Γράφει η αγαπητή εγγονή του μπαρμπα-Πάνου, Άννα.
Ξεκινώντας να γράψω αυτό το άρθρο με τη σκέψη μου στον
παππού τον Πάνο, μόνο γλυκύτητα, ηρεμία και συγκίνηση νιώθω. Και έτσι, νομίζω,
ένιωσαν και όλοι εκείνοι με τους οποίους μίλησα μαζί τους για να συλλέξω ή να
επιβεβαιώσω πληροφορίες. Απ’ όλους έλαβα το ίδιο επιμύθιο, μέσες άκρες: «Ο
μπαρμπα-Πάνος ήταν ήρεμος, συνεργάσιμος, ευγενικός άνθρωπος, λογικός, εργατικός
και έντιμος, κοίταζε τη δουλειά του, έδινε καλές συμβουλές και αγαπούσε τη
γνώση». Θεωρώ επιτυχία να έχει ζήσει κανείς τη ζωή του έτσι και να τον
θυμούνται έτσι. Ο παππούς φαίνεται πως τα κατάφερε.
Γέννημα θρέμμα της Τρυπητής, ήρθε στη ζωή το 1905
και έφυγε το 1992, σε ηλικία 87 ετών.
Γιός του Δημήτρη Νιάρχου και της Αγγελικής Μαντά
από τα Δίασσελα και ένας εκ των τεσσάρων αδερφών, οι άλλοι ήταν ο Ανδρέας, ο
Κώστας και ο Φώτης.
Από φτωχή οικογένεια, κατάφερε να τελειώσει το
τότε Σχολαρχείο στου Ζάχα και για ένα διάστημα υπηρέτησε ως χωροφύλακας στη
Λιβαδιά, πριν από τον πόλεμο του Σαράντα. Η κόρη του Βασιλική, 74 χρόνων
σήμερα, θυμάται ακόμα το παντελόνι της στολής με τις γκέτες που του είχε μείνει
από τη θητεία εκείνη.
Ο Πάνος πήρε μέρος στον πόλεμο του Σαράντα, άντεξε
τις κακουχίες και, όταν το μέτωπο κατέρρευσε, γύρισε στο χωριό με τα πόδια, γεμάτος
ψείρες, αλλά σώος και υγιής. Όταν έλειπε στην Αλβανία, το σπίτι της οικογένειας στο χωριό είχε πιάσει φωτιά και είχε τρέξει να τη σβήσει ο νεαρός τότε Γιώργος
Ζέρβας, θυμάται η Βασιλική, ενώ οι γυναίκες...