ΤΡΥΠΗΤΗ(ΎΠΑΝΑ, ΙΣΟΒΑ 'Η ΜΠΙΤΖΙΜΠΑΡΔΙ ): " Ίσταται κατά τον βορράν, στηριζόμενο επί φυσικού μπαλκονίου, εξόχως μεγαλοπρεπής και η περικλείουσα αιώνια βλάστηση αποτελεί τον μανδύα του. Αυτός λάμπει και απαστράπει εις όλα τα παιχνίδια των χρωμάτων εις καθημερινό θέαμα και ακτινοβολεί ως φαιοπράσινη φλόγα υπό τας πρωϊνάς αχτίδας του ηλίου".

''Πρός άρκτον δ' 'ομορα ήν τω Πύλω δύο πολίδια Τριφυλιακά 'Υπανα και Τυπανέαι και ποταμοί δε δύο εγγύς ρέουσι, ο τε Δαλίων (Διάγων) και ο Αχέρων εκβάλοντες εις τον Αλφειόν"
(Στράβων Η΄3,15)

ΤΡΥΠΗΤΗ :ΤΟ ΜΠΑΛΚΟΝΙ ΤΟΥ ΑΛΦΕΙΟΥ

ΤΡΥΠΗΤΗ :ΤΟ ΜΠΑΛΚΟΝΙ ΤΟΥ ΑΛΦΕΙΟΥ

Τρίτη 15 Αυγούστου 2017

Τρεις το λάδι, τρεις το ξύδι... τέλος το λαδόξυδο από τα εστιατόρια!

Αποτέλεσμα εικόνας για λαδόξυδο

Ένα νέο μέτρο προστασίας του καταναλωτή έρχεται να ισχύσει από τις αρχές του 2018 με την κατάργηση του λαδιού και του ξυδιού σε χύμα μορφή. Το μέτρο είναι ναι μεν σωστό αφού αποκλείεται έτσι η νοθεία με άλλα παράγωγα φθηνότερα, σπορέλαια για το ελαιόλαδο και χημικά τύπου ξίδια για το δεύτερο, που στόχο έχουν την μείωση του κόστους λειτουργίας των καταστηματαρχών.
Το χύμα λάδι και το χύμα ξύδι στα τραπέζια των εστιατορίων, λοιπόν θα αποτελεί παρελθόν από το νέο έτος, καθώς με υγειονομική απόφαση από την αρχή του νέου χρόνου στα εστιατόρια θα πρέπει να σερβίρονται τυποποιημένα προϊόντα. Το χύμα λάδι στο εξής απαγορεύεται και έτσι οι καταστηματάρχες θα πρέπει να διαθέτουν μικρές τυποποιημένες συσκευασίες των 100 ως 250 ml. Έτσι, βάσει της κατανάλωσης υπολογίζεται ότι θα πρέπει να τυποποιηθούν περίπου 10.000 τόνοι ελαιόλαδου, ποσότητα που αντιστοιχεί στο 4% με 5% της παραγωγής.
Το μέτρο ισχύει δεκαετίες στο εξωτερικό, καιρός ήταν να προφυλαχτεί και ο καταναλωτής στην Ελλάδα, αν και με την εφαρμογή του μέτρου προβλέπεται να τρώμε τις σαλάτες μας πιο στεγνές και από την έρημο Σαχάρα...

Οι σημερινοί Έλληνες είναι γενετικά παρόμοιοι με τους Μυκηναίους!


Μεγάλες γενετικές συγγένειες μεταξύ Μυκηναίων και Μινωιτών

Οι Μινωίτες και οι Μυκηναίοι είχαν μεγάλες γενετικές συγγένειες μεταξύ τους παρά τις όποιες διαφορές τους, κατάγονταν και οι δύο κυρίως από τους πρώτους νεολιθικούς γεωργούς στην περιοχή του Αιγαίου, ενώ οι σημερινοί Έλληνες είναι γενετικά παρόμοιοι σε μεγάλο βαθμό με τους Μυκηναίους.
Αυτά είναι τα κυριότερα ευρήματα μιας νέας πρωτοποριακής έρευνας ελλήνων και ξένων επιστημόνων, οι οποίοι για πρώτοι φορά ανέλυσαν το αρχαίο DNA Μυκηναίων και Μινωιτών και το συνέκριναν με άλλους πληθυσμούς και με τους σύγχρονους Έλληνες. Η αρχαιογενετική μελέτη, με επικεφαλής δύο Έλληνες γενετιστές του εξωτερικού, τον Ιωσήφ Λαζαρίδη του Τμήματος Γενετικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ της Βοστώνης και τον Γιώργο Σταματογιαννόπουλο του Πανεπιστημίου Ουάσιγκτον του Σιάτλ, η οποία δημοσιεύθηκε στο κορυφαίο επιστημονικό περιοδικό «Nature», εστίασε στην εποχή του Χαλκού (3η-2η χιλιετία π.Χ.).
Η προέλευση των Μυκηναίων και των Μινωιτών απασχολεί τους αρχαιολόγους για πάνω από έναν αιώνα και οι σχετικές εκτιμήσεις βασίζονταν έως τώρα κυρίως σε αρχαιολογικά και γλωσσολογικά δεδομένα. Η νέα μελέτη ρίχνει πλέον νέο γενετικό φως στην καταγωγή τους, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι οι Μινωίτες – οι δημιουργοί της πρώτης ευρωπαϊκής γραφής (της Γραμμικής Α, που δεν έχει ακόμη διαβασθεί) – είχαν βαθιές ρίζες στο Αιγαίο και δεν προέρχονταν από κάποιον άλλο μακρινό εξελιγμένο πολιτισμό εκτός αιγαιακού χώρου.
Η γενετική ανάλυση συμπεραίνει ότι οι αρχικοί πρόγονοι τόσο των Μινωιτών όσο και των Μυκηναίων ήσαν κατά βάση ντόπιοι γεωργικοί πληθυσμοί από τη νεολιθική Δυτική Ανατολία, την ηπειρωτική Ελλάδα και τα νησιά του Αιγαίου.
Για πρώτη φορά μελετήθηκαν δείγματα αρχαίου DNA από οστά και δόντια 19 ατόμων, μεταξύ των οποίων δέκα Μινωιτών από την Κρήτη, από τις τοποθεσίες της Ιεράς Μονής Οδηγήτριας στα νότια του νομού Ηρακλείου και του σπηλαίου του Αγίου Χαραλάμπους στο οροπέδιο του Λασιθίου (2900-1700 π.Χ.), τεσσάρων Μυκηναίων από την Αργολίδα της Πελοποννήσου και τη Σαλαμίνα (1700-1200 π.Χ.) και τριών κατοίκων της νοτιοδυτικής Ανατολίας στην Τουρκία (2800-1800 π.Χ.). Αυτά τα αρχαία γονιδιώματα συγκρίθηκαν με το αρχαίο DNA 332 ανθρώπων από γειτονικές χώρες και 2.616 συγχρόνων (μεταξύ των οποίων δύο σημερινών Κρητών).
Όπως δήλωσε στο Αθηναϊκό και Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΠΕ-ΜΠΕ) ο Ι. Λαζαρίδης, «οι πρώτοι Νεολιθικοί πληθυσμοί της δυτικής Ανατολίας και της Ελλάδας ήσαν εξαιρετικά ομοιογενείς, απόγονοι ενός κοινού πρωτο-γεωργικού πληθυσμού που εξαπλώθηκε από την 7η χιλιετία π.Χ. ανά την Ευρώπη. Τα νέα δεδομένα της μελέτης μας αποδεικνύουν πως τόσο οι Μυκηναίοι όσο και Μινωίτες προέρχονται κατά βάση, σε ποσοστό 75% έως 85%, από αυτό τον πρωτο-γεωργικό πληθυσμό».

Η ανατολική και η βόρεια γενετική συνεισφορά
Η έρευνα δείχνει ότι τόσο στους Μυκηναίους όσο και στους Μινωίτες υπάρχει επίσης μια μικρότερη ανατολική γενετική επιρροή, σε ποσοστό 10% έως 15%, από τη Δυτική Ασία, η οποία σχετίζεται με τους αρχαίους κατοίκους του Καυκάσου, της Αρμενίας και του Ιράν. Όμως, οι Μυκηναίοι διέφεραν από τους Μινωίτες, επειδή είχαν στο DNA τους και μια βόρεια γενετική «συνεισφορά» από κυνηγούς-τροφοσυλλέκτες της ανατολικής Ευρώπης και της Σιβηρίας.
Αντίθετα, οι Μινωίτες δεν εμφανίζουν τέτοια γενετική κληρονομιά από τους πληθυσμούς των βορείων στεπών. Αυτό, κατά τους ερευνητές, σημαίνει ότι οι μετανάστες-επιδρομείς από το Βορρά εξαπλώθηκαν στην ηπειρωτική Ελλάδα, αλλά δεν έφθασαν έως τη μινωική Κρήτη.
Σύμφωνα με τον κ. Λαζαρίδη, «οι Μυκηναίοι είναι γενετικά παρόμοιοι με τους Μινωίτες, αλλά έχουν κι ένα μικρό ποσοστό προέλευσης, της τάξης του 5% έως 15%, από βόρειους αρχαίους πληθυσμούς της ανατολικής Ευρώπης και Σιβηρίας, το οποίο δεν έχουν οι Μινωίτες. Αυτή η γενετική συνιστώσα φαίνεται πως εξαπλώθηκε μετά το 3.000 π.Χ. δυτικά σε όλη την Ευρώπη, μέσω ποιμενικών πληθυσμών από τις στέπες, που βρίσκονταν βόρεια από τον Εύξεινο Πόντο και την Κασπία».
Όπως αναφέρει ο Έλληνας επιστήμονας, «η ακριβής γεωγραφική προέλευση και η διαδρομή αυτών των βορείων και ανατολικών επιρροών θα διευκρινιστεί καλύτερα στο μέλλον, με δειγματοληψία περισσοτέρων γειτονικών αρχαίων πληθυσμών. Υποδεικνύει πάντως κάποιο βαθμό πληθυσμιακής μετακίνησης προς τον Αιγαιακό χώρο, ένα αρκετά εύλογο συμπέρασμα, αφού η Ελλάδα είναι η γεωγραφική γέφυρα ανάμεσα στην Ευρώπη και στην Ασία».
Η μελέτη δείχνει ότι ‘μετανάστες’ από περιοχές βόρεια και ανατολικά του Αιγαίου μπορεί να συνέβαλαν στην ανάδυση των μεγάλων Αιγαιακών πολιτισμών της Εποχής του Χαλκού κατά τη δεύτερη και τρίτη χιλιετία π.Χ.
Όμως η έρευνα δεν διαπίστωσε κάποιο διακριτό γενετικό «αποτύπωμα» ούτε των Αιγυπτίων ούτε των Φοινίκων στο DNA των Μινωιτών ή των Μυκηναίων.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, «αυτό οδηγεί σε απόρριψη της υπόθεσης ότι οι πολιτισμοί του Αιγαίου δημιουργήθηκαν από μετανάστες που προέρχονταν από παλαιούς πολιτισμούς εκείνων των περιοχών (Μέσης Ανατολής ή Αφρικής)».

Η γενετική συνέχεια των Ελλήνων
Όσον αφορά τους σημερινούς Έλληνες, η έρευνα δείχνει ότι είναι γενετικά παρόμοιοι με τους Μυκηναίους, οι οποίοι ήσαν οι πρώτοι που έγραψαν την Ελληνική γλώσσα με τη Γραμμική Β. Όπως είναι αναμενόμενο, με το πέρασμα του χρόνου έχει σήμερα πια επέλθει μια επιπλέον μείωση της γενετικής επιρροής των πρωτο-γεωργών.
«Το κύριο συμπέρασμα από την μελέτη μας», υπογραμμίζει ο κ. Λαζαρίδης, «είναι πως η πληθυσμιακή ιστορία της Ελλάδας έχει χαρακτηριστικά σημαντικής γενετικής συνέχειας, αλλά όχι πλήρους απομόνωσης».
Οι ερευνητές τονίζουν ότι δυο βασικά ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν μελλοντικά, είναι πότε για πρώτη φορά οι κοινοί «ανατολικοί» πρόγονοι των Μινωιτών και των Μυκηναίων έφθασαν στο Αιγαίο και κατά πόσο οι «βόρειοι» πρόγονοι των Μυκηναίων έκαναν σποραδικές διεισδύσεις στην Ελλάδα για μεγάλο χρονικό διάστημα ή μία γρήγορη και μαζική μετανάστευση, όπως συνέβη στην Κεντρική Ευρώπη.
Άσχετα πάντως με τις απαντήσεις στα δύο αυτά ερωτήματα, οι ερευνητές επισημαίνουν ότι υπήρξαν δύο τουλάχιστον μεταναστευτικά ρεύματα προς το Αιγαίο, ένα από την Ανατολή και ένα από το Βορρά, τα οποία ήλθαν να προστεθούν στην αρχική μετανάστευση και διασπορά στον αιγαιακό και ελληνικό χώρο των εξ Ανατολής πρώτων γεωργών ήδη πολύ πριν την Εποχή του Χαλκού.
Σύμφωνα με τον κ. Λαζαρίδη, «είναι αξιοσημείωτο πόσο συνεχής έχει υπάρξει η κληρονομιά των πρώτων Ευρωπαίων γεωργών στην Ελλάδα και σε άλλες περιοχές της νότιας Ευρώπης, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι πληθυσμοί τους ήσαν πλήρως απομονωμένοι. Οι Έλληνες δεν αναδύθηκαν πλήρως σχηματισμένοι από τα βάθη της προϊστορίας, αλλά στην πραγματικότητα ήσαν πάντα ένας λαός στη διαδικασία του γίγνεσθαι, ένα έργο σε εξέλιξη, καθώς μεταναστευτικά στρώματα δια μέσου των εποχών έρχονταν να προστεθούν, αλλά ποτέ δεν έσβησαν τη γενετική κληρονομιά των πληθυσμών της Εποχής του Χαλκού».
Στη μελέτη συμμετείχαν κορυφαίοι ξένοι επιστήμονες, όπως ο εξελικτικός γενετιστής Ντέηβιντ Ράιχ του Χάρβαρντ και ο Γιοχάνε Κράουζε, διευθυντής του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ για την Μελέτη της Ανθρώπινης Ιστορίας στην Ιένα της Γερμανίας.
Από ελληνικής πλευράς συμμετείχαν επίσης οι Γιάννης Σταματογιαννόπουλος και Δήμητρα Λοτάκη (Πανεπιστήμιο Ουάσιγκτον), Γιάννης Μανιάτης (Εργαστήριο Αρχαιομετρίας «Δημόκριτου»), Μανώλης Μιχαλοδημητράκης (Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Κρήτης), Γιώργος Κορρές (Τμήμα Αρχαιολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών) και οι αρχαιολόγοι Γιάννης Τζεδάκης, Αντώνης Βασιλάκης, Αναστασία Παπαθανασίου και Ελένη Κονσολάκη-Γιαννοπούλου.

ΠΗΓΗ:http://www.archaiologia.gr

Κυριακή 13 Αυγούστου 2017

Χέστηκε η φοράδα στ' αλώνι, πως βγήκε η έκφραση!

Αποτέλεσμα εικόνας για αλωνισμα πινακας

Αρχαία ελληνικήνπαραλλαγή: «Κέχωδεν η φορβάς εν τη άλω»
Καθαρευουσιάνικη παραλλαγή: «Εχέσθη η φορβάς εν αλωνίω».


Παλαιότερα που στην Ελληνική επαρχία ακόμη καλλιεργούσαν σιτηρά, τώρα τα εισάγουμε - άρα εσμέν εξυπνότεροι- από Ρωσία και Καναδά, μετά τον θέρο ερχόταν η ώρα του αλωνίσματος. Το αλώνισμα ήταν μια επίπονη και κοπιαστική εργασία που ήταν το αποκορύφωμα του αγροτικού μόχθου για την παρασκευή του σημαντικότερου μέσου σίτισης, του άρτου.
Ως είθισθαι ήταν μαζική και ομαδική εργασία και απαιτούσε χώρο για την τέλεσή της, το αλώνι. Το αλώνι ήταν χωμάτινος, στην αρχή - πέτρινος μετέπειτα - κυκλικός χώρος με έναν στύλο στην μέση που λειτουργούσε ως οδηγός κίνησης του ζώου. Προετοιμάζονταν πριν το αλώνισμα με επιμελές σκούπισμα και άλειμμα με ασβουνιά από αγελάδες που άφηνε μια δυνατή κρούστα και απέτρεπε τον καρπό του δημητριακού να έρθει σε επαφή με το χώμα. Στα πέτρινα ένα σκούπισμα ήταν αρκετό. Κατά την τέλεση της εργασίας ο φόβος και ο τρόμος των αγροτών ήταν ο κίνδυνος αφόδευσης του ζώου, ή των ζώων που κατέστρεφε μέρος του καρπού.
Εκτός  χρόνου εργασίας τα ζωντανά ενθυμούμενα τον χώρο πήγαιναν και αφόδευαν χωρίς όμως να αποτελεί, πλέον, πρόβλημα με αποτέλεσμα να είναι αδιαφορο για τους αγρότες και έτσι βγήκε, κάπου στην ελληνική επικράτεια η έκφραση "χέστηκε η φοράδα στ΄αλώνι".
Η έκφραση έκτοτε δηλώνει ότι αυτό που ακούστηκε είναι αδιάφορο ή κοινότοπο ή πράξη ασήμαντη και ανάξια λόγου, και γι αυτό το ίδιο σημαντικό με το ότι η φοράδα έχεσε στο αλώνι, δραστηριότητα στην οποία τα ζώα επιδίδονται όπου βρεθούν κι όπου σταθούν.

