Είναι γνωστό τοις πάσι πως η
αρχαία ελληνική φιλοσοφία έθεσε τις βάσεις για την δημοκρατία, τις επιστήμες,
την διεύρυνση του νου κ.α. Μνημονεύεται διαρκώς από τους λαούς όλης της γης
και, είναι γεγονός, πως συνέβαλλε στην αποχώρηση του ανθρώπου από την αμάθεια
και την άγνοια, και την διείσδυσή του στην σκέψη και την πνευματική
καλλιέργεια. Για να φθάσει σε αυτό το σημείο πέρασε από μεγάλες δυσκολίες και
ανυπέρβλητα εμπόδια, αφού θα πρέπει να αναλογιστούμε την διάταξη του ελλαδικού
χώρου με τις πόλεις- κράτη που αυτό σημαίνει αυτομάτως και την διαφορετικότητα
μεταξύ των σε πολιτεύματα, αντιλήψεις και ιδέες.
Η Αθήνα, κυρίαρχος δύναμη με
ότι αυτό συνεπάγεται, υπήρξε ανεκτική σε «νέες ιδέες» εν αντιθέσει με την
εσωστρεφή Σπάρτη που απαγόρευε δια σπάθης την φιλοσοφία. Η αντιμετώπιση της
δεύτερης κρίνεται ως τιμιοτέρα αυτής των Αθηνών, λόγω της ευθύτητας και της
ανάληψης της ευθύνης πως ο δρόμος που έπρεπε να χαράξει περνούσε μέσα από τα
όπλα και όχι μέσω του πνεύματος. Για την Αθήνα όμως τα πράγματα χαρακτηρίζονται
πιο περίπλοκα καθώς προείπαμε για την διαλλακτικότητα που επέδειξε προς τους
«σοφούς», όμως σε καμιά περίπτωση δεν διατείνονταν να παραμερίσει τις αξίες των
προγόνων για χάρη νέων ιδεών. Αυτό συνέβαινε και στις πόλεις-κράτη φίλα
προσκείμενες στην μεγάλη δύναμη της εποχής, αφού αποτελούσε παράδειγμα προς
μίμηση. Έτσι όταν τα πράγματα ξεπερνούσαν τα όρια που είχαν τεθεί, κατά το
δοκούν, καταδικάζονταν κάθε παρέκκλιση.
Ο σύγχρονος κόσμος θαυμάζει την αρχαία ελληνική φιλοσοφία και τους εκπροσώπους της, όμως τα πράγματα ήταν τελείως διαφορετικά από ότι φανταζόμαστε σήμερα. Το σύνολο των ανθρώπων στις πόλεις-κράτη παρέμενε προσκολλημένο στις δεισιδαιμονίες, στον κατεστημένο συντηρητισμό και στις καθημερινές απολαύσεις. Οι σοφοί δεν έχαιραν της εκτίμησης των συμπολιτών τους, χλευάζονταν και αντιμετωπίζονταν με σκεπτικισμό. Οι σοφοί απείχαν από την λατρεία στους θεούς και, για πρώτη φορά, εστίασαν στον άνθρωπο. Επέκριναν διαρκώς τις θρησκευτικές αντιλήψεις της εποχής τους ως καθαρά μυθολογικές και αφελείς και αναζητώντας την ουσία έρχονταν αντιμέτωποι με καθιερωμένες δεισιδαιμονίες και το ιερατείο. Οι περισσότεροι ήταν άνθρωποι εκκεντρικοί, μοναχικοί και αντικοινωνικοί. Ξεχώριζαν από τους υπολοίπους,
υπήρξαν ριζοσπαστικοί και, πολλές φορές, κατέληγαν σε συγκρούσεις με την επίσημη πολιτεία. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα τον διωγμό τους και σε πολλές περιπτώσεις, τον θάνατό τους για τις ιδέες τους τις οποίες ακούμε σήμερα με θαυμασμό, τις αντιγράφουμε και τις οικειοποιούμαστε στην καθημερινότητά μας.Ο Πυθαγόρας, αρχικά, αφού
περιπλανήθηκε σε όλον τον τότε γνωστό κόσμο στα πενήντα του χρόνια ίδρυσε την
δική του σχολή και συνελήφθη για αθεΐα και διαφθορά των νέων. Οδηγήθηκε σε δίκη
όπου έπεισε του δικαστές και αθωώθηκε. Συνέχισε να διδάσκει και η διδασκαλία
του ξεπέρασε τα όρια του ελληνικού χώρου με αποτέλεσμα να συρρέουν νέοι από
παντού. Η επιρροή των «Πυθαγορίων» εξελίχθηκε μεγάλη και στα πολιτικά πράγματα
και σε συνδυασμό με την μυστικοπάθεια που τους χαρακτήριζε, δημιούργησε την
βεβαιότητα στον λαό πως σχεδίαζαν ένα ολιγαρχικό καθεστώς. Ο λαός περικύκλωσε
την σχολή, σκότωσε τους περισσότερους και ο Πυθαγόρας διέφυγε για λίγο. Τον
ανακάλυψαν και τον σκότωσαν και αυτόν με αποτέλεσμα να είναι το τέλος της
διδασκαλίας που εστίαζε στην μετεμψύχωση και στην αρμονία των αριθμών.
Στον ίδιο τον Πυθαγόρα
αποδίδονται οι βασικές ιδέες της «θεωρίας» του «κόσμου» και της «κάθαρσης»,
ιδέες που συνέχουν τις δύο τάσεις της Πυθαγόρειας σχολής, την επιστημονική και
τη θρησκευτική.
Αυτά συνέβησαν στον Κρότωνα της Κάτω Ιταλίας.
Έτερος φιλόσοφος που κυνηγήθηκε
από την συντηρητική κοινωνία ήταν Ο Αναξαγόρας από τις Κλαζομενές της Μικράς
Ασίας. Ήταν γιος του Ηγησίβουλου ή Εύβουλου και ανήκε σε πλούσιο και
αριστοκρατικό γένος. Σε ηλικία 20 ετών εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, επιδιδόμενος
σε φιλοσοφικές σπουδές, όπου και έζησε εκεί επί 30 χρόνια. Σύμφωνα όμως με την
παράδοση κατηγορήθηκε για ασέβεια και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πόλη. Γενικά
ο Αναξαγόρας προσπάθησε να ανανεώσει την ιωνική φυσιολογία και να τη συνδυάσει
με τις πνευματικές κατακτήσεις του Παρμενίδη και του Εμπεδοκλή. Πιο
συγκεκριμένα , ο Αναξαγόρας θεωρούσε τον Νου ως υπέρτατο όν με αποτέλεσμα να
κατηγορηθεί για αθεΐα, το ιερατείο τον κυνήγησε αλλά ο Περικλής τον φυγάδευσε
στην Λάμψακο, εκεί όπου έζησε τον υπόλοιπο βίο του.
Ο Ζήνων ο Ελεάτης υπήρξε ένας
ακόμα που δεν άρεσαν τα λεγόμενά του και η διδασκαλία του στον προσκολλημένο
κόσμο της αρχαίας Ελλάδας. Προσωκρατικός φιλόσοφος που ο Αριστοτέλης τον
αποκαλούσε εφευρέτη της διαλεκτικής μεθόδου. Πνεύμα φιλελεύθερο αντιπαθούσε
κάθε μορφή τυραννίας, πράγμα που τον οδήγησε στον θάνατο από τον Νέαρχο τύραννο
της Ελέας της Κάτω Ιταλίας. Αποτέλεσε προσωπικό σύμβουλο του Περικλή και του
Καλλία έναντι αμοιβής. Επινόησε την διαλεκτική μέθοδο και ήταν υπέρμαχος των
ανταποδείξεων.
Ο Πρωταγόρας ο Αβδηρίτης,
υπήρξε ένας ακόμα που κατηγορήθηκε για αθεΐα και ασέβεια. Πατέρας της
Σοφιστικής και δάσκαλος του Περικλή, του Ευριπίδη, του Γοργία κ.α. Έστρεψε την
φιλοσοφία στο πρόβλημα της γνώσης. Δίδασκε πως ο άνθρωπος έπρεπε να
αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα και ως ποιο σημείο μπορεί να φθάσει. Η
διδασκαλία του περί σχετικότητας της αλήθειας και περί υποκειμενικής αλήθειας
ήταν αυτή που εξόργισε το ιερατείο που τον κατηγόρησε για ασέβεια. Κατέστρεψαν
όλα τα συγγράμματά του και δόθηκε εντολή να συλληφθεί. Για να αποφύγει την
σύλληψη μπάρκαρε σε ένα πλοιάριο για Ιταλία, όμως βούλιαξε και ο Πρωταγόρας
πνίγηκε. Κατ’ άλλη εκδοχή το πλοιάριο βούλιαξε ο Αθηναϊκός στόλος που τον
κυνήγησε.
Τέλος φθάνουμε στον μεγαλύτερο
φιλόσοφο της αρχαιότητας, που παρόλο δεν άφησε κανένα έργο πίσω του, η
διδασκαλία του κυμαίνεται μεταξύ μύθου και πραγματικότητας. Τα έργα των μαθητών
του και ιδιαίτερα του Πλάτωνα είναι αυτά που μας κάνουν γνωστή την διδασκαλία
του. Ενδεικτικό της σημασίας του για την Αρχαία ελληνική φιλοσοφία είναι ότι
όλοι οι Έλληνες φιλόσοφοι πριν από αυτόν ονομάστηκαν Προσωκρατικοί. Αναρίθμητοι
είναι οι μελετητές που έχουν ασχοληθεί με τον Σωκράτη, στους αιώνες που
ακολούθησαν το θάνατό του, πολλοί από τους οποίους είναι ιδιαίτερα φημισμένοι,
έτσι ώστε ο W.K.C. Guthrie να γράψει πως «στο τέλος ο καθένας έχει το δικό του,
ως ένα βαθμό Σωκράτη, που δεν είναι ίδιος ακριβώς με τον Σωκράτη κανενός
άλλου».
