ΤΡΥΠΗΤΗ(ΎΠΑΝΑ, ΙΣΟΒΑ 'Η ΜΠΙΤΖΙΜΠΑΡΔΙ ): " Ίσταται κατά τον βορράν, στηριζόμενο επί φυσικού μπαλκονίου, εξόχως μεγαλοπρεπής και η περικλείουσα αιώνια βλάστηση αποτελεί τον μανδύα του. Αυτός λάμπει και απαστράπει εις όλα τα παιχνίδια των χρωμάτων εις καθημερινό θέαμα και ακτινοβολεί ως φαιοπράσινη φλόγα υπό τας πρωϊνάς αχτίδας του ηλίου".

''Πρός άρκτον δ' 'ομορα ήν τω Πύλω δύο πολίδια Τριφυλιακά 'Υπανα και Τυπανέαι και ποταμοί δε δύο εγγύς ρέουσι, ο τε Δαλίων (Διάγων) και ο Αχέρων εκβάλοντες εις τον Αλφειόν"
(Στράβων Η΄3,15)

ΤΡΥΠΗΤΗ :ΤΟ ΜΠΑΛΚΟΝΙ ΤΟΥ ΑΛΦΕΙΟΥ

ΤΡΥΠΗΤΗ :ΤΟ ΜΠΑΛΚΟΝΙ ΤΟΥ ΑΛΦΕΙΟΥ
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΗΛΕΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΗΛΕΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 20 Φεβρουαρίου 2024

"Γειά σου Αμαλιάδα με τα ...ηλεκτρικά σου"!

 


ÃåéÜ óïõ ÁìáëéÜäá ìå ôá...çëåêôñéêÜ óïõ. Ç éóôïñßá ðïëëÝò öïñÝò     êáôáãñÜöåé êùìéêïôñáãéêÜ ãåãïíüôá ôá ïðïßá ìÝíïõí áíåîßôçëá óôï      ÷ñüíï áðü óôüìá óå óôüìá êáé ü÷é êáôáãåãñáììÝíá áðü ôçí ðÝíá       êÜðïéïõ óõããñáöÝá. Óôçí óõãêåêñéììÝíç ðåñßôðôùóç ï áóôéêüò ìýèïò áíáöÝñåé ðùò êÜðïõ óôéò áñ÷Ýò ôçò äåêáåôßáò ôï '20 ç ÁìáëéÜäá Þôáí Ýíá ÷ùñéü êõñéïëåêôéêÜ óôï óêïôÜäé áöïý äåí õðÞñ÷å öùôéóìüò êáé ç    ôüôå êïéíïôéêÞ áñ÷Þ ìå åðéêåöáëÞò ôïí Âáóòßëç Ìïó÷üâá, Ýêáíå      óêÝøåéò ãéá çëåêôñïöùôéóìü ôçò ðüëçò. ¸íáò Áìáëéáäáßïò ðïõ æïýóå  ÷ñüíéá óôçí ÁèÞíá åß÷å áêïýóåé ôá íÝá ðåñß çëåêñïöùôéóìïý ôçò      ãåííåôåéñÜò ôïõ êáé ðßóôåøå ðùò áõôü åß÷å ðñáãìáôïðïéçèåß. Ìå ôçí     ðñþôç åõêáñßá åðéâïâÜæåôáé óôï ôñÝíï êáé ðáßñíåé ôïí...äñüìï (ãñáììÝò) ãéá ôçí ÁìáëéÜäá, óôï ôáîßéäé áðïêïéìÞèçêå êáé óôïí óôáèìü           ÁìáëéÜäáò äåí êáôÝâçêå ðïôÝ, áëëÜ îýðíçóå ëßãï ðñéí ôïí Ðýñãï êáé  ôï óêïôÜäé åß÷å ðÝóåé. ÖèÜíïíôáò óôçí ðñùôåýïõóá ôçò Çëåßáò ôçí åßäå çëåêôñïöùôéóìÝíç êáé áíáöþíçóå åíèïõóéáóìÝíïò, "ãåéá óïõ          ÁìáëéÜäá ìå ôá çëåêôñéêÜ óïõ".

ÌåôÜ ôïí çëåêôñïöùôéóìü ôçò ÁìáëéÜäáò óôáìÜôçóå íá ÷ñçóéìïðïéåßôáé ç öñÜóç áðü ôïõò Ðõñãéþôåò ðñïò ôïõò Áìáëéáäáßïõò áëëÜ áðü ôïõò     ßäéïõò ôïõò êáôïßêïõò ôçò ÁìáëéÜäáò ðïõ ôçí áíÝöåñáí ðåñÞöáíïé ãéá  ôçí ðüëç ôïõò ðïõ äåí åß÷å ðëÝïí íá æçëÝøåé ôßðïôá áðü ôïí Ðýñãï.

Κυριακή 6 Νοεμβρίου 2022

Ο Όσκαρ Γουάϊλντ (Οscar Wild) και το πάθος του για τα χώματα της Ολυμπίας.

 

Ο Όσκαρ Ουάϊλντ με παραδοσιακή φορεσιά

Τον Απρίλιο του 1877 ένας φοιτητής του πανεπιστημίου της Οξφόρδης, 23 ετών, μαζί με έναν  ελληνολάτρη καθηγητή στο πανεπιστήμιο του Δουβλίνου, ονόματι Τζόν Μάχαφι φθάνουν στο λιμάνι του Κατακόλου πραγματοποιώντας ένα όνειρο ζωής να επισκεφθούν τα ιερά χώματα της Αρχαίας Ολυμπίας, να νοιώσουν την αύρα του ολυμπισμού και να εκπληρώσουν ένα ταξίδι που για πολλούς φιλέλληνες παρέμεινε όνειρο. Ο σπουδαστής αυτός είχε διακριθεί με βραβείο στα αρχαία ελληνικά, στο κολέγιο Τρίνιτυ, και με μητέρα σπουδαγμένη με αρχαία ελληνική παιδεία. Το όνομα αυτού, Όσκαρ Ουάϊλντ. Το ταξίδι συνδυάστηκε με την σκαπάνη που είχε φέρει στο φως ευρήματα από το μεγαλείο της Ολυμπίας και ο ίδιος αναφέρει: «Ήμουν σχεδόν δεκάξι χρόνων όταν άρχισα να αντιλαμβάνομαι το θαύμα και το κάλλος της αρχαίας ελληνικής ζωής. Ξαφνικά, μου φάνηκε πως έβλεπα λευκές φιγούρες να ρίχνουν πορφυρές σκιές πάνω στις ηλιόλουστες παλαίστρες, ομάδες γυμνών νέων και νεαρών παρθένων να κινούνται μέσα σ' ένα βαθύ γαλάζιο φόντο σαν να ήταν πάνω στη ζωφόρο του Παρθενώνα... Από αγάπη σε όλα αυτά, άρχισα να μελετώ ελληνικά με ενθουσιασμό και όσο πιο πολύ τα μελετούσα, τόσο περισσότερο μαγευόμουν... Από μικρός συνήθιζα να ταυτίζομαι με κάθε ξεχωριστό χαρακτήρα που διάβαζα στα βιβλία, αλλά, εκεί ανάμεσα στα δεκαπέντε με δεκάξι, παρατήρησα, με κάποια απορία, ότι μου ήταν πιο εύκολο να με φαντάζομαι ως Αλκιβιάδη ή Σοφοκλή, παρά ως Αλέξανδρο ή Καίσαρα».

Η παιδεία του Όσκαρ είχε ελληνικές επιρροές αφού τόσο η μητέρα του, όσο και ο πατέρας του υπήρξαν ελληνολάτρες με αποτέλεσμα να μεταλαμπαδεύσουν του αρχαίο ελληνικό πνεύμα και στον γιο τους. Ο πατέρας του είχε ήδη επισκεφτεί την Ελλάδα και παρότρυνε και τον ίδιο να κάνει αυτό το ταξίδι ζωής, όπως το αποκαλούσε.