Σάββατο 12 Αυγούστου 2017

Φραγκοκρατία στον Μοριά (Μέρος Β)!

Μέρος Α:  Φραγκοκρατία στον Μοριά: η αρχή και ο Γοδεφρείδος Βιλλεαρδουίνος!
http://bitzimbardi.blogspot.gr/2017/04/blog-post.html

Αποτέλεσμα εικόνας για φραγκοκρατια στον μοριά

Η συνθήκη της Σαπιέντζας
Με τη Συνθήκη αυτή, ο Γοδεφρείδος διέγραψε όλες τις απαιτήσεις του από τη Μεθώνη και την Κορώνη, που το έδαφός τους έφτανε βόρεια σχεδόν ως το Ναβαρίνο (Πύλο). Οι δύο αυτές πόλεις αποτελούσαν για τους Βενετούς "αποθήκη και ειδικό σταθμό εφοδιασμού για τις γαλέρες, τα πλοία και τα σκάφη στο δρόμο τους για την Ανατολή". Επίσης ο Γοδεφρείδος υποσχέθηκε να κατακτήσει όλα τα μέρη που δεν ανήκαν ακόμη σ' αυτόν και να παραχωρήσει το 1/4 από αυτά στους Βενετούς. Επίσης χορήγησε ελευθερία εμπορίου στους Βενετσιάνους σε όλη την επικράτειά του.
Τελικά, μόνο η Μονεμβασιά έμεινε σε ελληνικά χέρια ως το 1249, οπότε, μετά από στενή πολιορκία τριών ετών και αφού οι κάτοικοί της από την πείνα "εφάγασι τους ποντικούς ομοίως τα κατσία (γάτες)", έπεσε στα χέρια των Φράγκων.
Η συμφωνία παραλίγο να χαλάσει, όταν ένας ξάδελφος του Σαμπλίτ, ο Ροβέρτος, ξεκινά για τον Μοριά, προκειμένου να αναλάβει αυτός την ηγεμονία. Κατά την αναχώρηση του Σαμπλίτ είχε γίνει συμφωνία πως κάθε νόμιμος απαιτητής όφειλε να έρθει στον Μοριά μέσα σε ένα χρόνο και μια μέρα. Αλλιώς οποιαδήποτε απαίτηση θα παραγραφόταν. Ο Ροβέρτος έφτασε στη Βενετία. Εκεί, μετά από συμφωνία με τον Γοδεφρείδο, ο πανούργος δόγης, με διάφορες προφάσεις, δεν τον άφηνε να φύγει. Πέρασαν δύο μήνες, όταν τελικά ο Ροβέρτος μπόρεσε να επιβιβαστεί σε ένα καράβι για τον Μοριά. Ο πλοίαρχός του πήρε εντολή να τον εγκαταλείψει στις ακτές της Κέρκυρας(!) και να ενημερώσει τον Γοδεφρείδο.
Τελικά με ένα απουλικό καράβι, ο Ροβέρτος έφτασε στη Γλαρέντζα (Κυλλήνη), δώδεκα μέρες πριν τη λήξη της προθεσμίας. Μαθαίνοντας ότι ο Γοδεφρείδος ήταν στην Ανδραβίδα, έστειλε αγγελιοφόρο με την παράκληση να του σταλούν άλογα για τη διαδρομή του. Ο αγγελιοφόρος δεν βρήκε τον Γοδεφρείδο στην Ανδραβίδα. Φτάνοντας σ' αυτήν, ο Ροβέρτος έγινε δεκτός από τον φρούραρχο και τους προύχοντες της πόλης με τιμές. Έλαβε από τον φρούραρχο πιστοποιητικό για τον χρόνο άφιξής του στη χώρα. Ο Γοδεφρείδος είχε μετακινηθεί στο Βλισίρι, κοντά στο Κατάκωλο και ακολουθώντας παρελκυστική τακτική, δέχτηκε τελικά τον Ροβέρτο στη Λακεδαιμονία μετά τη λήξη της προθεσμίας. Εκεί συνήλθε συνέλευση των Βαρόνων για να εξετάσει τους τίτλους του απαιτητή. Η συνέλευση έκρινε ότι η προθεσμία είχε λήξει πριν από δύο εβδομάδες και ο Ροβέρτος είχε χάσει τα δικαιώματά του. Έτσι ο ξάδελφος του Σαμπλίτ, αφού δεν δέχτηκε να παραμείνει στον Μοριά, επέστρεψε στη Γαλλία.
Η αλήθεια είναι ότι οι βαρόνοι προτιμούσαν σαφώς να αναλάβει την ηγεμονία ο θαρραλέος και πανούργος Γοδεφρείδος παρά ο νεαρός, άπειρος και με πλήθος άπειρων ακολούθων Ροβέρτος. Έτσι ο Γοδεφρείδος Α' Βιλλεαρδουίνος από ναυαγός στη Μεθώνη έγινε κύριος όλης της Πελοποννήσου, καθώς το 1210 κατέλαβε την Κόρινθο και λίγο αργότερα, με τη βοήθεια των Βενετών, το Ναύπλιο και το Άργος. Ο πάπας Ιννοκέντιος Γ' τον είχε ήδη αναγνωρίσει ως "ηγεμόνα της Αχαΐας" από το 1209.
Πηγές: William Miller "Η Φραγκοκρατία στην Ελλάδα", ελληνική  έκδοση 1990, Χρονικόν του Μορέως

Σάββατο 29 Ιουλίου 2017

Βαχίτ Τουρσούμ: "Η μητρική μας γλώσσα δεν ήταν τουρκική. Τα ποντιακά είχαμε ως μητρική. Ρωμαίικα την ονομάζαμε εμείς".