Ήταν γιος του Σωφρονίσκου και
της Φαιναρέτης από το δήμο της Αλωπεκής, της Αντιοχίδος φυλής. Η μητέρα του,
Φαιναρέτη ήταν μαία, γεγονός που
αποτέλεσε την έμπνευση για την ονομασία της διαλεκτικής φιλοσοφικής μεθόδου του
Σωκράτη σε «μαιευτική», γιατί όπως η μαία φέρνει στο κόσμο το νεογνό έτσι και ο
φιλόσοφος μέσα από το διάλογο δύναται να εκμαιεύει από τον συνομιλητή του την
αλήθεια. Η φτώχια του δεν του επέτρεψε να εκπαιδευτεί με αποτέλεσμα να δηλώνει
«αυτοδίδακτος», μιας λέξης δικής του
επινόησης για να δηλώσει πως ο ίδιος δίδαξε τον εαυτό του.
Για να φτάσει στην αρχή των
ηθικών εννοιών, ο Σωκράτης χρησιμοποίησε την επαγωγική συλλογιστική μέθοδο,
μέσω της οποίας σκόπευε να φτάσει στην εξαγωγή καθολικών συμπερασμάτων. Η μαιευτική
ήταν η μέθοδος διδασκαλίας , η οποία, σε συνδυασμό με τη χρήση της ειρωνείας,
αποτελούσε χαρακτηριστικό της σωκρατικής διδασκαλίας. Σύμφωνα με τη μέθοδο
αυτή, ο Σωκράτης κατά τις συζητήσεις του, προσποιούμενος την πλήρη άγνοια για
το θέμα που συζητούσε κάθε φορά, προσπαθούσε μέσα από ερωτήσεις να εκμαιεύσει
την αλήθεια από τον συνομιλητή του.
Εξαιτίας της τακτικής του να
αποκαλύπτει την άγνοιά τους για θέματα που υποτίθεται πως γνώριζαν καλά και
λόγω του υπεροπτικού βλέμματος που είχε, γρήγορα έγινε μισητός και αντιπαθής
στους Αθηναίους που για να απαλλαγούν από αυτόν τον κατηγόρησαν για διαφθορά
των νέων, ασέβεια και εισαγωγή νέων θεών. Στην δίκη του αποφασίστηκε θάνατος με
την κατάποση κώνειου ενώ ο ίδιος αντιπρότεινε την αθώωσή του και την τιμητική
ενίσχυση από το πρυτανείο. Οι μαθητές του του πρότειναν να δραπετεύσει, ο ίδιος
αρνήθηκε και πέθανε με την λήψη του δηλητήριου.
Ο Σωκράτης αποτέλεσε το θύμα της μισαλλοδοξίας
και της αλαζονείας των ανθρώπων, της εξουσία και του ιερατείου που από τότε ελέγχει
τα πάντα. ¨όλα αυτά συνέβησαν στην Αθήνα της δημοκρατίας και του πολιτισμού.
Ο Δημόκριτος είχε κατηγορηθεί
ως μανιακός, ο Θαλής χλευάζονταν ως τεμπέλης και ανίκανος, ο Ξενοφάνης
κυνηγήθηκε από παντού ως ριζοσπαστικός και κατέληξε στην Ελέα όπου έκανε την
σχολή του, ο Αντιφών ο Αθηναίος καταδικάστηκε σε θάνατο, οι Κυνικοί φιλόσοφοι
κυνηγήθηκα, επίσης, αλλά την γλίτωσαν αφού το παρουσιαστικό τους περισσότερο
προκαλούσε οίκτο παρά φθόνο.
Συμπεραίνουμε, λοιπόν, πως τα
πράγματα δεν υπήρξαν ρόδινα ούτε τότε, πως οι κοινωνίες παραμένουν ίδιες στο
πέρασμα του χρόνου. Ο λαός, επί των πλείστων, παραμένει προσκολλημένος στα
τετριμμένα και οιεσδήποτε αλλαγές αντιμετωπίζονται με σκεπτικισμό και
καχυποψία. Επίσης ανέκαθεν το ιερατείο έπαιζε σημαντικό οικονομικοπολιτικό ρόλο
και οποιαδήποτε αλλαγή την πολεμούσε με μανία. Οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι
ήρθαν σε σύγκρουση με τα κατεστημένα, έθιξαν συμφέροντα, προκάλεσα ρήξη στην
κοινωνική δομή και ώθησαν τον άνθρωπο να σκεφτεί. Αναπόφευκτο το τέλος τους,
κάθε ομοιότητα με την σημερινή εποχή αποτελεί απλά σύμπτωση!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου