ΤΡΥΠΗΤΗ(ΎΠΑΝΑ, ΙΣΟΒΑ 'Η ΜΠΙΤΖΙΜΠΑΡΔΙ ): " Ίσταται κατά τον βορράν, στηριζόμενο επί φυσικού μπαλκονίου, εξόχως μεγαλοπρεπής και η περικλείουσα αιώνια βλάστηση αποτελεί τον μανδύα του. Αυτός λάμπει και απαστράπει εις όλα τα παιχνίδια των χρωμάτων εις καθημερινό θέαμα και ακτινοβολεί ως φαιοπράσινη φλόγα υπό τας πρωϊνάς αχτίδας του ηλίου".

''Πρός άρκτον δ' 'ομορα ήν τω Πύλω δύο πολίδια Τριφυλιακά 'Υπανα και Τυπανέαι και ποταμοί δε δύο εγγύς ρέουσι, ο τε Δαλίων (Διάγων) και ο Αχέρων εκβάλοντες εις τον Αλφειόν"
(Στράβων Η΄3,15)

ΤΡΥΠΗΤΗ :ΤΟ ΜΠΑΛΚΟΝΙ ΤΟΥ ΑΛΦΕΙΟΥ

ΤΡΥΠΗΤΗ :ΤΟ ΜΠΑΛΚΟΝΙ ΤΟΥ ΑΛΦΕΙΟΥ

Δευτέρα 22 Ιουνίου 2020

"Κοράκιασα από την δίψα", πως βγήκε η φράση!

Μικρά Μυστικά: «Κοράκιασα από τη δίψα»! γιατί λέμε αυτή τη φράση

Φ
ράση που προέρχεται από έναν αρχαιοελληνικό μύθο. Σύμφωνα με αυτόν, σε κάποια μικρή ορεινή πόλη της αρχαίας Ελλάδας, οι κάτοικοι αποφάσισαν κάποτε να κάνουν μια θυσία στο θεό Απόλλωνα. Το νερό όμως που θεωρούσαν ιερό και το χρησιμοποιούσαν στις θυσίες , βρίσκονταν ανάμεσα σε δύσβατα φαράγγια. Έπρεπε λοιπόν για αυτή τη σημαντική θυσία να στείλουν κάποιον σε αυτή τη δύσκολη και ανηφορική διαδρομή, για να φέρει το «ιερό» νερό. Ξαφνικά, ακούστηκε μια φωνή από ένα δέντρο εκεί κοντά. Ήταν η φωνή ενός κόρακα ο οποίος προσφερόταν να αναλάβει το συγκεκριμένο εγχείρημα. Παρά την έκπληξη που ένιωσαν οι κάτοικοι ακούγοντας τη φωνή του κόρακα, αποφάσισαν να του αναθέσουν την αποστολή, μιας και με τα φτερά του θα έφτανε γρήγορα και εύκολα στην πηγή που έτρεχε το «ιερό» αυτό νερό. Έδωσαν λοιπόν, οι άνθρωποι στον κόρακα μια μικρή υδρία, αυτός την άρπαξε με τα νύχια του και πέταξε στον ουρανό με κατεύθυνση την πηγή. Ο κόρακας έφτασε γρήγορα στην πηγή. Πλάι της αντίκρισε μια συκιά γεμάτη σύκα, και λιχούδης καθώς ήταν άρχισε να δοκιμάζει μερικά σύκα. Τα σύκα όμως ήταν άγουρα, και ο κόρακας αποφάσισε να περιμένει μέχρι να ωριμάσουν, ξεχνώντας όμως την αποστολή που είχε αναλάβει για λογαριασμό των ανθρώπων. Περίμενε τελικά δύο ολόκληρες μέρες ώσπου τα σύκα ωρίμασαν. Έφαγε πολλά μέχρι που κάποια στιγμή θυμήθηκε τον πραγματικό λόγο για τον οποίο είχε έρθει στην πηγή. Άρχισε να σκέφτεται λοιπόν, πώς θα δικαιολογούσε την αργοπορία του στους κατοίκους της πόλης. Τελικά γέμισε με νερό τη μικρή υδρία, άρπαξε με το ράμφος του ένα μεγάλο φίδι το οποίο διέκρινε να κινείται κοντά στους θάμνους και πέταξε για την πόλη. Όταν ο κόρακας έφτασε στην πόλη, οι κάτοικοι θέλησαν να μάθουν το λόγο για τον οποίο άργησε να επιστρέψει με το νερό από την πηγή. Ο κόρακας αφού άφησε κάτω την υδρία και το φίδι, και ισχυρίστηκε ότι το συγκεκριμένο φίδι ρουφούσε το νερό από την πηγή, με αποτέλεσμα αυτή να αρχίσει να ξεραίνεται. Έπειτα τους είπε πως όταν το φίδι αποκοιμήθηκε, αυτός γέμισε την υδρία με το νερό και γράπωσε και το φίδι για να το παρουσιάσει στους κατοίκους. Οι άνθρωποι τον πίστεψαν και σκότωσαν το φίδι χτυπώντας το με πέτρες και ξύλα. Όμως, το φίδι αυτό ήταν του θεού Απόλλωνα, και ο θεός του φωτός οργισμένος αποφάσισε να τιμωρήσει τον κόρακα για το ψέμα του. Έτσι από εκείνη την ημέρα, κάθε φορά που ο κόρακας προσπαθούσε να πιει νερό από κάποια πηγή, αυτή στέρευε. Κράτησε πολύ καιρό το μαρτύριο αυτό της δίψας του κόρακα, μέχρι που ο Απόλλωνας τον λυπήθηκε και τον έκανε αστέρι στον ουρανό. Από τότε, όταν κάποιος διψούσε πολύ, έλεγε τη φράση « Κοράκιασα από τη δίψα ». Και αυτή η φράση έχει παραμείνει ως τις μέρες μας…


Πηγή: pireasnews

Τετάρτη 25 Μαρτίου 2020

Ο Κολοκοτρώνης αναφέρεται στην μάχη του Άη-Θανάση και της Καρύταινας!


Αποτέλεσμα εικόνας για Ηρώο Ολυμπίων στον Αγιο Αθανάσιο Καρύταινας

«Εκούναγα τό μπαϊράκι (σημαία) διά νά μέ γνωρίσουν τά Κολιόπουλα, είχε πιασθεί ο λαιμός μου από τίς φωνές τής ημέρας. (Κουνούσε τήν σημαία γιά νά τόν δούν οι αδελφοί Πλαπούτα καί νά σπεύσουν νά τόν βοηθήσουν). Οι Τούρκοι βγαίνουν εις βοήθεια από τό
Κάστρο, διώχνουν εκείνους πού ήτον στήν χώρα. Κυνηγούμε τούς Τούρκους μέ τά γυναικόπαιδα, 500 ψυχές εχάθηκαν εις τό ποτάμι τής Καρύταινας, μήν ημπορώντας ν' απεράσουν από τό γεφύρι, τό οποίον το είχαμε πιασμένο.
Ημείς τούς πολιορκήσαμεν. Μετά τό εσπέρας (βράδυ) έφθασε καί ο Ηλίας Μπεηζαντές (Μαυρομιχάλης, γιός τού Πετρόμπεη) από τό Λεοντάρι. Στίς 28 ήλθε και ο Κανέλλος (Δεληγιάννης) μέ 200 Καρυτινούς. Ο Αναγνωσταράς καί ο Παπαφλέσσας ήρθαν εις τήν Καρύταινα μέ 1.000. Σέ δύο ημέρες εγινήκαμε 6.000. Οι Τούρκοι όπου ήτον κλεισμένοι, άφησαν τά ζώα τους έξω, τά πήραν οι Έλληνες. Δέν είχαν νερό, τροφάς. Τόν Νικηταρά, τόν είχα σταλμένον μέ εκατό νομάτους εις τό Φραγκόβρυσο, εις τήν Τριπολιτζά, δύο ώρες απέξω. (Κάτω από τό κάστρο τής Καρύταινας ήταν συγκεντρωμένοι 6000 άνδρες, αλλά μέ υποτυπώδη οπλισμό, χωρίς πολεμοφόδια καί απειροπόλεμοι. Οι οπλαρχηγοί δέν άκουσαν τή γνώμη τού Κολοκοτρώνη νά τρέξουν νά πιάσουν τόν δρόμο από τήν Τρίπολη γιά νά εμποδίσουν τίς ενισχύσεις τού εχθρού, διότι όλοι περίμεναν νά πέσει τό κάστρο καί νά τό λαφυραγωγήσουν). Εκείνες τές δύο ημέρες όπου εσυνάχθημεν, ο Μουσταφάγας ενδύνει δύο Τούρκους ραγιάδικα , τούς δίνει 500 γρόσια. Επήγαν εις τήν Τριπολιτζά διά νά έλθει μεντάτι (βοήθεια) καί νά τούς πληρώσει όλους όσοι έλθουν εις βοήθειάν τους. Έξω βγαίνοντας οι πεζοδρόμοι δύο ώρες, τούς εκατάλαβαν άνθρωποι, πλήν δέν τούς έπιασαν. Δίδοντας τό γράμμα ορδινιάσθηκαν (ετοιμάστηκαν) 2.000, και
ήλθαν βοήθειαν τών Καρυτινών καί Φαναρίτων (Φανάρι χωριό τής Ολυμπίας). Εγώ, σάν έμαθα τούς πεζοδρόμους, υποπτεύθηκα ότι, θά έρθει μεντάτι. Έκαμα ευθύς συνέλευσιν εις τό στράτευμα.Έδωκα γνώμη νά πάει ο Αναγνωσταράς μέ 2.000 εις τού Σάλεσι, μακρά από την Τριπολιτζά 4 ώρες καί 4 από τήν Καρύταινα, νά εμποδίσει το μεντάτι αν κινήσει από Τριπολιτζά... Αυτός μού αποκρίθηκε: "Δέν κάνει να χαλάσομε τό ορδί (στρατόπεδο), όπου είμεθα συναγμένοι"...»
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης


Τρίτη 24 Μαρτίου 2020

Ο "Θούριος" του Ρήγα!


Ο "Θούριος"του Ρήγα είναι ο πιο διαδεδομένος προεπαναστατικός ύμνος. Ο Ρήγας αναφέρεται στην ανάγκη της αποτίναξης του τουρκικού ζυγού τόσο των Ελλήνων, όσο και των υπολοίπων βαλκανικών λαών. Προσωπικά τον θεωρώ ως τον αμέσως επόμενο σημαντικό ύμνο μετά αυτού του Εθνικού.
Νίκος Εγγονόπουλος, «O προπάππους Περραιβός»
Νίκου Εγγονόπουλου, ο Περραιβός με το κεφάλι του Ρήγα

Ως πότε, παλληκάρια, να ζούμεν στα στενά,
μονάχοι, σαν λιοντάρια, στες ράχες, στα βουνά;
Σπηλιές να κατοικούμεν, να βλέπωμεν κλαδιά,
να φεύγωμ' απ' τον κόσμον, για την πικρή σκλαβιά;
Να χάνωμεν αδέλφια, Πατρίδα και γονείς,
τους φίλους, τα παιδιά μας κι όλους τους συγγενείς;

Καλλιό 'ναι μίας ώρας ελεύθερη ζωή,
παρά σαράντα χρόνοι σκλαβιά και φυλακή!

Τι σ' ωφελεί αν ζήσης και είσαι στη σκλαβιά;
Στοχάσου πως σε ψένουν καθ' ώραν στη φωτιά.
Βεζίρης, Δραγουμάνος, Αφέντης κι αν σταθής,
ο Τύραννος αδίκως σε κάμει να χαθής·
δουλεύεις όλ' ημέρα σε ό,τι κι αν σοι πη,
κι αυτός πασχίζει πάλιν το αίμα σου να πιη.
O Σούτζος κι ο Μουρούζης, Πετράκης, Σκαναβής,
Γκίκας και Μαυρογένης, καθρέπτης είν' να ιδής.
Ανδρείοι καπετάνοι, παπάδες, λαϊκοί,
σκοτώθηκαν, κι αγάδες, με άδικον σπαθί·
κι αμέτρητ' άλλοι τόσοι, και Τούρκοι και Ρωμιοί,
ζωήν και πλούτον χάνουν, χωρίς καμιά 'φορμή.

Ελάτε μ' έναν ζήλον σε τούτον τον καιρόν,
να κάμωμεν τον όρκον επάνω στον Σταυρόν·
συμβούλους προκομμένους, με πατριωτισμόν,
να βάλωμεν, εις όλα να δίδουν ορισμόν·
οι Νόμοι να 'ν' ο πρώτος και μόνος οδηγός,
και της Πατρίδος ένας να γένη αρχηγός·
γιατί κι η αναρχία ομοιάζει την σκλαβιά·
να ζούμε σαν θηρία είν' πλιο σκληρή φωτιά.
Και τότε, με τα χέρια ψηλά στον ουρανόν,
ας πούμ' απ' την καρδιά μας ετούτα στον Θεόν.

Εδώ σηκώνονται οι Πατριώται ορθοί και, υψώνοντες
τας χείρας προς τον ουρανόν, κάμνουν τον Όρκον:

«Ω Βασιλεύ του Κόσμου, ορκίζομαι σε Σε,
στην γνώμην των Τυράννων να μην ελθώ ποτέ!
Μήτε να τους δουλεύσω, μήτε να πλανηθώ
εις τα ταξίματά τους, για να παραδοθώ.
Εν όσω ζω στον κόσμον, ο μόνος μου σκοπός,
για να τους αφανίσω, θε να 'ναι σταθερός.
Πιστός εις την Πατρίδα, συντρίβω τον ζυγόν,
αχώριστος για να 'μαι υπό τον στρατηγόν.
Κι αν παραβώ τον όρκον, ν' αστράψ' ο Oυρανός
και να με κατακάψη, να γένω σαν καπνός!»

*Σούτζος, Μουρούζης, Πετράκης, Σκαναβής, Γκίκας και Μαυρογένης: γνωστά πρόσωπα της εποχής, Φαναριώτες, διερμηνείς και ηγεμόνες, που θανατώθηκαν ύστερα από εντολή του Σουλτάνου.



Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2020

"Θα σε τυλίξω σε μια κόλλα χαρτί" πως βγήκε η φράση!


Αποτέλεσμα εικόνας για εθνοσυνελευση μαυροκορδατου

Εν μέσω της ελληνικής επανάστασης, δημιουργήθηκαν  κυβερνήσεις οι οποίες όχι μόνο δεν έκαναν καλό, αντιθέτως δημιούργησαν προβλήματα με γνώμονα την πολιτική καθιέρωση, εξέλιξη, έλεγχο και η υποταγή σε αυτές των ανθρώπων που έχυσαν το αίμα τους, των Αγωνιστών. Αυτό επετεύχθη μέσα από την πλεκτάνη και την ραδιουργία ανθρώπων υπόλογων στην ιστορία του ελληνικού έθνους. Ανάμεσα σε αυτούς πρωτοστατεί ο Μαυροκορδάτος με συνεπίκουρους τον Κωλέττη και  τον Νέγρη. Αυτός ο διοπτροφόρος δαίμονας δημιούργησε πάμπολλες καταστάσεις τόσο πολιτικές, όσο και στρατιωτικές με αποτέλεσμα να πρωτοστατεί και να έλεγε τα πάντα. Οι οπλαρχηγοί για αυτόν ήταν πλέον περιττοί και θεωρούσε τον εαυτό του απαραίτητο για τη χώρα. Τη στιγμή που ακόμα η χώρα βρισκόταν στα σπάργανα ο ίδιος καλούσε εθνοσυνελεύσεις, σκάρωνε Σύνταγμα κατά δοκούν και έκανε εκλογές στα μέτρα του. Έτσι λοιπόν ο συγκεκριμένος πολιτικάντης έφτιαξε πρώτα Σύνταγμα πριν καν δημιουργηθεί χώρα. Όλοι πλέον είχαν πιαστεί για τα καλά στα δίχτυα του, μπορούσε εύκολα να τους παρασύρει με τη βοήθεια συμμάχων, ο ίδιος είχε διαλέξει, ακόμα και στη φυλακή(βλέπε Κολοκοτρώνης) ή ακόμα και στον θάνατο (βλέπε Ανδρούτσος).
Η δράση του στρατιωτικά δεν είχε τα ίδια αποτελέσματα που είχε στην πολιτική. Αφού δεν μπόρεσε να δρέψει στρατιωτικές δάφνες στην Μεσσηνία και στην Πάτρα, και να υποσκελίσει τον μεγάλο του εχθρό Κολοκοτρώνη αποφάσισε να επιβληθεί μόνο πολιτικά με την ψήφιση του δικού του Συντάγματος. Ο μεγαλύτερος ραδιούργος και άνθρωπος που τρέφονταν από την ίντριγκα, απόγονος της Μεγάλης ανθελληνικής φαναριώτικης σχολής με περίσσια υποκρισία και διδακτορικό στις παραδουνάβιες ηγεμονίες έκαμψε την αντίσταση των στρατιωτικών, πήρε με το μέρος του τους κοτζαμπάσηδες και τους προεστούς και έγινε ο ισχυρότερος άνθρωπος της χώρας. Μπορούσε να εξοντώσει όλους τους αντιπάλους του, είτε στρατιωτικούς, είτε πολιτικούς όχι με όπλα αλλά με το λόγο και το χαρτί. Τους τύλιξε πραγματικά σε μία κόλλα χαρτί και άνοιξε τη φυλακή για τους αντίθετος στην γνώμη του. Είναι ο άνθρωπος ο οποίος χρησιμοποιούσε καθημερινά, ώστε να απειλήσει τον οποιονδήποτε που στέκονταν εμπόδιο, την φράση  " θα σε τυλίξω σε μία κόλλα χαρτί " η οποία έμεινε ως και τις μέρες μας ως απειλή για τον οποιονδήποτε μπλέξει με τα δίχτυα της γραφειοκρατίας και των μελανών υδάτων της πολιτικής.

Δευτέρα 13 Ιανουαρίου 2020

Πύργος Χρονικό (Μέρος Δ' & Τέλος)


Το Δ΄Μέρος του Διηγήματος του Ηλείου Τάκη Δόξα...