Mε αφορμή μια δήλωση του Ερντογάν, όπου μεταξύ άλλων τα εδάφη της  Ελλάδας τα ανάφερε ως «εδάφη γκιαούρηδων«, ας θυμηθούμε ένα παλιό άρθρο του Βαχίτ Τουρσούμ. Είναι Ελληνόφωνος μουσουλμάνος από τον Πόντο, ο οποίος  αναζήτησε στην Ελλάδα τις ρίζες του. Ο ίδιος θεωρείται ανεπιθύμητος από τους φανατικούς γιατί αφιέρωσε την ζωή του στη διάσωση της ποντιακής διαλέκτου. Η επίσημη Τουρκία θεωρεί τους ποντιόφωνους στη Μαύρη Θάλασσα Τούρκους, που μιλούν μια «περίεργη» γλώσσα και ο Βαχίτ εργάστηκε συστηματικά για να γράψει και να εκδόσει ένα λεξικό για την μητρική του γλώσσα. Μια από τις καταγωγές του Ερντογάν είναι ρωμαίικη και ουδεμία φυλετική προέλευση έχει από τις τουρκικές εθνοτικές ομάδες. Αυτή ακριβώς είναι και η εξήγηση της ακραίας ισλαμικής του καθήλωσης. Το Ισλάμ για τον Ερντογάν λειτουργεί ως ένα σημείο αναπλήρωσης της ταυτότητας. Μιας ανάγκης για αναπλήρωση που προκύπτει από τη γνώση της δικιάς του εθνοτικής προέλευσης. Τον Φεβρουάριο του 2007 η τουρκική εφημερίδα «Ραντικάλ» δημοσίευσε ολοσέλιδο άρθρο του Vahit Tursun, ελληνόφωνου από την περιοχή Οφη Τραπεζούντας, με τίτλο «Τα Ρωμαίικα της Ανατολής πεθαίνουν». Το άρθρο αναφερόταν στο χωριό Οτσενα της Τραπεζούντας, όπου ένας πανάρχαιος πολιτισμός -ο ελληνικός- ψυχορραγεί και μία γλώσσα -η ελληνική- αργοσβήνει. Στις 11 Νοεμβρίου η εφημερίδα φιλοξένησε νέο άρθρο του Tursun, με τίτλο «Το τίμημα της γλώσσας», στο οποίο ο αρθρογράφος μιλάει για τα αισθήματα που προκαλεί το γεγονός, ότι έπρεπε από μικρός να καταπνίγει τη γλώσσα, που έμαθε, όπως και τα συναισθήματά του.
Αυτό το άρθρο του δημοσιεύθηκε στη μεγάλης κυκλοφορίας κεντροαριστερή εφημερίδα της Τουρκίας Radikal, στις 11 Νοεμβρίου 2007. Τουρκική εφημερίδα Radikal, 11 Νοεμβρίου 2007. Ο αρθρογράφος Vahit Tursu είναι ελληνόφωνος από την περιοχή Οφη Τραπεζούντας. Το τίμημα της γλώσσας άρχιζε από το σχολείο Ελευθερία… Μια αίσθηση που είναι αδύνατο να την εξηγήσει κανείς. Ομως ο καθένας προσπαθεί να την περιγράψει χωρίς να την έχει κατανοήσει καλά. Είναι σαν τη φωτιά, που σε ζεσταίνει και σε καίει ανάλογα με τη χρήση της. Είναι σαν το ριπίδιο, που στη μία άκρη του βρίσκεται η στέρηση που δημιουργεί αγανάκτηση και στην άλλη η κατάχρηση που την υποδαυλίζει ολέθρια. Ο Πλάτωνας λέει ότι: «Η πολύ ελευθερία στον άνθρωπο και το κράτος μετατρέπεται σε σκλαβιά». Ενώ ο Επίκτητος επαναστατεί κατά του ίδιου του θεού του, λέγοντας: «Μπορείτε να μου περάσετε δεσμά στα πόδια, αλλά όχι στην πίστη μου. Ούτε ο Δίας μπορεί να με νικήσει». Ετσι, επί χιλιάδες χρόνια συναντάμε το αίτημα της ελευθερίας στο γραπτό και προφορικό λόγο, στην ιστορία, στην ποίηση, στη φιλοσοφία, στις παροιμίες, στην κλαγγή των όπλων. Για μένα η ελευθερία είναι δώρο της Φύσης, που όσο το μοιράζεσαι με τους άλλους, τόσο το χαίρεσαι και ο ίδιος. Οσο το στερείς από τους άλλους, τόσο το στερείσαι και εσύ. Η ανθρωπιά, η φιλία και η αδελφοσύνη μόνο κάτω από συνθήκες ελευθερίας μπορούν να επικρατήσουν. Αν και η ελευθερία πιάνεται και δεσμεύεται, πάλι ελεύθερο θα έρθει στον κόσμο, το κάθε παιδί που γεννιέται. Ετσι και εμείς, όπως όλα τα παιδιά, ελεύθεροι γεννηθήκαμε στο χωριό μας. Σε έναν πανέμορφο οικισμό πάνω στα βουνά. Ενας οικισμός που ανήκει στην κωμόπολη Κατωχώρι της Τραπεζούντας και λέγεται Οτσενα. Η μητρική μας γλώσσα δεν ήταν τουρκική. Τα ποντιακά είχαμε ως μητρική. Ρωμαίικα την ονομάζαμε εμείς. ΚΕΡΑΣΟΥΝΤΑ / GIRESUN. Άποψη της πόλης από το Κάστρο. Φωτογραφία Δήμητρα Στασινοπούλου Τα Ρωμαίικα ήταν για μας μέσον έκφρασης του φλερταρίσματος της αλληλεγγύης και βοήθειας, του χαμόγελου και της ευτυχίας. Ήταν δρόμος που μας οδηγούσε στην αγάπη και στον έρωτα. Για πρώτη φορά, στο δημοτικό σχολείο βιώσαμε το πρόβλημα με τη γλώσσα μας. Ο κάθε δάσκαλος που διοριζόταν στο σχολείο μας, απαγόρευε την ομιλία στη μητρική μας. Κάποτε μας εκφόβιζε και κάποτε μας έδερνε για να μη την μιλάμε. Ζητούσε να καταγγείλουμε αυτόν που μιλούσε Ρωμαίικα, αλλά δεν τον ακούγαμε. Συνεχίζαμε να αστειευόμαστε και να παίζουμε, να μαλώνουμε και να τα βρίσκουμε με τη μητρική μας γλώσσα. Με τον καιρό, αρχίσαμε να αναρωτιόμαστε για τη μητρική μας γλώσσα. Ρωτούσαμε τους μεγάλους, τι γλώσσα μαθαίναμε και τι μιλούσαμε. Μάθαμε πως λεγόταν «Τούρκτσε» αυτή που μαθαίναμε και «Ρούμτζε» αυτή που μιλούσαμε. Όμως, στο ερώτημα γιατί μαθαίναμε ενώ μιλούσαμε άλλη γλώσσα, ποτέ δεν υπήρξε ικανοποιητική απάντηση. Αυτό που συχνά επαναφερόταν σαν απάντηση ήταν «με τα Ρωμαίικα άνθρωπος δεν γίνεσαι». Είναι άγνωστο αν μορφωθήκαμε και γίναμε άνθρωποι ή όχι, όμως τελειώνοντας το δημοτικό, γνωριστήκαμε με τα Τουρκικά. Υποκρινόμενοι σαν χαμαιλέοντες Μεγαλώνοντας αρχίσαμε να αναρωτιόμαστε για τη μητρική μας γλώσσα και γενικά για την καταγωγή μας πιο επίμονα. Γιατί μιλούσαμε Ρωμαίικα, σε μία χώρα που μιλάνε Τουρκικά; Ολοένα ξεφύτρωναν στο νου μας διάφορες ερωτήσεις γύρω από το τι ήμασταν, ποιοι ήμασταν και ποιοι ήταν οι πρόγονοί μας. Ο καθένας προσπαθούσε να πει κάτι. Κάποιοι λέγανε αυτά που είχαν ακούσει από τους γονείς και τους παππούδες τους και κάποιοι βγάζανε τα δικά τους συμπεράσματα. Ομως, κάθε φορά που άνοιγε και έκλεινε το κεφάλαιο αυτό, καταλήγαμε σε μία εκτίμηση, πως πρέπει να έχουμε σχέση με τους Ρωμιούς και φυσικά με την Ελλάδα. Η πιο αναπάντητη ερώτηση που μας τυραννούσε ήταν: είμαστε τα εγγόνια των Ελλήνων, που εξισλαμίσθηκαν ή τα εγγόνια των Τούρκων που μάθανε τα Ρωμαίικα από Έλληνες. Τα παιδικά μας χρόνια πέρασαν με αυτές τις ερωτήσεις και με τις ανικανοποίητες απαντήσεις. Πικρία Με τη μητρική μας γλώσσα ζήσαμε προβλήματα και στην ξενιτιά που πήγαμε. Κάθε φορά που μαζευόμασταν και μιλούσαμε Ρωμαίικα με τους χωριανούς μας, η πρώτη ερώτηση αυτών που καταλάβαιναν ότι μιλάμε μία ξένη γλώσσα ήταν «τι γλώσσα μιλάτε;». Όταν τους απαντούσαμε «μιλάμε Ρωμαίικα», δεχόμασταν άλλες ερωτήσεις και διάφορες αντιδράσεις. Έτσι για πρώτη φορά, με τους ανθρώπους που συναντήσαμε στην ξενιτιά, αρχίσαμε πραγματικά να αισθανόμαστε την πικρία της μειονεκτικότητας. Κάθε φορά που γινότανε λόγος για τους Έλληνες, ο ισχυρισμός ότι «οι Έλληνες είναι λαός άναντρος και εχτρός» μας τραυμάτιζε ψυχολογικά. Πληγωνόμασταν με τη σκέψη ότι ο ισχυρισμός αυτός μπορεί να ισχύει και για μας, εφόσον μιλάμε, αν όχι την ίδια, μία άλλη διάλεκτο της ίδιας γλώσσας που μιλάνε και οι Ελληνες. Γι’ αυτό και με τον καιρό, αρχίσαμε να κρύβουμε την αλήθεια και κάθε φορά που μας ρωτούσανε για τη γλώσσα μας, λέγαμε ότι είναι Λαζικά. Γιατί, όταν τους λέγαμε πως είμαστε από τη Μαύρη Θάλασσα, νομίζοντας ότι είμαστε Λαζοί, χαιρόντουσαν. Τα προβλήματα που ζούσαμε με τη μητρική μας γλώσσα, συμπληρώνονταν με τα έργα που παρακολουθούσαμε στην τηλεόραση. Οταν βλέπαμε έργα με θέμα πολέμους μεταξύ Βυζαντινών και Τούρκων, ή μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων, εμείς πληγωνόμασταν. Διότι, όταν βλέπαμε την τραγικοκωμική κατάσταση των Ελλήνων στη σκηνή, ο νους μας μάς έφερνε στο δίλημμα να πάρουμε θέση: με σωστούς, τίμιους, ήρωες Τούρκους, ή με ανίκανους πολεμιστές, δολοπλόκους, ψεύτες και το χειρότερο, με «γκιαούρηδες» τους Έλληνες, όπως παρουσιάζονταν στο έργο. Ελα που η μητρική μας γλώσσα, δεν μας άφηνε. Ήταν εμπόδιο στο να διαλέξουμε μεταξύ Τούρκων και Ελλήνων. Μέσα σε αυτό το δίλημμα, ζούσαμε ψυχικές καταστάσεις που ίσως δεν έχει ζήσει η ανθρωπότητα στην ιστορία της. Παρακολουθώντας το έργο, από τη μία υποστηρίζαμε τους ήρωες Τούρκους, από την άλλη μας βασάνιζε μια αίσθηση ανεξήγητης ενοχής. Για να κρύβουμε την κατάσταση μας αυτή, προσπαθούσαμε να δείξουμε περισσότερη χαρά στον ηρωισμό των Τούρκων, διαμορφώνοντας τους μυς του προσώπου μας διαφορετικά από αυτό που σηματοδοτούσε ο εγκέφαλός μας. Σε αυτή την επίδοσή μας, μπορούσαν να μας ζηλέψουν και οι χαμαιλέοντες. Σήμερα Στο σήμερα που φτάσαμε, ο Ελληνόφωνος πληθυσμός του Πόντου, που πιάστηκε στη μέγκενη ανάμεσα στην αγάπη προς τη μητρική του γλώσσα και σε μια καταραμένη ταυτότητα, αδυνατεί πια να αντεπεξέλθει. Ηδη αρκετοί συμπολίτες μας άρχισαν να μαθαίνουν Τουρκικά στα παιδιά τους από τη γέννησή τους. Ακόμη και τα ρατσιστικά λόγια, συνθήματα και οι εθνικιστικές προπαγάνδες που έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, κοντεύουν να σβήσουν από την ιστορία έναν ολόκληρο λαό, με έναν πανάρχαιο πολιτισμό. Το να εξαφανίζεται ένας πολιτισμός, ισούται με το να εξαφανίζεται ένας λαός. Ποιος θα πληρώσει μπροστά στην ιστορία γι’ αυτό το έγκλημα δεν ξέρω.
ΠΗΓΗ: ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ

Τετάρτη 5 Ιουλίου 2017

Το ντοπάρισμα στην αρχαιότητα!

Το ντοπάρισμα των αθλητών και η δωροδοκία με σκοπό τη νίκη εμφανίστηκαν στους στίβους της αρχαιότητας μετά τον Πελοποννησιακό πόλεμο, την «αυτοκτονία της Ελλάδας», όπως τον χαρακτήρισε διάσημος ιστορικός (έληξε το 404 π.Χ.). Ως τότε κι από τα βάθη των αιώνων, από κανενός το μυαλό δεν μπορούσε να περάσει η σκέψη να παραπλανήσει τους κριτές (Ελλανοδίκες). Όμως, μετά το τέλος του σχεδόν 30χρονου αιματηρού εμφύλιου πολέμου, δεν ήταν λίγοι εκείνοι που αναζητούσαν την κοινωνική καταξίωση με μια νίκη σε κάποιον από τους πανελλήνιους αγώνες, τους Ολυμπιακούς κατά προτίμηση. Περίπου τον ίδιο καιρό εμφανίστηκαν και οι επαγγελματίες αθλητές.
Ήταν η εποχή που ο πιο αναγνωρισμένος γιατρός της αρχαιότητας, ο Ιπποκράτης (πέθανε το 377 π.Χ.), αμφισβητούσε τη ρήση «νους υγιής εν σώματι υγιεί» και δίδασκε ότι δεν είναι η άθληση που εξασφαλίζει την υγεία αλλά το μέτρο στην εργασία, στο φαγητό, στον ύπνο και στον έρωτα. Μισόν αιώνα αργότερα, ο Αριστοτέλης (384 – 322 π.Χ.) περιέγραφε τα ορατά αποτελέσματα από την ειδική δίαιτα, στην οποία υποβάλλονταν οι αθλητές: Παραμορφωμένα πρόσωπα που έμοιαζαν με ζώων. Και, έπειτα από αρκετούς αιώνες, ο επίσης αναγνωρισμένος γιατρός της αρχαιότητας, Γαληνός (128 – 200), δίδασκε ότι η πολύωρη καθημερινή άθληση δε βοηθά τη φυσική ομορφιά, καθώς οι απαιτήσεις πολλών αγωνισμάτων συχνά παραμορφώνουν το πρόσωπο και το σώμα των αθλητών.
Στην Ολυμπία, ο έλεγχος των αθλητών ήταν ασφυκτικός. Τα «διατροφικά συμπληρώματα» ξεκινούσαν από ένα κοκτέιλ «μέλι με σύκα» κι έφταναν στο κρέας ταύρου, ενώ οι πιο ριψοκίνδυνοι έπιναν ούρα από γνωστά για τη δύναμή τους ζώα, θεωρώντας ότι περιείχαν τις ουσίες εκείνες που τα έκαναν δυνατά (σήμερα γνωρίζουμε ότι η τεστοστερόνη παράγεται από τον διάμεσο ορχικό ιστό του ανθρώπου, αυτόν που ονομάζουμε κύτταρα του Λάιντιχ). Στην Ολυμπία άλλωστε, οι αθλητές έπρεπε να φτάσουν ένα μήνα πριν από την έναρξη των αγώνων. Τους συνόδευαν οι γυμναστές ή, των παίδων, οι πατέρες ή μεγαλύτερα αδέλφια. Στον μήνα αυτό, διδάσκονταν τους κανονισμούς των αθλημάτων, παρακολουθούσαν αγώνες κι έμεναν απομονωμένοι σε ιδιαίτερο κτίριο της Ήλιδας. Η δήλωση συμμετοχής γινόταν ένα χρόνο πριν και καταγραφόταν σε ειδικές λίστες. Υπεύθυνη για την οργάνωση των αγώνων ήταν η Ολυμπιακή Βουλή, ενώ κριτές ήταν οι Ελλανοδίκες, μέλη της αρμόδιας επιτροπής (δυο αρχικά, δέκα στη συνέχεια, δώδεκα έπειτα και, από το 348 π.Χ., πάλι δέκα). Εκλέγονταν με κλήρο ανάμεσα στους Ηλείους και είχαν απόλυτη εξουσία.
Απέρριπταν αθλητές που δεν είχαν τα κατάλληλα να αγωνιστούν προσόντα, απέκλειαν όσους υπέπιπταν σε παραπτώματα και τιμωρούσαν με πρόστιμα ή και με δημόσια μαστίγωση τους παραβάτες των κανονισμών. Παραβάσεις ήταν η αργοπορημένη προσέλευση, η μη υπακοή στις εντολές, η μη τήρηση των κανονισμών διεξαγωγής των αθλημάτων και η δωροδοκία είτε για να αφεθεί αθλητής να νικηθεί είτε για ευνοϊκή μεταχείριση. Σε περίπτωση δωροδοκίας, έπεφτε τόσο βαρύ πρόστιμο στον αθλητή και στην πόλη του, ώστε με τα χρήματα που εισπράττονταν, ανεγείρονταν αγάλματα του Δία, οι Ζάνες (από τον πληθυντικό της λέξης Ζευς) πάνω σε ειδικά βάθρα. Βρέθηκαν 17 βάθρα Ζανών που σημαίνει ότι τόσες δωροδοκίες τιμωρήθηκαν στα 1169 χρόνια που κράτησαν οι Ολυμπιάδες. Πρώτο κρούσμα δωροδοκίας αποκαλύφθηκε το 388 π.