Το ταξίδι του νεαρού Όσκαρ για την Ελλάδα ξεκινά την Κυριακή του Πάσχα 1 Απριλίου του 1877. Οι δυο φίλοι, σύμφωνα με την πιο πρόσφατη και πληρέστερη βιογραφία του Όσκαρ Ουάιλντ από τον Ρίτσαρντ Έλμαν, παίρνουν το πλοίο από το Μπρίντεζι της Ιταλίας με προορισμό την Ελλάδα. Πρώτος σταθμός στις 3 Απριλίου η Ζάκυνθος, απ’ όπου και πέρασαν στις απέναντι ακτές της Ηλείας και συγκεκριμένα στο Κατάκολο. Η πρώτη και μοναδική του επίσκεψη στην ηπειρωτική Ελλάδα, ξεκινούσε από την Ηλεία. Και πρώτος προορισμός, η πολυθρύλητη Ολυμπία.

Κανείς δεν γνωρίζει ωστόσο πώς ο ίδιος ο Γκούσταβ Χίρσφιλντ, διευθυντής των γερμανικών ανασκαφών στην Ολυμπία, υποδέχθηκε στο Κατάκολο, μικρό τότε ψαροχώρι, τον άσημο ακόμη νεαρό φοιτητή Όσκαρ Ουάιλντ και τον συνοδό του Μαχάφι. Σύμφωνα με τον Έλμαν, έφιπποι οι τρεις άνδρες ξεκίνησαν την επομένη για την Ολυμπία, όπου ο Ουάιλντ είδε από κοντά τη διαδικασία των ανασκαφών. Αργότερα, όταν βρέθηκε και πάλι στην Αγγλία φέρεται να είπε στον εικονογράφο των βιβλίων του, Τσαρλς Ρίκετ: «Ναι, ήμουν παρών κατά τη διάρκεια της ανασκαφής όπου σήκωσαν το μέγα Απόλλωνα απ' το φουσκωμένο ποταμό. Είδα το λευκό τεντωμένο χέρι του να εμφανίζεται πάνω απ' το νερό. Το πνεύμα του θεού εξακολουθούσε να ζει μέσα στο μάρμαρο». Αναφερόταν στον Απόλλωνα του δυτικού αετώματος του ναού του Δία, όμως το πιο πιθανό ήταν να είδε μόνο το κεφάλι του αγάλματος, που όντως βρέθηκε μερικές μέρες πριν την επίσκεψη. Ο υπόλοιπος κορμός και το χέρι που αναφέρεται στην περιγραφή, βρέθηκαν αργότερα. Ο Ουάιλντ καυχιόταν επίσης ότι ήταν παρών και στην ανακάλυψη του Ερμή του Πραξιτέλη. Αν και το περίφημο άγαλμα πράγματι ήρθε στο φως την ίδια χρονιά, το 1877, διάφορες πηγές αναφέρουν ότι ο Ουάιλντ μόλις για μερικές εβδομάδες έχασε αυτή τη σπουδαία στιγμή και ότι απλά εξέφραζε έναν ευσεβή του πόθο, λέγοντας ότι ήταν παρών στην ανακάλυψη.

Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2022

Το Μεσαιωνικό κάστρο του Γούμερου.

 


Υπολείμματα μεσαιωνικού κάστρου, μάλλον φράγκικου (με πιθανό Βυζαντινό παρελθόν), σε χαμηλό ύψωμα της ορεινής Ηλείας, βόρεια από το Γούμερο. Το κάστρο ταυτίζεται με το Βούμερο ή Γούμερο ή Βουνέρι που για πρώτη φορά εμφανίζεται στο κατάλογο με τα φέουδα του 1377 και αργότερα του 1463. Δεν υπάρχει η παραμικρή μνεία για το Γούμερο πριν από το 1377, οπότε μπορούμε να υποθέσουμε ότι κατασκευάστηκε περί τα μέσα του 14ου αιώνα. Το Χρονικόν του Σφραντζή αναφέρει ότι [το 1470] το Βουμερό είναι από τα κάστρα που παρέδωσαν οι Ενετοί στους Τούρκους. Το όνομα είναι πιθανότατα σλαβικής προέλευσης, αν και έχουν προταθεί και ετυμολογίες από τη «Βρώμη» και το «Βρωμερόν» που μάλλον δεν ευσταθούν.