Αποτέλεσμα εικόνας για η μαχη του πυργου 1821

Χαλασμός λες του κόσμου στάθηκε η πρώτη εκδρομή! Οι Τούρκοι ρίχτηκαν από όλες τις μεριές στην πόλη και έγιναν παντού πολύνεκρες συγκρούσεις. Ο αέρας γέμιζε μπαρουτόκαπνο, κραυγές και σπαραγμούς, το χώμα στρώνω όταν από πτώματα που κυλιόντανε σε λίμνες αίματος...
"Όρθιοι" γράφει ο επιφανέστερος ιστορικός του αγώνα ακαδημαϊκός κ Διονύσιος κόκκινος, οι Πύργιοι αντιμετώπισαν την επίθεση. Περήφανοι και μπρος στο βέβαιο θάνατο δεν θέλησαν να χρησιμοποιήσουν για προκάλυψη τους τη γράνα  που έχασκε κοντά στους σιδηροδρομικούς σταθμούς όπου τότε ήταν αλώνια. Και πολέμησαν τους Τούρκους με το κορμί τους για στόχο!
Αρκετές μέρες μάνιαζε η μάχη μεσ΄ στην πόλη...Κι΄ έπειτα, το μοιραίο και τραγικό τέλος που δεν ήταν παρά μία ακόμα σπονδή: Οι Οθωμανοί λύγισαν τη δυσανάλογη αντίσταση των Πυργίων και ύστερα ρίχτηκαν με λύσσα στο έργο της καταστροφής. Η γνωστή ιστορία των άγριων ενστίκτων τους. Λεηλάτησαν κυριολεκτικά την πόλη και αφού πήραν μαζί τους όσα γυναικόπαιδα είχαν απομείνει από την φυγή και το θάνατο, καλά οδήγησαν έξω από τον Πύργο και τα καταβασάνισαν. Διαδρομή των αδύνατων σημείων πλασμάτων που είχαν παραδοθεί σάλια στα νύχια των τιμών τους, θόλωσαν κι αυτόν ακόμα τον ουρανό με τα δάκρυα και τις οιμωγές τους. Και το μαρτύριο τελείωσε όταν βγαίνει ξανά στατιστικά τα θύματά τους μέσα στο αίμα.
Το αίμα όμως ήταν αγιασμός και πότιζε της λευτεριάς το πολύκλαρο δέντρο. Η επανάσταση αποτελούσε πια ένα υπέροχο γεγονός που βάδιζε το θριαμβευτικό του δρόμου. Ποιος θα στεκόταν ικανός να σταματήσει την πορεία της ιστορίας;
Σε λίγες κιόλας μέρες Ο Χαράλαμπος Βιλαέτης με πολλούς οπλαρχηγούς και 406 πολεμιστές ξεκίνησε μέσα από τα συντρίμμια του Πύργου για να εκδικηθεί τους Λαλαίους Τούρκους χτυπώντας τους στην ίδια τους τη φωλιά. Ο στρατός αυτός πέρασε τον Αλφειό κι΄ αφού κατάστρεψε το χωριό Φλώκα σταμάτησε και οχυρώθηκε στο Λαντζόϊ.
Εκεί ήταν πεπρωμένο να γραφτεί άλλη με ένα ελληνικό μία άλλη επική σελίδα. Οι Έλληνες δέθηκαν ισχυρή τουρκική επίθεση και αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν σκορπίζοντας προς τα νότια για να μη χαθούν άδικα ικανές δυνάμεις. Στο Λαντζόϊ έμεινε μόνο ο Βιλαέτης περιστοιχισμένος από 80 παλικάρια του αποφασισμένα για έναν ηρωικό θάνατο. Τι να κάνει όμως μία χούφτα ανδρείων προς την καταιγίδα που την έζωνε; Ο αγώνας ήταν άνισος, μα οι Έλληνες τον κράτησαν αρκετές ώρες με το αδιάκοπο τραγούδι του καριοφιλιού και την αστραπή της σπάθας που φώτιζε το τοπίο...Και το τέλος, τρομερό: 77 πτώματα αρματολών στρώσανε τη γη, κι΄ ανάμεσά τους και ο ίδιος ο Βιλαέτης με σπασμένο το αιματόβρεχτο γιαταγάνι του που είχε θερήσει αρκετούς από τους εχθρούς...Οι τούρκοι ζήτησαν μες στους νεκρούς τον ήρωά του κόψανε, λυσσασμένοι από το κακό τους, το κεφάλι και το πήγαν στο Λάλα όπου το κρέμασαν για κοινή θέα σε έναν πλάτανο που ήταν κοντά στο τζαμί τους.
Οι θυσίες των αγωνιστών γίνονταν λιβανωτός. Κι΄ αργότερα στις 10 Μαΐου 1821, σήμανε η αποφασιστική ώρα. Συγκεντρώθηκαν Κάπου στην Ηλεία 1.200 πολεμιστές και ξεκίνησαν για τη μεγαλύτερη εκστρατεία κατά του Λάλα. Ο στρατός αυτός πέρασε από τον Πύργο και πήρε μαζί του πολλές δυνάμεις ντόπιων αγωνιστών κι΄ ορεινούς καπεταναίους που είχαν γενικό αρχηγό τον Αναγνώστη Παπασταθόπουλο.
