Το άγαλμα κατασκευάσθηκε από τον Φειδία
γύρω στο 432 π.Χ. και είχε ύψος περίπου 12 μέτρα (επτά φορές το ύψος του
κανονικού ανθρώπου).
Ο Δίας καθόταν επάνω σε θρόνο, ο οποίος ήταν κατασκευασμένος από χαλκό,
χρυσό, ελεφαντοστούν και διάφορες πολύτιμες πέτρες. Ο θρόνος ήταν
διακοσμημένος από τους μαθητές του, Πάναινο και Κολώτη,
με μυθολογικές παραστάσεις. Το γυμνό σώμα του Διός ήταν φτιαγμένο από
ελεφαντοστούν και η ρόμπα του ήταν καλυμμένη από χρυσά φύλλα, διακοσμημένα
με κρίνους και ζωδιακές σκηνές. Τα σανδάλια του ήταν χρυσά. Το κεφάλι ήταν
στεφανωμένο με ασημένιο στεφάνι ελιάς και τα μαλλιά του και η γενειάδα του
ήταν από χρυσό. Στο δεξί του χέρι κρατούσε την Νίκη, φτιαγμένη από χρυσό
και ελεφαντοστούν και στο αριστερό του κρατούσε σκήπτρο, φτιαγμένο από όλα
τα γνωστά μέταλλα εκείνων των χρόνων, με αετό στην κορυφή, Το πρόσωπο ήταν
επιβλητικό, και όταν ο ανιψιός του (ή αδελφός του) Πάναινος ρώτησε τον
Φειδία από που το εμπνεύσθηκε, αυτός απήντησε με τους στίχους της Ιλιάδος
του Ομήρου, που περιγράφουν το μέτωπο και τα μαλλιά του Δία.
Ο Παυσανίας γράφει, ότι όταν τελείωσε το έργο, ο Φειδίας ρώτησε τον Δία αν
ήταν ευχαριστημένος και ο θεός απάντησε με ένα κεραυνό που διαπέρασε τον
ναό, χωρίς να καταστρέψει τίποτα. Στο σημείο που χτύπησε ο κεραυνός,
τοποθετήθηκε μια χάλκινη υδρία. Ήταν ντροπή να πεθάνει κανείς χωρίς να
επισκεφθεί την Ολυμπία για να δει το άγαλμα. Ο Δίων Χρυσόστομος, σε
ομιλία του μπροστά στον Ναό το 97 μ.Χ., είπε: "Αν ένας άνθρωπος, με
βαριά καρδιά από τις στεναχώριες και λύπες της ζωής, βρεθεί μπροστά στο
άγαλμα, τα ξεχνάει όλα".
Το άγαλμα βρισκόταν στην Ολυμπία μέχρι το 393 μ.Χ. Αργότερα
μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου καταστράφηκε στην μεγάλη φωτιά του
Λαυσείου, το 476 μ.Χ.
|
Ο Ερμής του Πραξιτέλη.
Το άγαλμα χρονολογείται από το 343 π.Χ. και είναι κατασκευασμένο από
μάρμαρο της Πάρου.
Είναι το μόνο αυθεντικό έργο του Πραξιτέλη που έχει διασωθεί. Βρέθηκε στην
Ολυμπία, απείραχτο στο βάθρο του, αρκετά μέτρα κάτω από την γη και
έχει ύψος 2.10 μ. Ήταν αφιερωμένο από τους Ηλείους και Αρκάδες στο ιερό
Άλτις, για να εορτάσουν την συνθήκη ειρήνης. Αργότερα είχε τοποθετηθεί
στον ναό της Ήρας, όπου και ευρέθηκε το 1877.
Το έργο, "το διαμάντι της Ολυμπίας", παριστάνει τον Ερμή, τον
αγγελιοφόρο των Θεών, με τον μικρό Διόνυσο να προσπαθεί να πάρει κάτι από
το χέρι του.
Η ιστορία έχει ως εξής: η Σεμέλη, μητέρα του Διόνυσου, πέθανε από
τον τρόμο της, όταν ο Δίας της παρουσιάστηκε με τους κεραυνούς και όλη του
την λάμψη, μπροστά της. Ήταν όμως έγκυος και ο Δίας παίρνοντας το βρέφος,
το έστειλε στις νύμφες της Κρήτης, με τον Ερμή. Όταν το μωρό άρχισε να
κλαίει, ο Ερμής για να το καθησυχάσει, του έδειξε κάποιο γυαλιστερό
αντικείμενο.
Αυτήν την σκηνή απεικονίζει το έργο, το οποίο παρουσιάζει τον Ερμή νωθρό,
αλλά αρρενωπό, να ακουμπάει στον κορμό ενός δένδρου. Στα χείλια του, τα
οποία αφήνουν μία ελαφρά σκιά, διακρίνεται η αρχή ενός χαμόγελου. Η
λεπτότητα του στόματος έρχεται σε αντίθεση με την δυνατή του μύτη. Τα
μαλλιά του Ερμή είναι άτακτα και κάνουν να φαίνεται το δέρμα του πιο απαλό
και πιο λείο. Η απαράμιλλη τέχνη του Πραξιτέλη, στο να αφαιρεί την
σκληράδα από το μάρμαρο, κάνοντας το, το ίδιο με την όψη της σάρκας,
οφείλεται στην μεγάλη δεξιοτεχνία του, στην χρήση φωτός και σκιάς. Ο
Πραξιτέλης για να δώσει ζωντάνια στο άγαλμα, σκοπίμως δεν κρατάει τις
αναλογίες. Εάν κανείς το παρατηρήσει από τ' αριστερά, φαίνεται λυπημένο,
από τα δεξιά φαίνεται γελαστό, όταν δε το κοιτάξεις από μπροστά, ήρεμο.
|
|
Ο Απόλλων, από το δυτικό αέτωμα του ναού του
Διός.
|
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου