Πολλές φορές μικρά, ασήμαντα σε πρώτη ματιά, επεισόδια της Ιστορίας, συχνά επηρεάζουν αποφασιστικά την εξέλιξή της. Μια τέτοια περίπτωση είναι και αυτή του Ιπποκλείδη. Μας την αφηγείται ο παππούς Ηρόδοτος, ο πατέρας της Ιστορίας σίγουρα.
Ο Ηρόδοτος, βέβαια, ανυποψίαστος για την παγκόσμια σημασία του συγκεκριμένου γεγονότος, ανίδεος ακόμη για τα DNA και τα γονίδια, για τα σπερματοζωάρια που κυνηγάνε το συγκεκριμένο ωάριο για να το γονιμοποιήσουν, οδηγώντας τα πράγματα στο αναπότρεπτο αποτέλεσμα, διηγείται το επεισόδιο με συγκινητική αθωότητα. Πώς θα μπορούσε άλλωστε να φανταστεί ότι ένα μεθύσι και ένας προκλητικός χορός, ένας κόρδακας, θα ήταν ικανός να επηρεάσει την παγκόσμια Ιστορία.
Ας δούμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Ενθουσιασμένος από τη νίκη του στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 576 π.Χ., ο τύραννος της Σικυώνος Κλεισθένης, γιος του Αριστωνύμου, ανακοινώνει πανηγυρικά στους Πανέλληνες ότι σκοπεύει να παντρέψει την κόρη του Αγαρίστη και καλεί όλους τους νέους από τις πιο επιφανείς οικογένειες του ελληνικού κόσμου να σπεύσουν στη Σικυώνα, για να διαλέξει ανάμεσά τους τον πιο άξιο.
Πλήθη εκλεκτών νέων συγκεντρώθηκαν στην ένδοξη τότε Σικυώνα, καθένας με τις ελπίδες και τις φιλοδοξίες του. Εναν ολόκληρο χρόνο τούς φιλοξένησε ο τύραννος πλουσιοπάροχα και παρακολουθούσε τις εκδηλώσεις και τις αντιδράσεις τους. Γρήγορα ξεχώρισαν ανάμεσά τους οι δύο καλύτεροι, ο Ιπποκλείδης, πλούσιος και ωραίος Αθηναίος, γιος του Τεισάνδρου, που συγγένευε με τους Κυψελίδες της Κορίνθου, και ο Μεγακλής, γιος του Αλκμέωνος, από τη μεγάλη αθηναϊκή οικογένεια των Αλκμεωνιδών. Τελικά ο Κλεισθένης ξεχώρισε τον Ιπποκλείδη, που υπερείχε σε όλα και αυτόν είχε στο νου του, όταν ήρθε η ώρα να αναγγείλει την απόφασή του. Στη λαμπρή γιορτή της μοιραίας βραδιάς, με τα πλούσια εδέσματα, τα κρέατα από τα εκατό βόδια που θυσιάστηκαν για την περίπτωση και το άφθονο κρασί, ήρθαν στο κέφι οι υποψήφιοι μνηστήρες, όπως και όλοι οι Σικυώνιοι που συμμετείχαν στις χαρές της αρχοντοπούλας. Μεθυσμένος ο Ιπποκλείδης, ζήτησε να του παίξουν ένα σκοπό και άρχισε να χορεύει τον κόρδακα, ένα χορό στον οποίο οι χορευτές κουνούσαν προκλητικά τους γοφούς τους, κάτι σαν ένα τολμηρό τσιφτετέλι. Στο τέλος, ξάπλωσε με την πλάτη πάνω στα τραπέζια και άρχισε να τινάζει το πόδια του στον αέρα. Ο Κλεισθένης έμεινε αποσβολωμένος, καθώς δεν μπορούσε να φανταστεί μια τέτοια εξέλιξη.
- Με το χορό σου έχασες την τύχη σου, Ιπποκλείδη, του φώναξε τελικά.
Και ο Ιπποκλείδης, μέσα στη γενική ευθυμία, του απάντησε με τη φράση που... άλλαξε τον κόσμο:
- Ου φροντίς Ιπποκλείδηι.
- Σκασίλα μου, εξηγούν... κόσμια οι μεταφραστές. Το νόημα είναι πιο βαρύ... Όμως δεν είναι αυτό το θέμα μας. Η ιστορική σημασία του γεγονότος είναι ακόμη πιο βαριά. Και να γιατί.
Η Αγαρίστη, μετά την απογοήτευση του Κλεισθένη, αναγκάστηκε να παντρευτεί τον Μεγακλή. Από το γάμο αυτό γεννήθηκε ο Κλεισθένης, ο περίφημος μεταρρυθμιστής και θεμελιωτής της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, του πρωτοφανέρωτου τότε πολιτικού συστήματος, που επηρεάζει την ιστορία του κόσμου μέχρι σήμερα. Ο δεύτερος γιος τους, ο Ιπποκράτης, έγινε παππούς του Περικλή, από το γάμο της κόρης του Αγαρίστης (από το όνομα της γιαγιάς της) και του Ξάνθιππου, γιου του Αρίφρονα από το Δήμο Χολαργού. Στον γιο του, τον Περικλή, όμως, στις φιλοδοξίες και στα μεγαλεπήβολα σχέδιά του, οφείλεται το μεγαλείο της Αθήνας με τα ασύγκριτα έργα της Ακρόπολης, με τον Παρθενώνα, τα Προπύλαια, το Ωδείο, το Θέατρο και όλα αυτά που οδήγησαν στο Χρυσό Αιώνα, στη λάμψη του ελληνικού πολιτισμού, πάνω στον οποίο στηρίζεται ακόμη και σήμερα ο παγκόσμιος πολιτισμός, όσο και αν κάποιοι δεν καταλαβαίνουν ή κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν.
Εμείς, τώρα, που γνωρίζουμε τόσο πιο πολλά από τον Ηρόδοτο, ξέρουμε τη σημασία των συνδυασμών γονιδίων και DNA, ξέρουμε την επίδρασή τους στην εξέλιξη της Ιστορίας. Από τέτοιους πολύπλοκους συνδυασμούς γεννήθηκε ο Περικλής και δικά του όνειρα ήταν τα έργα της Ακρόπολης.
Χωρίς το χορό του Ιπποκλείδη, λοιπόν, δεν θα υπήρχε ο Κλεισθένης και η Δημοκρατία. Χωρίς τον Περικλή, σίγουρα δεν θα υπήρχε Παρθενώνας, κορυφαίο μνημείο, ορόσημο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς. Τα πράγματα είναι απλά...
Πώς να μη σκεφτεί κανείς, λοιπόν, τον Ιπποκλείδη και τον ξέφρενο χορό του, όταν ατενίζει τον Παρθενώνα, περήφανο και λουσμένο στο φως του ήλιου; Υποψιαζόταν, άραγε, πού οδηγούσε τον κόσμο κουνώντας προκλητικά τους γοφούς του; Μάλλον όχι. Καλά το είπε λοιπόν ο άνθρωπος!
Πηγή: Κ. Τσάκου, Ελευθεροτυπία