Ο Παναγής Κουταλιανός γεννήθηκε το 1853 στην
Κούταλη, ένα χωριό στην Προποντίδα. Σύμφωνα με την προφορική παράδοση, λίγο
πριν φύγει από τον τόπο του, έσκισε στα δυο έναν Τούρκο, ο οποίος του έκλεψε τα
ρούχα, όταν έκανε μπάνιο στο ποτάμι. Κυνηγημένος, γύρισε σε αρκετές χώρες και
κέρδισε τον επιούσιο, επιδεικνύοντας την δύναμή του. Η περιπλάνησή, τον οδήγησε
στο μακρινό Μοντεβιδέο της Λατινικής Αμερικής. Εκεί, έγινε παλαιστής και άρχισε
να χτίζει τη φήμη του. Μετά τις πρώτες νίκες, το όνομά του έγινε συνώνυμο της
δύναμης. Οι συγγραφείς της εποχής, παρουσίαζαν έναν υπεράνθρωπο, που πάλευε σε
όλο τον κόσμο, με τους πιο απίθανους αντιπάλους και έκανε επιδείξεις μυϊκής
δύναμης, που παρόμοιες δεν είχαν ξαναδεί τα μάτια τους. Τα κατορθώματά του
έμοιαζαν απίστευτα. Μετακινούσε τεράστιες πέτρες και πάλευε με άγρια ζώα.
Ξάπλωνε στο έδαφος, του έβαζαν πάνω στο στομάχι βράχους και τους έσπαγαν με
βαριοπούλες, χωρίς να τραυματίζεται. Στις εμφανίσεις του, φορούσε πάντα το
δέρμα μιας τίγρης, που είχε σκοτώσει μόνος του.
Ωστόσο, κανείς δε γνωρίζει που σταματάει η υπερβολή
και που αρχίζει η πραγματικότητα. Ο Κωστής ο Παλαμάς, ο ποιητής, σε ένα από τα
διηγήματά του, αναφέρει την συνάντησή του με τον Κουταλιανό στην Αθήνα. Τότε
που ήταν γνωστός από την Ινδία μέχρι την Αμερική. Μιλάμε