Τα τελικά σχέδια για την πολιορκία του Λάλα καταστράφηκαν στο σπίτι του Άχολου, όπου συγκροτήθηκε μεγάλο πολεμικό συμβούλιο. Από τη μεγάλη αυτή μέρα ξύπνησε το πρώτο φως της λευτεριάς στον Πύργο. Και το φως αυτό άπλωσε πιο πολύ του κόσμου σε ευκαιρίες κι΄ έγινε οριστικό όταν στις 12 με 13 Μαΐου μία ολάκερη ιστορία αρχηγούς τον Σισίνη, το Μεταξά και τον Παπασταθόπουλο άρχισε την εκστρατεία κατά των Λαλαίων Τούρκων. Η εκστρατεία του τύπου στάθηκε σαν να μια από τις λίγες στην  ιστορία του αγώνα, οδήγησε σε επικές μάχες, όπου η ελληνική αντρειοσύνη πραγματοποίησε αληθινά θαύματα. Οι θριαμβευτικές νίκες τις 20, 21, 22 και 23 Ιουνίου στο θρυλικό Πούσι ανάγκασαν τους Τούρκους σε καταντροπιασμήνη φυγή που λύτρωσε οριστικά τον τόπο από το άγος της πολύχρονης δουλείας.
Τώρα πια ο Πύργος ανασαίνει την ελεύθερη ζωή. Η θύελλα βέβαια του πολέμου είχε σπείρει παντού στην πόλη την ερημιά και τη φρίκη. Τα σπίτια γκρεμισμένα κι' οι άνθρωποι, οι παλαιοί κάτοικοι του τόπου που σώθηκαν από το θάνατο και τις κακουχίες των βουνών, όπου είχαν αποτραβηχτεί, δειλοί και αδύναμοι ξανάρχιζαν το χτίσιμο της ζωής.
Ήταν τέλη Οχτώβρη του 1829 όταν πέρασε από τον Πύργο ένας Άγγλος περιηγητής, είδε την πόλη κι έγραψε τις εντυπώσεις του στα απομνημονεύματά του. Ο περιηγητής αυτός λεγόταν Τράντ, ήταν λοχαγός και μπάρκαρε στην Κέρκυρα με το βρετανικό πολεμικό "Ικτίς" που είχε κυβερνήτη τον πλοίαρχο Έϊστιγξ, για περιοδεία στο Ιόνιο. Μία μέρα αφόντας σάλπαρε κι΄ αφού πέρασε από τη Λευκάδα, στην Κεφαλονιά και τη Ζάκυνθο, είδε, όπως σημειώνει στα απομνημονεύματά του, νοτιότερα και κάτω από έναν ουρανό "προσλαβόντα την ψυχράν χειμερινήν χροιάν του" το ακρωτήριο του Κατακώλου. Το τελωνείο "ήτο κατειλλημένον" από έναν Έλληνα του υποσχέθηκε να του βρει άλογα για να τον πάνε στον Πύργο. Και ώσπου να ξεκινήσει από το Κατάκωλο ο λοχαγός Τράντ αφοσιώθηκε να θαυμάζει το γύρω του "κλασικόν" τοπίο...
Ο Άγγλος περιηγητής είχε ξεκινήσει από την πατρίδα του ονειροπολώντας να βρει εδώ τύπους αρχαίων ηρώων, αντί όμως για αυτούς είδε κουρελιασμένο και "ακάθαρτον τι δυστυχισμένον οδηγούν τρία ελεεινότατα ιππάρια" - τα ζώα που τον μεταφέρανε στον Πύργο. "Η εκ Κατακώλου εις Πύργον (συνεχίζει)άγουσα οδός, διέρχεται δια πεδιάδος καταλλήλου προς επικερδήν καλλιέργειαν, καίτοι ήδη καλυπτόμενης από βάτους και αγριοβότανα. Η οδός εκ δυσμών κρασπεδούται υπό της θαλάσσης, ανατολικώς δε περιβάλλεται υπό σειράς βραχωδών λόφων, μεταξύ των οποίων παρετήρησα ωχυρωμένον σπήλαιον χρησιμεύσαν ως περιοδικόν καταφύγιον των κατόικων ενός γειτονικού χωρίου κατά τας επιδρομάς των Τούρκων ιππέων".
Κι΄ο λοχαγός Τράντ συνεχίζει: " Μετ΄ ολίγον εφτάσαμε είς τα λείψανα του ακμάζοντος άλλοτε Πύργου και ήδη αποτελούντος άθροισμα πηλόκτιστων τοίχων άνευ ορόφων. Τα άσπλαχνα στρατεύματα το Ιμβραήμ είχαν εκείβαθέως εκχαράξει τα σημεία του ολέθρου των - των γυμνών τοίχων δυο εκκλησιών και του ημικατεδαφισμένου πύργου αποτελούντων τα μόνα τεκμήρια, ότι υπήρχε μιαν φοράν εις το μέρος αυτό πόλις.
Ο Πύργος είχε άλλοτε χιλιάδας κατοίκους χριστιανούς κατά το πλείστον. Η πόλις είχεν υποστή βλάβην εκ των συμπλοκών των τεσσάρων πρώτων ετών της επαναστάσεως. Κατά το 1825 ευρίσκετο εις ακμάζουσαν κατάστασιν, διεξήγαγε δε σπουδαίον εμπόριον δια των βιομηχνικών προϊόντων της.
Αλλ΄ η ανοικτή και απροστάτευτος τοποθεσία της εν μέσω της πεδιάδος την κατέστησεν ευκολότατην λείαν των Αράβων, μεταβαλόντων αυτήν κατά το επόμενο έτος είς την κατάστασιν, είς την οποίαν την εύρον.
