Ο Αίσωπος ήταν αρχαίος Έλληνας μυθοποιός και μυθογράφος. Θεωρείται ιδρυτής του λογοτεχνικού είδους που σήμερα ονομάζεται παραβολή ή αλληγορία. Για τη ζωή του δεν υπάρχουν ακριβείς και συγκεκριμένες πληροφορίες, από πολλούς μάλιστα αμφισβητείται ακόμη και η ύπαρξή του.
Είναι ο διασημότερος από τους αρχαίους μυθοποιούς, αναμφισβήτητος πατέρας του αρχαίου μύθου. Θεωρείται επίσης ο κορυφαίος της λεγόμενης διδακτικής μυθολογίας. Δεν έγραψε κανέναν από τους μύθους αλλά τους διηγόταν προφορικά.
Τη βιογραφία του Αισώπου συνέγραψε τον 14ο μ.Χ. αιώνα ο μοναχός Μάξιμος Πλανούδης και περιέχονται σ' αυτή πολλά ανέκδοτα για τη ζωή και την εν γένει δράση του.
Η γέννησή του τοποθετείται τον 7ο αιώνα π.Χ, η δράση του όμως τον 6ο αιώνα π.Χ. και Όπως ακριβώς και με τον Όμηρο πολλές πόλεις και χώρες ερίζουν θέλοντάς τον δικό τους: τόπος καταγωγής του αναφέρεται η Φρυγία, ενώ σύμφωνα μ' άλλους γεννήθηκε στη Σάμο ή τη Θράκη, τις Σάρδεις, την Αίγυπτο ή και άλλες περιοχές της Αφρικής, όπως την Αιθιοπία, στηριζόμενοι στο ότι στις ιστορίες του εμφανίζονται ζώα άγνωστα τότε στην Ευρώπη και την Αφρική. Ο μεγάλος αριθμός των τόπων αυτών δικαιολογείται και από τα πολλά ταξίδια που φέρεται να έκανε ο Αίσωπος.
Μεταγενέστερες μαρτυρίες τον αναφέρουν να παίρνει μέρος στο συμπόσιο των Επτά σοφών και να ελέγχει με την ευφυολογία και τη σοφία του τους λόγους τους. Επίσης τον φέρουν στις Σάρδεις στην αυλή του βασιλιά Κροίσου, του οποίου ήταν ευνοούμενος και σύμβουλος.
O Αίσωπος ήταν ταπεινής καταγωγής (ο θρύλος τον παρουσιάζει ως κακόμορφο) και πραγματικό τέρας ασχήμιας: μαυριδερός, καμπούρης, τραυλός, κοντόλαιμος, στραβοπόδης με μύτη πλακουτσωτή και κεφάλι τριγωνικό, αλλά παράλληλα ήταν ευφυέστατος. Παρ' ότι όσο ζούσε ήταν δούλος, οι Αθηναίοι του έστησαν αργότερα ανδριάντα, για να δείξουν έτσι ότι κάθε άνθρωπος αξίας πρέπει, ανεξάρτητα από τη καταγωγή του, να τιμάται.
Ο Αίσωπος γεννήθηκε κατά πάσα πιθανότητα, από οικογένεια δούλων, το 625 π.Χ., στο Αμόριο της Φρυγίας, ήταν δούλος του φιλόσοφου Ιάδμονα, έζησε στη Σάμο, ταξίδεψε στην Αίγυπτο και την Ανατολή και πέθανε στους Δελφούς, όπου είχε σταλεί από το βασιλιά Κροίσο γα να λάβει χρησμό του μαντείου το 560 π.Χ. Κατηγορήθηκε για ιεροσυλία και καταδικάστηκε σε θάνατο από ιεροδικαστές. Γκρεμίστηκε δε από τη κορφή του Παρνασσού. Οι εκδοχές ως προς τους λόγους του θανάτου του, είναι αρκετές και διαφορετικές.
Πρωταγωνιστές στους μύθους του Αισώπου είναι, κατά το πλείστον, ορισμένα ζώα, όπως η αλεπού, ο λύκος, το λιοντάρι, το ελάφι κ.ά. Κυρίως είναι διάλογοι μεταξύ ζώων που μιλούν κι ενεργούν σαν άνθρωποι, ενώ υπάρχουν και μερικοί με ανθρώπους ή θεούς. Πρόκειται για μικρά οικιακά αφηγήματα, διατυπωμένα με μεγάλη συντομία. Ο χαρακτήρας τους είναι ηθικοδιδακτικός, συμβολικός κι αλληγορικός. Οι Μύθοι αυτοί έχουν ιδιαίτερη χάρη, θαυμαστή απλότητα κι άφταστη διδακτικότητα. Είναι παρμένοι από τη καθημερινή ζωή και τη φύση. Είχε τη μοναδική ικανότητα να δίνει στα ζώα ανθρώπινες ιδιότητες, ψυχή και λαλιά, σε τέτοιο βαθμό που να θεωρείς ότι οι μύθοι του ήταν κάποτε η πραγματικότητα και όλα αυτά που διηγείται έχουν συμβεί. Βασικό χαρακτηριστικό των διηγήσεών του ήταν το επιμύθιο το οποίο ήταν εύληπτο για τα παιδιά και το λαό.
Επιλογή μύθων του Αισώπου σε πεζό λόγο εξέδωσε ο Δημήτριος ο Φαληρεύς στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ. Η συλλογή αυτή δε σώζεται και μόνο ποιητικές επεξεργασίες του Βαβρίου στα ελληνικά, του Φαίδρου στα λατινικά κι άλλων, διέσωσαν το υλικό της επιτομής εκείνης. Όλες οι σωζόμενες σήμερα συλλογές είναι πολύ μεταγενέστερες και προέρχονται από τον 1ο ή 2ο αιώνα κι έπειτα. Οι μύθοι του έχουν συγκεντρωθεί σε «Συλλογή Αισώπειων Μύθων».
Πρώτη φορά εκτυπώθηκαν στο Μιλάνο το 1479 μ.Χ., στην Βενετία το 1525 και 1543 από την οικογένεια τυπογράφων Damiano di Santa Maria ενώ ακολούθησε μία έκδοση στο Παρίσι το 1547. Ο Κοραής τους τύπωσε το 1810 στο Παρίσι κι ακολούθησε κριτική έκδοση το 1852 στη Λειψία από τον Χαλμ. Έκτοτε πολλές εκδόσεις παρουσιάστηκαν κι οι Μύθοι πιστεύεται πως έχουν διαβαστεί παγκοσμίως σχεδόν όσο κι η Βίβλος. Η πιο πρόσφατη έκδοση τους έγινε από τον βρετανικό εκδοτικό οίκο Penguin (1997) σε 50.000 αντίτυπα. Η απόδοση τους στη νέα ελληνική γλώσσα έγινε από τους Ανδρόνικο Νούκιο και Γεώργιο Αιτωλό, που έζησαν τον 16ο αιώνα.
Υπό το όνομα του Αισώπου υπάρχει ένα επίγραμμα στην Παλατινή Ανθολογία (Χ 123)
Εν μέρει πηγή: wikipedia
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου