα, ενώ οι ίδιες οι γυναίκες θα έφερναν σε πέρας την εγκυμοσύνη τους με σθένος. Απέρριψε κάθε σεμνοτυφία, την υπερπροστασία των παιδιών από τους γονείς και τη μαλθακότητα κάθε είδους. Ανάγκασε τα νέα κορίτσια το ίδιο όπως και τα αγόρια, να μεγαλώνουν συνηθίζοντας να κάνουν πορεία γυμνά, καθώς επίσης να χορεύουν και να τραγουδούν σε ορισμένες γιορτές μπροστά στους νέους άντρες και κάτω από τα βλέμματά τους. Σε ορισμένες περιπτώσεις τα κορίτσια μπορούσαν να κάνουν πειράγματα στα αγόρια κριτικάροντας εποικοδομητικά τα λάθη τους. Δεν υπήρχε τίποτα αισχρό και ατιμωτικό στη γύμνια των κοριτσιών. Ήταν τελείως αθώα και δεν υπήρχε ίχνος ανηθικότητας....

Αντιθέτως ενθάρρυνε την απλότητα, τον λιτό τρόπο ζωής και την άθληση δίνοντας στο γυναικείο φύλο μια γεύση ανδρικής γενναιότητας. Αποτέλεσμα αυτού ήταν οι γυναίκες να μιλούν και να σκέφτονται με τον τρόπο που λέγεται ότι μίλησε η γυναίκα του Λεωνίδα, η Γοργώ. Όταν κάποια γυναίκα ξένη της είπε, «εσείς οι Σπαρτιάτισσες είστε οι μόνες που μπορείτε να εξουσιάζετε τους άντρες» εκείνη της απάντησε «γιατί είμαστε οι μόνες που γεννάμε άντρες». Το έθιμο της απαγωγής της νύφης Υπήρχε επίσης δέλεαρ για τους άντρες να παντρευτούν.  Οι παρελάσεις των κοριτσιών και η γύμνια στους αγώνες, που παρακολουθούσαν οι νέοι άντρες, παρακινούμενοι από μια ώθηση όχι πνευματικού τύπου, αλλά από μια ερωτική έλξη. Ο Λυκούργος στέρησε ορισμένα πολιτικά δικαιώματα σε εκείνους που έμεναν ανύπαντροι, αφού τους απέκλεισε από το θέαμα των γυμνοπαιδιών. Το έθιμο ήταν να απαγάγουν τις γυναίκες για να τις νυμφευθούν, όταν ήταν στην ακμή της νιότης τους και έτοιμες για γάμο. Η αποκαλούμενη «νυμφεύτρια» αναλάμβανε το αιχμάλωτο κορίτσι. Πρώτα ξύριζε τελείως το κεφάλι της μετά την έντυνε με αντρικά ρούχα και σανδάλια και την ξάπλωνε μόνη της σε ένα στρώμα, στα σκοτεινά. Ο γαμπρός που δεν ήταν μεθυσμένος, αλλά νηφάλιος, έπρεπε πρώτα να δειπνήσει στο συσσίτιο και μετά μπορούσε να γλιστρήσει στο δωμάτιο, να λύσει τη ζώνη της και να τη μεταφέρει στο κρεβάτι....

Αφού περνούσε λίγη ώρα μόνο μαζί της, έπρεπε να αναχωρήσει διακριτικά για να κοιμηθεί εκεί όπου κοιμόταν συνήθως, δηλαδή μαζί με άλλους άντρες. Και αυτή ήταν η πρακτική που θα ακολουθούσε από τούδε και στο εξής. Μπορούσε να επισκέπτεται κρυφά τη νεόνυμφη, φοβισμένος και παίρνοντας όλες τις προφυλάξεις, γιατί ήταν ντροπή να τον αντιληφθεί κάποιος στο σπίτι. Η νύφη ταυτοχρόνως μηχανεύονταν τεχνάσματα και τον βοηθούσε να καταστρώσει σχέδια, ώστε να μπορούν να συναντιούνται απαρατήρητοι τις κατάλληλες στιγμές. Κι αυτό δε γινόταν για ένα μικρό διάστημα, αλλά όσο ήταν απαραίτητο μέχρι να αποκτήσουν παιδιά. Νωρίτερα δεν μπορούσαν να δουν τις γυναίκες τους στο φως της ημέρας. Τέτοιες συναντήσεις δεν ήταν μόνο μια άσκηση αυτοελέγχου και αυτοσυγκράτησης, αλλά σκοπό είχαν να είναι οι σύντροφοι γόνιμοι, πρόθυμοι για έρωτα και έτοιμοι για συνουσία, αντί να είναι κορεσμένοι και χλωμοί από την απεριόριστη ερωτική δραστηριότητα. Επιπλέον, κάποια άσβεστη φλόγα πόθου και αγάπης έμενε πάντα και στους δύο».
 Πλούταρχος, Βίος Λυκούργου 
ΠΗΓΗ: Οι γυναίκες στον αρχαίο κόσμο, Elaine Fantham, Helene Peet Foley, Natalie Boumel,  εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ...

Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2015

Ο Φίλιππος και οι αχάριστοι ευεργετηθέντες.



Είπαν στον βασιλιά της Μακεδονίας Φίλιππο να εκδικηθεί μια ελληνική πόλη, που οι κάτοικοί της τον κατηγορούσαν, ενώ είχαν ευεργετηθεί απ’ αυτόν.

- Πολύ κακή συμβουλή μου δίνετε, αποκρίθηκε ο Φίλιππος. Αν τώρα που είμαι ευεργέτης τους λένε τόσα εναντίον μου, τι θα λένε αν τους βλάψω;

H απολογία του Λυσία για τον Σωκράτη.



Για τη δίκη του Σωκράτη ετοίμασε λαμπρή απολογία ο δεινός ρήτορας Λυσίας.

Ο Σωκράτης τον ευχαρίστησε, αλλά αρνήθηκε να τη χρησιμοποιήσει, γιατί δεν ήθελε... τα δικηγορικά τερτίπια.
– Προτιμώ -είπε- να καταδικασθώ ως Σωκράτης, παρά να αθωωθώ ως Λυσίας.

Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2015

Η Παγκόσμια Οικονομία!



Σοσιαλισμός: Έχεις δύο αγελάδες και δίνεις την μία στον γείτονά σου.
Κομμουνισμός: 'Έχεις δύο αγελάδες, η κυβέρνηση παίρνει και τις δυο και σου δίνει λίγο γάλα.
Φασισμός: Έχεις δύο αγελάδες, η κυβέρνηση παίρνει και τις δύο και σου πουλά λίγο γάλα.
Ναζισμός: Έχεις δύο αγελάδες, η κυβέρνηση παίρνει και τις δύο και σε σκοτώνει κιόλας.
Γραφειοκρατία: Έχεις δύο αγελάδες, η κυβέρνηση παίρνει και τις δύο, σκοτώνει την μία , αρμέγει την άλλη και στο τέλος πετά το γάλα.
Καπιταλισμός: Έχεις δύο αγελάδες, πουλάς τη μία, αγοράζεις έναν ταύρο, πολλαπλασιάζεις το κοπάδι και η οικονομία αναπτύσσεται ομαλά. Στη συνέχεια, πουλάς όλο το κοπάδι γίνεσαι εισοδηματίας και περνάς ζάχαρη.
Αμερικανική Οικονομία: Έχεις δύο αγελάδες, πουλάς τη μία και αναγκάζεις την άλλη να παράγει γάλα όσο 4 αγελάδες. Αργότερα προσλαμβάνεις έναν εμπειρογνώμονα για να αναλύσει τους λόγους για τους οποίους η αγελάδα έπεσε νεκρή.
Γαλλική Οικονομία: Έχεις δύο αγελάδες, απεργείς γιατί θέλει και τρίτη.
Γιαπωνέζικη Οικονομία: Έχεις δύο αγελάδες και τις ανασχεδιάζεις έτσι ώστε να έχουν το 1/10 του μεγέθους τους και να παράγουν 20 φορές περισσότερο γάλα. Μετά σχεδιάζεις ένα έξυπνο καρτούν, το ονομάζεις Cowmon και το πουλάς σε όλο τον κόσμο.
Γερμανική Οικονομία: Έχεις δύο αγελάδες, και τις ανασχεδιάζεις έτσι ώστε να ζουν 100 χρόνια, να τρώνε μια φορά το μήνα και να αυτοαρμέγονται.
Ιταλική Οικονομία: Έχεις δύο αγελάδες αλλά δεν ξέρεις που είναι, έτσι κάνεις διάλειμμα για φαγητό.
Ρωσική Οικονομία: Έχεις δύο αγελάδες, τις μετράς και στην πραγματικότητα μαθαίνεις πως είναι 5. Τις ξαναμετράς και μαθαίνεις πως έχεις 42. Την τρίτη φορά μαθαίνεις πως έχεις δύο ξανά. Μετά σταματάς και ανοίγεις ένα μπουκάλι βότκα ακόμα.
Κινεζική Οικονομία: Έχεις δύο αγελάδες, 300 ανθρώπους να τις αρμέγουν, ισχυρίζεσαι ότι εξασφαλίζεις πλήρη απασχόληση και υψηλή παραγωγικότητα και συλλαμβάνεις τον δημοσιογράφο που δημοσιοποιεί τους παραπάνω αριθμούς.
Ινδική Οικονομία: Έχεις δύο αγελάδες, και απλά τις λατρεύεις αφού στην Ινδία αποτελεί ιερό ζώο.
Βρετανική Οικονομία: Έχεις δύο αγελάδες, όμως και οι δυο είναι τρελές.
Ελληνική Οικονομία: Έχεις δύο αγελάδες, τις πουλάς όσο όσο, τα χρήματα που παίρνεις τα δίνεις προκαταβολή να πάρεις ακριβό αυτοκίνητο το οποίο θα αποπληρώσεις σε 7.083 δόσεις.

Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2015

49 χρόνια πρίν... 24-ΙΧ-1966!

ΥΠΟΘΕΣΙΣ ΛΙΤΤΟΝ


Η εταιρεία Λίττον απέσυρε χθες τας προτάσεις της όπως αναλάβη την οικονομικήν ανάπτυξιν της Κρήτης και της Δυτικής Πελοποννήσου. [...] Ο υπουργός Συντονισμού κ. Κωνσταντίνος Μητσοτάκης εξέφρασε την λύπην του. […] Διά λόγους καθαράς κομματικής σκοπιμότητος, είπεν ο κ. Μητσοτάκης, τόσον η Ενωσις Κέντρου όσον και η ΕΔΑ κατεπολέμησαν την επιχειρηθείσαν συνεργασίαν διά τοιούτων μεθόδων, ώστε να αναγκάσουν την Λίττον να αποσύρη τας προτάσεις της [...]. Η Κυβέρνησις, είπεν ο κ. Μητσοτάκης, καταγγέλλει την πολιτικήν αυτήν, η οποία κατέληξεν εις την απομάκρυνσιν της Λίττον προς μεγάλην ζημίαν της προσπαθείας διά την οικονομικήν ανάπτυξιν της Κρήτης και της Δυτικής Πελοποννήσου. [...] Παράγοντες της Ενώσεως Κέντρου προσκείμενοι εις τον κ. Ανδρέαν Παπανδρέου, αναφερόμενοι εις τας δηλώσεις του κ. Μητσοτάκη [...], υπεστήριζον την νύκτα τα εξής: «Η εταιρία απέσυρε τας προτάσεις της, αφού απεκαλύφθη, κατά την συζήτησιν εις την βουλήν, ότι επρόκειτο περί τεχνάσματος εις βάρος του ελληνικού δημοσίου. Διότι απεδείχθη ότι η Λίττον ουδεμίαν υποχρέωσιν ανελάμβανε να πραγματοποιήση συγκεκριμένα έργα και ουδεμίαν κύρωσιν θα υφίστατο διά την μη πραγματοποίησιν [...].»
Όλες οι μετά '81 συμβάσεις βέβαια, ήταν πιο συμφέρουσες για το ελληνικό δημόσιο του Ανδρέα!
http://www.kathimerini.gr/

Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2015

Αλή Μουλάς - Δελγιώτης, Ιστορικό Διήγημα! (Γ΄Μέρος)

ΑΛΗ ΜΟΥΛΑΣ
Ιστορικό Διήγημα υπό Αγ. Τσελάλη  ( Ολυμπιακά Χρονικά 1970)

 Αγάπησε τούτη  την τουρκοπούλα την πεντάμορφη. Εδέθη με τα σαράγια, τα περβόλια, τα άτια, τους ανθρώπους. Έγινε ως μέστωνε και άντρυε και ομόρφαινε και δυνάμωνε, ο πρώτος στο Φανάρι, λατρεμένος άντρας της Εμινέ χανούμ. Κι όταν πέθανε ο Κορμπάς, έγινε αυτός αγάς του Φαναριού, πάμπλουτος και πανίσχυρος.
Θάμπωναν σιγά-σιγά μέσα του με τον καιρό, μέσα στις ηδονές, τις δόξες και τα πλούτια, τα παιδικά του χρόνια, οι δικοί του, το χωριό και μάκραιναν από το νου και την ψυχή του κι έσβεναν. Του Κοτυλίου οι κοιλάδες, τα φαράγγια, οι Βάσσες, της Νέδας οι όχθες, του Λυκαίου οι κορφές ήταν ανάμνηση θαμπή και μακρυνή. Και τώρα….
-Ίκινι!...Να φύγουμε!....Μας έζωσε η κλεφτουριά!!...
-Εσήκωσαν κεφάλι οι ραγιάδες να κόψουν τα κεφάλια μας, να πάρουνε το βιος μας…
Φωνές έξω από το σαράγι. Φώναζαν οι Φαναρίτες τούρκοι, τρίγγλιζε, έκλαιγε η Εμινέ χανούμ δίπλα του.
-Δε στο είπα μπουκουράκο μου, δε στο είπα εγώ, αγά μου, να πάμε στη Τρομπολιτζά, να μπούμε μέσ’ στου Λάλα, όπου έχω πολλούς δικούς, αδέρφια και ξαδέρφια;
-Αδέρφια και ξαδέρφια!...Πικρογέλασε με πόνο ο Αλή Μουλάς Δελγιώτης.Κι άφησε την ματιά και την ψυχή του και φτερούγισαν στις βουνοκορφές του Λυκαίου.  Αναζωντάνεψαν στο νου του τα παιδικά του χρόνια, τα κατατόπια του χωριού, το πατρικό του σπίτι, το μαντρί.
Σα να τα βλέπει τώρα μπροστά του και να τον προσκαλούν. Σαν ν’ ακούει την φωνή του πατέρα του. Όπως στα όνειρά του:
-          « Γιάννη, βόηθα το Φωτεινό να βγάλτε τα ζα απ’ το μαντρί». Συντάραξε τα σωθικά του του πατέρα του η φωνή. Και σαν να του χτύπησε τα ρουθούνια η μυρουδιά τα’ αραποσιτένιου ψωμιού που ξεφουρνίζει η μάνα του κι αχνίζει στο πλαστήρι. Μια ταραχή, ένα παράπονο, ένας πόνος τον συγκλόνιζε. Κι έστρεψε, μπήκε στον οντά να μην ιδούν στο πρόσωπο, στα μάτια του κείνο που τον συγκλόνησε.
Είδε την ταραχή του η Εμινέ, τα μάτια του που γέμισαν…
-          Μην κλαις, μη μου παραπονιέσαι Μπουκουράκο μου… Ταχειά θα ρθεί ο βεζύρης μας με είκοσι χιλιάδες και δε θ’ αφήσει σπόρο ελληνικό… Αλλού επήγε ο νους της. Εκείνος χαμογέλασε με πίκρα και τη χάιδεψε.
Περίπλεξε στο λαιμό του τα κρινοτριανταφυλλένια, τα κοντυλένια μπράτσα της. Χάϊδεψε κείνος στην κοιλιά της το σπόρο τον Ελληνικό, που είχε η Εμινέ στα σπλάχνα της. Συνήλθε ευθύς ο Αλή Μουλάς, τίναξε το ωραίο του κεφάλι  κι εβγήκε, εκατέβη, επήγε στην πλατεία κι εστάθη ατάραχος κοντά στο τζαμί. Τον έζωσαν οι τούρκοι. Τρομαγμένοι από τούτο το αναπάντεχο κακό. Φώναζαν, έβριζαν, απειλούσαν.
Γέροι, γυναίκες αναμαλλιασμένες,  παιδιά αλλάλαζαν ξωφρενα. Ζητούσαν από τον αγά ενθάρρυνση, ελπίδα, προστασία. Οι φωνές, μπερδεμένες, έξαλλες, γεμάτες φόβο κι αγωνία, δυνάμωναν. Οι φωτιές, οι ντουφεκιές, οι φωνές στα βουνά αύξαιναν. «Λευτεριά ή θάνατος».
- Να φύγουμε… Στην Τρίπολη, στο Λάλα… Στρίγκλιζζαν οι Τούρκισες στο Φανάρι.
Εκείνη την στιγμή εφάνη κι ερχόταν προς την πλατεία ένας έφηβος, ψηλός, καλοντυμένος. Κρατούσε ανοιχτή, άσπρη σημαία με κοντάρι. Κι ως βάδιζε καμαρωτός κι’ αργοπερπάτητος, κυμάτιζε πάνω από το όμορφο κεφάλι του η σημαία, ανέμιζαν τα κάτασπρά του φαρδομάνικα και η χιονάτη φουστανέλλα του λικνιζόταν ανάλαφρα.
Το έζωσαν οι Τούρκοι, περίεργοι κι’ ανήσυχοι. Μέριασαν, άνοιξαν δρόμο να φτάσει στον Αγά. Στέκονταν κείνος παραξενεμένος στο τζαμί με το μελιτζανί του σαλβάρι και το μπαρουτί αμπέχωνο με τα όμορφα κεντήματα. Το χέρι στα λαμπρά του όπλα. Η ματιά του στα μάτια του νιού, στην κατάσπρη σημαία.
Κυτάχτηκαν κατάματα ο έφηβος και ο αγάς. Οι ματιές του Έλληνα, κοφτερές και λαμπερές, σαν αστραπή, επίμονες, εξεταστικές, επιτιμιτικές στα μάτια του αγά. Τον αναμέτραγαν. Του αγά τα μάτια έπαιξαν ανήσυχα, χαμήλωσαν, στράφηκαν προς το πλήθος, που έστεκε ολόγυρα πλημμυρισμένο από βουβή περιέργεια κι’ αβάστακτη αγωνία.
- Τι είσαι συ, ορέ; … Μαξούς; … Φέρνεις μαντάτο;
- Απεσταλμένος, κήρυκας. Είπε κοφτά ο  νέος
- Τι είναι αυτοί που κλωθογυρίζουν στο βουνό και ντουφεκάνε;
- ¨Ελληνες Αλή Μουλά.
- Ραγιάδες…Και τι γυρεύουνε ορέ; Αλάφρωμα της δεκατιάς ή φέρνουν το χαράτσι;
- Γραφουν εδώ τι θέλουν… Έβγαλε από τον κόρφο του ένα χαρτί, το έτεινε στον αγά με τρόπο επισημότατο και τον εκάρφωσε με την αστραφτερή ματιά του.
- Τι λέει βρε;…Για διάβαστο.

- «Από εμάς τους αρχηγούς των Ελλήνων, σε σε Αλή Μουλά Μπούκουρα Δελγιώτη, σε σας αγάδες του Φαναριού.

Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2015

Η Ωδή της βρύσης!

Η παλιά βρύση πλαισιωμένη από κισσό σε Acrylic Realism Painting


Κατηφοριζόντας από το χωριό τον, στρωμένο με ασφαλτοτάπητα πλέον, δρόμο με θέα εκ δεξιών την απαράμιλλης ομορφιάς και θέας κοιλάδας του ασημόχαλκου Αλφειού και εξ αριστερών του θινώδους, και κάθετου, βράχου με την πυκνή βλάστηση που οργιάζει πάνω απ' το κεφάλι σου σαν αερικά που θέλουν να σε συνεπάρουν μέρα μεσημέρι, φθάνεις σε ένα μονοπάτι πλαισιωμένου από φτερίνες, δεξιά του αμαξητού. Έχεις φτάσει στην παλιά βρύση. Βρίσκεται κάτω από ένα αιωνόβιο πλατάνι και θαρρείς πως και αυτή μαζί του κάνει ένα παράλληλα μακρύ ταξίδι μέσα στην δίνη του χρόνου, με το κελάρυσμα της. Τίποτα δε νοθεύει το τραγούδι της, τόσο που τα κάθε λογής πουλάκια προτού πιουν, ξαποσταίνουν για λίγο ν' ακούσουν. Το δεύτερο τραγούδι της είναι αυτό  του κισσού, που την έχει σκεπάσει στο στηθαίο και στα κεραμίδια, και της φτέρης που πλαισιώνει τον χώρο. Το ελαφρύ αεράκι, στην μικρή πλαγιά, θροΐζει τα φύλλα του γεροπλάτανου και ακούς τον γλυκό ήχο του τρίτου τραγουδιού. Κρατάς την ανάσα, λες και είσαι σε πανάρχαιο ιερό χώμα, για αφουγκραστείς τα τραγούδια της βρύσης. Πίνεις ευλαβικά το κρουσταλλένιο και δροσερό νερό, ξεδιψάς και φεύγεις ήσυχα μην τυχόν και χαλάσεις την μελωδία του τοπίου.

Τρίτη 1 Σεπτεμβρίου 2015

Μυστράς (Μέρος Α΄)!

Μυστράς 1937

Η ιστορία του Μυστρά αρχίζει από τα μέσα του 13ου αιώνα, όταν συμπληρώθηκε η κατάκτηση της Πελοποννήσου από τους Φράγκους. Το 1249 ο Γουλιέλμος Β' Βιλλαρδουίνος έκτισε το κάστρο του στην ανατολική πλευρά του Ταϋγέτου, στην κορυφή ενός υψώματος με απότομη και κωνοειδή μορφή που κατά τους ντόπιους είχε σχήμα μυζήθρας από τσαντίλα, κσι του είχαν προσδώσει την ονομασία Μυζυθράς. Μετά από παραφθορά ντόπιων ονομάστηκε Μυστράς, ονομασία που κατέχει μέχρι και σήμερα. Άλλη εκδοχή μιλά για παλαιότερο ιδιοκτήτη-γαιοκτήμονα με το όνομα Μυζηθράς που προσέδωσε το όνομά του και στην περιοχή. Μια τρίτη εκδοχή αναφέρεται πάλι στο κωνοειδές σχήμα του  που θυμίζει μαστό που στα αρχαία ελληνικά λέγονταν μαζός.

"Βουνίν εύρε παράξενο, απόκομμα εις όρος.
κάστρον εποίκεν αφηρόν, Μυ(ζη)θράν ονομασέν το".
                                                       Χρονικό του Μορέως




Ο Μυστράς εξελίχθηκε σε μια σπουδαία καστροπολιτεία και έγινε πρωτεύουσα του Δεσποτάτου του Μορέως στην ύστερη εποχή της βυζαντινής αυτοκρατορίας που είχε κατακερματιστεί σε μικρές πόλεις-κράτη κατά το αρχαίο ελληνικό σύστημα με αυτοδιοίκητο και όλα τα παρελκόμενα. Μαζί με αυτό της Ηπείρου αποτελούσαν τα πιο σημαντικά και ισχυρά σε όλη την βυζαντινή επικράτεια.
 Κατά το 1249 ο Γουλιέλμος Βιλλεαρδουίνος κτίζει τον Μυστρά και εγκαινιάζει μια ένδοξη εποχή ελληνισμού στην περιοχή. Λέμε ένδοξη εποχή ελληνισμού για τον λόγο πως μετά δέκα έτη, από την ίδρυση του κάστρου, συλλαμβάνεται από τα βυζαντινά στρατεύματα στην ήττα που υπέστη στην μάχη της Πελαγονίας και ο βυζαντινός αυτοκράτορας Μιχαήλ Η΄Παλαιολόγος απαιτεί την παράδοση του κάστρου για να αφήσει ελεύθερο τον Φράγκο πρίγκηπα. Η σύζυγος του Γουλιέλμου και οι άλλες γυναίκες πείθουν την Κούρτη να δεχθούν την πρόταση του αυτοκράτορα και έτσι ο Μυστράς περνά στα χέρια των βυζαντινών Παλαιολόγων. Ήταν άνοιξη του 1262.
Ο Μυστράς γίνεται έδρα βυζαντινού στρατηγού, του σεβαστοκράτορος, και από εκεί ξεκινά η ένδοξη ιστορική του πορεία που θα διαρκέσει δύο αιώνες. Οι κάτοικοι της παραπλήσιας πόλης της Λακεδαίμονος έρχονται και εγκαθίστανται γύρω από το κάστρο και έτσι ο Μυστράς γίνεται από τις ενδοξότερες καστροπολιτείες στον ελλαδικό χώρο. 
Το 1289 μεταφέρεται η έδρα της Κεφαλής από την Μονεμβασία στον Μυστρά και έπαψε να διορίζεται διοικητής κάθε χρόνο. Από το 1308 μεταβάλλεται το σύστημα διοικήσεως και οι στρατηγοί γίνονται μόνιμοι διοικητές. Το 1349 ο Μυστράς θα γίνει έδρα του, σχεδόν, αυτόνομου Δεσποτάτου του Μορέως με πρώτο "Δεσπότη" τον Μανουήλ Καντακουζηνό γιο του αυτοκράτορα Ιωάννη Στ'. Οι Έλληνες του Μυστρά έζησαν ήρεμα σε συνδυασμό την αφομοίωση των Φράγκων που επέλεξαν να παραμείνουν εκεί. Τα προβλήματα του Μανουήλ ξεκίνησαν σαν ο Ιωάννης Καντακουζηνός ακολούθησε τον μοναχικό βίο και τον διαδέχτηκε ο γαμπρός του Ιωάννης Ε΄ Παλαιολόγος. Συναυτοκράτωρ ήταν ο γιος του Ματθαίος ο οποίος ήθελε μόνος του τον θρόνο. Ο πατέρας του σε αντάλλαγμα του προσέφερε το Θέμα της Πελοποννήσου χωρίς να ζητηθεί η γνώμη του Μανουήλ που ονομάστηκε δεσπότης της Λήμνου. Ο Ιωάννης έστειλε τα ξαδέρφια του Μιχαήλ και Ανδρέα Ασάνη αλλά ο Καντακουζηνός δεν παρέδιδε με αποτέλεσμα να γυρίσουν πίσω άπρακτοι. Ο Μανουήλ απέκτησε μεγάλη ισχύ και ο Μυστράς πλέον θα γίνει η πρωτεύουσα του Μοριά.
Το 1383 την δυναστεία των Καντακουζηνών διαδέχεται η οικογένεια των Παλαιολόγων που έμελλε να είναι και η τελευταία πριν την πτώση της βυζαντινής αυτοκρατορίας στα χέρια των Οθωμανών. 
Ο πρώτος Παλαιολόγος ήταν ο Θεόδωρος Α΄ θα διοικήσει τον Μυστρά με μεγάλη σύνεση και θα επεκτείνει την εξουσία του Δεσποτάτου σε όλον τον Μοριά και θα γίνει κοιτίδα πολιτισμού και ελληνισμού στο απέραντο μωσαϊκό της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Τα γράμματα και οι τέχνες θα βρεθούν σε μεγάλη ανάπτυξη με αποτέλεσμα να έχουμε την ελληνική αναγέννηση. Σοφοί, λόγιοι και καλλιτέχνες συγκεντρώθηκαν στην αυλή του Δεσπότου με σημαντικότερο όλων των Γεώργιο Γεμιστό ή Πλήθωνα.
Προτελευταίος Δεσπότης έμελλε να είναι ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄Παλαιολόγος ο μετέπειτα τραγικός αυτοκράτορας της βασιλευούσης. Ο Κωνσταντίνος διαδέχτηκε τον αδερφό του Ιωάννη Η΄στον αυτοκρατορικό θρόνο.
Το 1460 ο Μυστράς παραδίδεται, στον Μωάμεθ Β΄τον πολιορκητή, από τον τελευταίο Δεσπότη Δημήτριο Παλαιολόγο. Έκτοτε μέχρι και το 1540 ο Μυστράς αποτελεί πρωτεύουσα του σαντζακίου του Μοριά και γίνεται από τα πιο σημαντικά κέντρα παραγωγής και εμπορείας μετάξης στην Ανατολική Μεσόγειο. Το 1687 μέχρι και το 1715 ο Μυστράς περνά στα χέρια των Ενετών, που κατέχουν όλη σχεδόν την Πελοπόννησο και το 1715 επανέρχεται στην κατοχή των Τούρκων.
Το 1770 με τα Ορλωφικά, μικρό στράτευμα Ελλήνων και Ρώσων πολιόρκησαν την τουρκική φρουρά μέσα στο κάστρο, οι Τούρκοι άμαχοι παραδίδονται και σφαγιάζονται στην είσοδο της πόλης από του Μανιάτες που σε όλες τις περιπτώσεις έβαζαν το κέρδος πάνω από κάθε τι άλλο. Την ολοκληρωτική σφαγή θα σταματήσει ο μητροπολίτης που μπήκε στην μέση. Μετά τα Ορλωφικά ο Μυστράς υπέστη αντίποινα, όπως συνέβη παντού, ανακαταλαμβάνεται από τους Τουρκαλβανούς και έκτοτε αρχίζει η  πτώση και τελική ερήμωσή του.
Το 1825 ο Ιμπραήμ λεηλατεί την πολιτεία και εγκαταλείπεται και από τους τελευταίους η περίφημη καστροπολιτεία. Μεταφέρονται στους πρόποδες του λόφου και εκεί θα ιδρύσουν τον νέο Μυστρά. Με την απελευθέρωση οι τοπικές αρχές του νέου κράτους εγκαθίστανται στον ερειπωμένο Μυστρά και το 1834, που ο Όθωνας θα θεμελιώσει την νέα πόλη της Σπάρτης με πρωτοφανές για τα ελληνικά δεδομένα πολεοδομικό σχέδιο, θα εγκαταλειφθεί και πάλι η ένδοξη καστροπολιτεία και θα αρχίσει να ερημώνεται. 
"Παρόρι με τα κρύα νερά κι΄ Άι Γιάννη με τ΄ άνθη.

"...κι΄ εσύ, καημένε μου Μυστρά, 
που σ΄ έφαγεν η Σπάρτη".

O Φώτης Κόντογλου ήταν  πρώτος που έγραψε για τον Mυστρά:
«...είναι μια στοιχειωμένη πολιτεία,
γιατί ’ναι μεν ρημασμένη, μα στέκεται μ’ ούλα της τα σπίτια,
οι δρόμοι, οι καμάρες, τα μνημόρια, τα τειχιά,
όπως ήταν ζωντανά. Kαι κάθε έθνος
που πέρασε άφ ησε τα δικά του χνάρια
και για τούτο είναι μπερδεμένα
αναμεταξ ύ τους βυζαντινά, φράγκικα
και τούρκικα».

Οι τελευταίοι κάτοικοι που θα την εγκαταλείψουν θα είναι το 1953 μετά την ολική απαλλοτρίωση του χώρου από το ελληνικό κράτος. Το 1921 είχε προηγηθεί η κήρυξη του χώρου ως  εξέχον μνημείο βυζαντινής κληρονομιάς.Το 1989 με απόφαση της αρμόδιας επιτροπής της Unesco, ο Μυστράς εγγράφεται ως πολιτιστικό αγαθό στον κατάλογο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς.

Οδοιπορικό στον Μυστρά!

Αφιερωμένο το οδοιπορικό στην αγαπητή φίλη Αγγελική Νικητοπούλου-Κωνσταντάρα που μεγάλωσε στον "ίσκιο" του Μυστρά!