Αυτό ήτο το πρώτον τεκμήριον του προς τους Έλληνας θανάσιμου μίσους του Ιμβραήμ. Εν τούτοις είχον ακόμη να παρατηρήσω και να αντιλαφθώ πολλά. Από τον κάβο Ματαπά μέχρι του Κορινθιακού κόλπου αι φλόγες ουδεμιάς πόλεως είχον φεισθή. Οι Πύργιοι, οίτινες διαρκούντος του πολέμου είχον ζητήσει άσυλον εις τα απρόσιτα καταφύγια των ορέων, όπου πλείστοι απέθανον εκ της δριμύτητος του καιρού και της στερήσεως τροφής, είχον ήδη επανέλθει και αρχίσει την ανοικοδόμησιν των οικιμάτων, δύο δε ή τρεις οικοίαι είχον ήδη ανεγερθή εν μέσω των ερειπίων»
Σε ένα από αυτά δυο-τρία σπίτια οδηγήθηκε, φαίνεται ο Άγγλος περιηγητής και φιλοξενήθηκε. Στο σπίτι κείνο έμενε τότε ο βρετανός υποπρόξενος Πασχαλίγκος που είχε μία κόρη "εκπάγλου καλλονής" με μαύρα ακτινοβόλα μάτια, καμπυλωτά φρύδια κι ευρωπαϊκή φυσιογνωμία. "εβαμμένους τους όφρυς και εψιμυθιωμενας τας παρειάς". Η Πασχαλίγκου έπαιξε για τον λοχαγό Τράντ ένα ρόλο ανάλογο με την " κόρη των Αθηνών" για το Λόρδο Βύρωνα, και μόνο που δε λεγόταν Θηρεσία αλλά κάπως κοινότερα: Κατίνα...
Από τότε και πέρα ο πύργος άρχισε να οργανώνεται σε μία σημαντική πόλη του Μοριά. Σταυροδρόμι καθώς είναι των επαρχιών Ηλείας, Ολυμπίας και Γορτυνίας έγινε (όπως γράφει στα περίφημα ενθυμήματα του ο νεότερος ιστορικός μας κ. Διον.Ν.Κωνσταντόπουλος) "Το συγκοινωνιακό, εμπορικό, διοικητικό και δικαστηριακό κέντρο πόλεις της περιφέρειας", και "μια από τις καλύτερες και πολύ άνθρωπότερες επαρχιακές πόλεις".
Εποχή χρυσή τότε, γύρω στα 1850, που ο Πύργος συμφωνώ με την έκφραση του ίδιου συγγραφέα, ήταν "ευδαίμων τε και όλβιος"...Αυτό τον καιρό άλλωστε έγινε ο λιμενοβραχίονας του Κατακόλου που άνοιξε έντονο και συστηματικό το εξαγωγικό εμπόριο της σταφίδας κι ανέβασε σε ζηλευτό οικονομικό ύψος στην πόλη. Κάτου απ’ ΄τη μοίρα της σταφίδας ο Πύργος πυκνοκατοικήθηκε, έγινε πρωτεύουσα του Νομού Ηλείας, ανέβηκε και κατέβηκε, χάρηκε και πόνεσε, δημιούργησε κι έχασε για να φτάσει στη σημερινή πραγματικότητα.
Τώρα η πόλη κατοικείται από 20.000 ανθρώπους πολλοί από αυτούς ακολουθώντας το ρεύμα της αστυφιλίας κατέβηκαν από τις ορεινές επαρχίες και μπόλιασαν το γνήσιο ντόπιο πληθυσμό. Προσθήκη της αρχαίας Ολυμπίας τούτος ο τόπος έχει γίνει σημαντικότατο τουριστικό πέρασμα ξένων και δικών μας που πάνε κι έρχονται για να προσκυνήσουν τη γη των θεών. Γείτονας πάλι, της αρχαίας Φειάς θα αποκτήσει κι άλλο ενδιαφέρον όταν η επιστήμη του βυθού θα φέρει στην επιφάνεια την κατά ποτισμένη εκείνη Πολιτεία που κοιμάται εδώ και δυόμισυ χιλιάδες χρόνια κάτου απ΄ τα νερά του κόλπου του Αγίου Ανδρέα...
Οικονομική και πνευματική παράδοση βαραίνει τον Πύργο. Στα 100 χρόνια που πέρασαν από το πρώτο του φανέρωμα σαν πόλις με αξιώσεις, το κράτος και οι πολίτες κάνανε πολλές προσπάθειες να οργανώσουν τον τόκο και τη ζωή από κάθε άποψη: εμπορική, κτιριακή, πολιτιστική. Δούλεψαν εργοστάσια, υψώθηκαν σπίτια, βγήκαν συγγραφείς και καλλιτέχνες... Μεσολάβησαν Ωστόσο οι πόλεμοι κι οι αλληλοσπαραγμοί, οικονομικές δοκιμασίες και φτώχειες πλήγωσαν τα Επαγγέλματα και τις καρδιές συντρίβοντας κι΄ αφανίζοντας επιχειρήσεις κι΄ όνειρα.
Οι ολιγάριθμη " παλιά φρουρά" που απομένει ακόμα εδώ, γυρίζει νοσταλγικά στα ευτυχισμένα εκείνα χρόνια πού, καθώς λένε, οι Πυργιώτες στις κουμπούρες τους αντί για στουπί χρησιμοποιούσαν... κατοστάρικα, θεωρούν ότι την πόλη σα μια " ξεπεσμένη αρχοντοπούλα".
Κι΄ οι νεώτεροι συμφωνούν.


Σάββατο 14 Δεκεμβρίου 2019

Πύργος Χρονικό (Μέρος Γ').


Αποτέλεσμα εικόνας για η μαχη του πυργου 1821


Το 1812 έγιναν στον Πύργο κι άλλες συνεννοήσεις για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού, από τους τρεις αδελφούς Κρεστενίτη - λυκούργο, γιάννη, και Σταμάτη - μα χωρίς αποτέλεσμα. Οι πόθοι της λευτεριάς κόχλαζαν, όμως η ώρα δεν είχε ακόμα σημάνει για τη μεγάλη αλλαγή. Κ' οι προσπάθειες κείνες περιορίστηκαν σ' απλές αψιμαχίες, ώσπου να γίνει το αποφασιστικό ξεκίνημα...
Ύστερ' από τέσσερα χρόνια όμως, ένας άλλος άνθρωπος του σουλτάνου θέλησε να επαναλάβει το επαναστατικό τόλμημα του Αλή Φαρμάκη και να σηκώσει κεφάλι στην Πύλη: ο Σεϊντάγας Βοεβόδας- Λελές, ζαπίτης του Πύργου κι' αφέντης της Ηλείας, ατρόμητος Οθωμανός με ανυπολόγιστα πλούτη πούχε το ανάχτορο του στο λόφο του Επαρχείου. Απάνω στον παλιό Πύργο του Τσερνοτάμπεη που τον μεγάλωσαν οι Βιλαεταίοι, ο Σεϊντάγας έχτισε ένα τεράστιο κάστρο με διπλά τείχη, πολεμίστρες, στέρνες, χαμάμια, πολυτελέστατα χαρέμια και μπουντρούμια, όπου με τα φιλήδονα τραγούδια απ' τις χανούμισες και τις οδαλίσκες σμίγανε τα βογγητά των Αλβανών που έσφαζαν άγρια οι Αγαρηνοί.
Ο βοεβόδας είχε πατέρα Τούρκο, Σεϊντάγα κι' αυτόν. π' αγαπούσε τους Έλληνες και δέθηκε πιότερο μαζί τους. Μία μέρα που πάνω στ' άτι του κατέβαινε από το Λάλα, κοντά στο ξωκλήσι της Αγίας Παρασκευής που είνε στο έμπα του Πύργου από το δρόμο της Ολυμπίας, συνάντησε μία πεντάμορφη Πυργιωτοπούλα και καταθαμπώθηκε. Έρωτας ξαφνικός και παντοδύναμος του συνταράξε την καρδιά! Και πριν η Πεντάμορφη πυργιωτοπούλα προφτάσει να ξεφύγει από τη λάμψη της ματιάς του κι' απ' τη σιδερένια του θέληση, ο Σεϊντάγας την άρπαξε, την έβαλε πάνω στο άλογό του και την πήγε μισολιπόθυμη στο Λάλα.
Ζώη Πολέμη λεγόταν κείνη η κοπέλα. Κι΄ο Σϊντάγας την αγάπησε παράφορα ποθόντας, μα χωρίς τη βία, να την κάνει γυναίκα του. Η ελληνοπούλα όμως αρνιόταν επίμονα! Και μέσ΄ στον Πύργο του Λάλα αρρώστησε βαριά από τον καημό της κι' αποσωνόταν αδιάκοπα- τριαντάφυλλο μέσ΄ στο φθινόπωρο:
Το χειλάκι σου, το μαγουλάκι σου,
Λαλιωτοπούλα μου,
γιατ΄ είναι κίτρινο, δεν είναι κόκκινο;
Γιατί αρρώστησες, γιατί θερμάθηκες,
μικρή Πυργιωτοπούλα μου;
Στο τέλος ωστόσο η ζωή δέχτηκε τη μοίρα της. Ίδια Κυρά...