Χ. (16 χρόνια μετά το τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου). Δεύτερο, είκοσι χρόνια αργότερα (368 π.X.), όταν κατασκευάστηκαν δύο Ζάνες από πρόστιμα που επέβαλαν οι Ελλανοδίκες σε δύο Ρόδιους παλαιστές που, κατά τον Παυσανία, πιάστηκαν επ’ αυτοφώρω (ο Φιλόστρατος να δωροδοκεί τον Εύδηλο). Το επόμενο κρούσμα συνέβη μετά από 36 χρόνια (332 π.Χ.). Η δυσφήμιση του αθλητή αλλά και της πόλης την οποία εκπροσωπούσε και το στίγμα της «πλαστής νίκης» απέτρεπαν την απόπειρα δωροδοκίας παρ’ όλο που ο δεκασμός για τους αρχαίους Έλληνες ήταν σε πολλές περιπτώσεις τρόπος ζωής.
Έφεση κατά μιας απόφασης των Ελλανοδικών (των οποίων το σκεπτικό απαγορευόταν να γνωστοποιηθεί) επιτρεπόταν μόνο στην Βουλή της Ήλιδας. Στη συντριπτική πλειοψηφία τους όμως, οι αποφάσεις γίνονταν αποδεκτές. Οι Ελλανοδίκες ήταν αναγνωρισμένα αμερόληπτοι και αδέκαστοι.
Στην Αρχαία Ρώμη, το ντοπάρισμα ήταν περίπου νόμιμο. Στα άλογα των ιπποδρομιών χορηγούσαν «υδρομέλας» (ένα οινοπνευματώδες ποτό που παράγεται από την αλκοολική ζύμωση διαλύματος μελιού σε νερό). Το πόσο αποτελεσματικό ήταν φαίνεται και από το γεγονός ότι το έπιναν και οι στρατιώτες, πριν από τη μάχη. Τον Α’ μ.Χ. αιώνα, για να αυξήσουν τη μυϊκή τους μάζα, οι Έλληνες αθλητές προτιμούσαν να πίνουν εκχύλισμα από το φυτό «υπουρίς», είδος φτέρης, βασικού συστατικού από την οποία σήμερα παράγεται το οργανικό καύσιμο τύρφη. Ένα μείγμα κρασιού και στρυχvίvnς (δηλητηρίου που σε μικρές δόσεις λειτουργεί ως διεγερτικό) δινόταν σε νεαρούς αθλητές στις αρχαίες Ολυμπιάδες.
Εκεί όμως που το ντοπάρισμα έδινε και έπαιρνε, ήταν στο αγώνισμα της πάλης. Νικητής αναδεικνυόταν όποιος έριχνε τον αντίπαλό του στο έδαφος τρεις φορές καθώς οι αθλητές έπρεπε να παλεύουν όρθιοι. Αναπτύχθηκαν δυο τεχνικές: Του συνδυασμού ταχύτητας, ευκινησίας και ευστοχίας που χαρακτήριζε κυρίως τους αθλητές του πένταθλου (όπου ένα από τα αθλήματα ήταν και η πάλη) και της δύναμης που κυρίως χρησιμοποιούσαν οι μόνο παλαιστές. Η πρώτη τεχνική ήταν δημοφιλής στους Αθηναίους, η δεύτερη στους Σπαρτιάτες. Με τον Μίλωνα τον Κροτωνιάτη ονομαστό για τη δύναμή του Ολυμπιονίκη, κυρίαρχο του αγωνίσματος για 24 συναπτά χρόνια (540 – 516 π.Χ.). Κάποια φορά σήκωσε και περιέφερε στα χέρια του ένα ταύρο ζωντανό, μετά τον έσφαξε, τον έψησε και τον έφαγε μόνος του. Κάποια άλλη, σήκωσε τον ανδριάντα του και τον μετέφερε μόνος του στην Άλτη. Και κάποια τρίτη, στήθηκε όρθιος πάνω σε ένα δίσκο αλειμμένο με λάδι χωρίς κανένας από όσους προσπάθησαν να μπορέσει να τον μετακινήσει από εκεί. Το αγώνισμα της πάλης ήταν τόσο δημοφιλές ώστε συντηρούσε στρατιές επαγγελματιών παλαιστών, σωστών θηρίων σε όγκο και δύναμη.


historyreport