Άποψη του Μυστρά



Το πρώτο χτυποκάρδι είναι μόλις αφήσεις την Οθωνική Σπάρτη (πολεοδομικά εννοώ) και αρχίσεις ν΄αντικρίζεις τον Μυζηθρά. Φθάνοντας στην ρίζα του λόφου, κάτω από τα βαθύσκιωτα πλατάνια, και αρχίζοντας να ανηφορίζεις τον ελικοειδή δρόμο με προορισμό την ιστορικότερη καστροπολιτεία, το χτυποκάρδι γίνεται δέος, ρίγος, ρεύμα που διαπερνά όλο σου το κορμί. Αγαλλιάζεις σαν ξεκινάς το ανηφορικό, κακοτράχαλο μονοπάτι ανάμεσα στα χαλάσματα και στις εκκλησιές. Ψαλμωδίες έρχονται στ΄αυτιά σου και ένα αεράκι ιστορίας, θρησκείας και πολιτισμού δροσίζει το ιδρωμένο σου πρόσωπο. Ακατανόητη δύναμη παρουσιάζεται στα πόδια σου και θαρρείς πως ο αρχαίος, παγανιστικός Ερμής σου΄χει δανείσει τα φτερωτά του σανδάλια. Θέλεις να συνεχίσεις.
Φωνές ακούγονται από την μια, λειτουργίες ακούς από την άλλη, κατάνυξη και θαυμασμός για τον λατρεμένο τόπο. Ταξιδεύεις στους αιώνες λες και ανακάλυψες την μηχανή του χρόνου, γυρίζεις πίσω έξι αιώνες. Οι Παλαιολόγοι κυβερνούν και ο Πλήθωνας αναγεννά το ελληνικό πνεύμα, παγώνεις. Τα πόδια καρφωμένα στην γη δεν υπακούν στο μυαλό, περιμένεις. Αφουγκράζεσαι ήχους και περιμένεις να γεμίσουν τα ρουθούνια σου με το άρωμα ιστορίας τούτου εδώ του τόπου. Συνεχίζεις. Κοιτάς δεξιά, κοιτάς αριστερά, η λαλιά σου έχει χαθεί, ρεύμα μεγάλης ισχύος έχει χτυπήσει το κορμί σου, η σπονδυλική σου στήλη έχει παραλύσει. Συνεχίζεις.
Φθάνεις στην κορυφή του λόφου, στο κάστρο που αγέρωχο απλώνει τον ίσκιο της ιστορίας του ακόμη και πάνω από την ιστορική πόλη του Λυκούργου και του Λεωνίδα, την πρών Λακεδαίμονα και νύν, Οθωνική, Σπάρτη. Αναρωτιέσαι πως γίνεται έξι αιώνες να ρίχνουν τον ίσκιο τους πάνω στην πλούσια ιστορία των είκοσι. Ίσκιος βαρύς, ακόμη πιο βαρύς και από αυτουνού του μισέλληνα Φραγκόπαπα του Φουρμόντ, που δεν άφησε πέτρα πάνω σε πέτρα στο πέρασμά του από την Σπάρτη. Κοιτάς την κοιλάδα και θέλεις να μείνει κι άλλο, αλλά ο Ταΰγετος έχει κρύψει τον φωτοδότη πλανήτη. Θέλεις να μείνεις και να ατενίζεις την λαμπρότερη βυζαντινή  ιστορία στον Μοριά, εδώ στην πιο μεγαλοπρεπή καστροπολιτεία της μεγαλυτέρας νήσου της Ελλάδος.
Αυτός είναι ο Μυστράς.

Δευτέρα 31 Αυγούστου 2015

Αλή Μουλάς - Δελγιώτης, Ιστορικό Διήγημα! (Β΄Μέρος)

ΑΛΗ ΜΟΥΛΑΣ  
Ιστορικό Διήγημα υπό Αγ. Τσελάλη

( Ολυμπιακά Χρονικά 1970)
Φωτογραφία από το blog του Φαναιώτη φίλου,Κου Χρήστου Αδαμόπουλου

Του εφάνη περίεργο,παράξενο.
Οι φωνές πλήθαιναν και δυνάμωναν.
- Έρδε Πετρόμπεη με Μανιατένε…..Ζορμπάδες και χαϊνιδες!...
Εσηκώθη παραξενεμένος ο Αγάς κι εβγήκε στον εξώστη.
- Τι είναι βρε;…Τι τρέχει;…
- Λαός πολύς, Αλή αγά μου, στα βουνά!...
- Μην είναι λάγια πρόβατα; Μην είναι γκιόσα γίδια;
- Είναι σημαίες Κλέφτικες και είναι των Ελλήνων.
- Μην είναι μπαϊράκια Τούρκικα, μην έρχεται ο πασάς μας;
- Είναι σημαίες με σταυρούς, κατάσπρες και γαλάζιες…
- Έ, είναι οι ραγιάδες μας και θα γυρεύουνε ιγκράμ, αλάφρωμα της δεκατιάς…
Κείνη την στιγμή βροντερή φωνή από την κορφή του Άγιο-Λιά ετάραξε τα πέργυρα και τις καρδιές των Τούρκων.
-«Ώωωωω ρε μπάρμπ’ Αγγελή Ζερμπίνη… Έεεε καπετάν Αγγελή-Βώβοοοο….Έφτασε ο Κολοκοτρώνης και ο Νικηταράς…Ήρθε ο Πετρόμπεης με όλους τους Μανιάτες….Ελάτε να συναγρηκηθήτε…».
 Και μια ομοβροντία τράνταξε τον τόπο κι έκανε του Φαναρίτες Τούρκους να σκύψουν τρομαγμένοι…
Μια ανατριχίλα διαπέρασε τον Αλή Μουλά. Στο άκουσμα, στο όνομα τον συνεπήρε η θύμηση, που τόσα χρόνια μέσα του κοιμάται και ξυπνάει. Η ματιά του εστράφη γεμάτη πίκρα κι αγωνία στα βουνά, στο Λύκαιο. Κι ο νους του πέταξε στη Δέλγα, στο χωριό του, στις πηγές της Νέδας. Η ψυχή του γέμισε στοργή και νοσταλγία. Αναθυμήθη.
Κι αυτός, οκτώ χρονών παιδί, έβοσκε τα γίδια στις πλαγιές κι έπαιζε φλογέρα ξένοιαστο. Κι ήταν – εδώ και τριάντα χρόνια- στο πανηγύρι της Παναγιάς του Σεπετού, στην όχθη του Κελάδου. Το είχε ταμένο η μάνα του. Το στόλισε, το πήρε και το πήγε. Εκεί το είδε  ο Κορμπάς-αγάς του Φαναριού. Πανόμορφο και ωριόκορμο. Εστάθη και το καμάρωνε. Κι ευθύς το αρπάζει από της μάνας του την αγκαλιά, πετάει στα πόδια της ένα κεμέρι με φλουριά να σταματήσει τον οδυρμό και τον δαρμό της, και το επήρε, το έκλεισε στο σαράγι του.
Σπάραξε η μάνα. Γέλασε ο Κορμπάς.
-Ζουρλή, δε θέλεις να γίνει αφέντης το παιδί σου;
-Κάλλιο να το ιδώ νεκρό, παρά σουλτάνο τουρκρμένο…
-Καλά τι μάνα είσαι σύ;
Αγά μου, βγάλε και πάρε την καρδιά μου, ρίχτη να τη φάνε τα σκυλιά σου κι άφησε το παιδί μου να πάει στον πατέρα του.
Γούρλωσε τα μάτια από απορία και θυμό ο μουρτάτης. Και είπε και την έδιωξαν. Πήρε τα όρη σκούζοντας, έφτασε ξέφρενη, ξέψυχη στο Δέλγα κι έπεσε στην αγκαλιά τα’ αντρός της. Έκαμε ώρα να συνέλθει και να το ξεστομίσει. Την έπνιγε ο κόμπος στο λαιμό.
-Γυναίκα!...Το παιδί;…
-Το άρπαξε ο Κορμπάς αγάς του Φαναριού…
Ως το ξεστόμισε, άρπαξε τα’ αρματά του ο Αγγελής ο Βώβος κι έτρεξε, ανέβη στη Ζακούκα κι έκραξε.
-¨Ωωωω ρε Κορμπάκη αγά του Φαναριού…Στείλε μου το παιδί, τι θα σε φάει το φίδι…
Άκουσε, ξεράθηκε στα γέλια ο αγάς κι όυτ’ έδωσε απόκριση. Από τα΄’οτε εβγήκε ο Βώβος στο κλαρί κι όπου άκουγαν οι τούρκοι τη φωνή του τους έπιανε κρύος ιδρώτας.Κι όπου πιά πήγαινε ο Κορμάγας έπαιρνε συνοδεία δυνατή.
Το παιδί το έκλεισε ο αγάς στο σαράγι του. Το στόλισε, το καλολόγισε, το είχε σα δικό του.  Όλοι το αγάπησαν στο Φανάρι. Άστραφτε το μάτι του και ροδοκοκκίνιζε το μάγουλό του, που ήταν καϊμός για τις Τουρκοπούλες, ζήλια στα τουρκόπλα. Έπιανε βόϊδι μανιασμένοαπ’ την ουρά και το κράταγε στον τόπο. Κι όταν άρχιζε το τραγούδι, έλεγες να μη σταμάταγε ποτέ. Σα ν’ άκουγες κοτσίφια να λαλούνε. Κείνο στην αρχή ούτ’ ένοιωθε, ούτε ήξερε. Χάζευε μέσα στους πολυτελέστατους οντάδες του μεγαλόπρεπου σαραγιού του πάμπλουτου Κορμπά. Ευραινόταν με τα στολίδια, με τα καλούδια, τα σερπέτια, τα πεντανόστιμα φαγιά, τις πεντάγλυκες χανούμισες, που του έπαιζαν με τον ταμπουρά τους αμνέδες με λιγωμένα μάτια και κορμιά λαχταριστά.
Σιγά-σιγά με τον καιρό, το έφερε στα νερά του ο Κορμπάς. Το πλάνεψε, τα’ αλλαξοπίστισε, το έκαμε παιδί του. Το έλεγε Αλή Μουλά, Δελγιώτη. Κί όλοι το έλεγαν Μπούλουρα- ωραίον. Μα  απ’ όλους πιο πολύ το αγάπησε η Εμινέ, η κόρη του Κορμπά. Του χάρισε όλες τις χαρές, του έκαμε όλες τις χάρες. Κι ο Γιάννης τα΄Αγγελή του Βώβου από τη Δέλγα, το βοσκόπουλο του Λυκαίου, έγινε «μπεόπουλο». Το μπούκουρο, το όμορφο του Φαναριού.
Συμπάθησε τούτους τους ανθρώπους που τον χαϊδευαν, τον λάτρευαν, τον στόλιζαν, μέσα σε τούτα τα σαράγια και τα χάδια, ανάμεσα στα πλούτη και το αφεντηλίκι, αφέντης.

Συνεχίζεται...