Παλιότεροι ερευνητές από τις αρχές του 2οου αιώνα (Παπανδρέου, Σφηκόπουλος) περιγράφουν το κάστρο ως εξής: Συνολική επιφάνεια περίπου 200 τμ. Ήταν στενόμακρο με μήκος 600 μέτρα και πλάτος που κυμαινόταν από 8-10μ στη νοτιοανατολική πλευρά μέχρι 50 μέτρα στα βορειοανατολικά. Υπάρχουν ίχνη πύργου στην ανατολική πλευρά. Υπήρχαν επίσης ίχνη κτισμάτων και δεξαμενών εντός της οχύρωσης.

 Ο Antoine Bonn που το επισκέφθηκε το 1946 αναφέρει την ύπαρξη ενός καλοφτιαγμένου εξωτερικού τείχους. Νεώτεροι ερευνητές (συμπεριλαμβανομένου αυτών του Morea project στη δεκαετία του ‘90) δεν βρήκαν τίποτα. Αυτό είναι λίγο περίεργο γιατί δεν είναι πολύ πιθανό να ξεθεμελιώθηκαν εντελώς τα ερείπια που βρήκαν οι παλιότεροι. Μια πιθανή εξήγηση είναι το γεγονός ότι η περιοχή καλυπτόταν από πυκνό δάσος μέχρι πρόσφατα. Μετά τη μεγάλη πυρκαγιά του 2007 όμως ο λόφος αποψιλώθηκε και κάποια ίχνη του κάστρου είναι πλέον ορατά.

 Πηγές:

Konstantinos Kourelis, “MONUMENTS OF RURAL ARCHAEOLOGY MEDIEVAL SETTLEMENTS ΙΝ ΤΗΕ NORTHWESTERN PELOPONNESE”, Presented to the Faculties of the University of Pennsylvania in Partial Fulfillment of the Requirements for the Degree of Doctor of Philosophy, 2003, pp.272

Antoine Bon, 1969, La Morée franque. Recherches historiques, topographiques et archéologiques sur la principauté d'Achaïe (1205-1430), Editions de Boccard, pp.331,344

www.kastra.eu

Σάββατο 11 Δεκεμβρίου 2021

Ο Ήλειος πιλότος Σπύρος Καραβίδας από τη Βαρβάσαινα!

 


Ο Σπύρος Καραβίδας ή Αμερικανιστί Spiros Karavedas καταγόταν από την Βαρβάσαινα. Υπηρέτησε στο  τμήμα αεροπορικών καταδρομών 58thFG και πετούσε με ένα P-47D στο οποίο είχε ζωγραφίσει έναν εύζωνα που φώναζε «αέρα» και το είχε ονομάσει "The Greek Guerilla" που σημαίνει: «Ο Έλληνας Αντάρτης». Ο Καραβίδας πολέμησε στο μέτωπο του Νότιο-Δυτικού Ειρηνικού, εκτελώντας αναρίθμητες αποστολές πολυβολισμού/βομβαρδισμού, εναντίον Ιαπωνικών επίγειων στόχων.

https://www.history-point.gr/


Παρασκευή 19 Φεβρουαρίου 2021

Επικούριος Απόλλωνας. Βίντεο του 1964 από τον Jean-Daniel Pollet.

Οφείλω να ομολογήσω πως η Ολυμπία και ο Επικούρειος είναι τα δυο μέρη που, όσες φορές και αν τα επισκεφτώ, μου προκαλούν την ίδια συγκίνηση την οποία ποτέ δεν μπόρεσα να εξηγήσω. Μια ακατανόητη τάση διαπερνά τον νου μου και το κορμί μου και η επιθυμία για ένα φανταστικό ταξίδι στον χρόνο γίνεται όλο και μεγαλύτερη…

Είναι το πρώτο φιλμ για το ναό του επικούρειου Απόλλωνα που, κατά πολλούς, έχτισε ο Ικτίνος στην κορυφή ενός βουνού. Ο ναός είναι κτισμένος κυρίως με ασβεστολιθική πέτρα και είναι χωρίς το άγαλμα του θεού Απόλλωνα. Ο σκηνοθέτης (Jean-Daniel Pollet) μαγεύτηκε και είπε ότι αυτός ο ναός υπήρξε το κέντρο του κόσμου για κείνον. Έτσι λοιπόν τον κινηματογράφησε με ρυθμό ιερής τελετουργίας και το αποτέλεσμα αντάμειψε τις προσπάθειες του.


Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2021

Η "επιστροφή" της Ολυμπίας στο φως μέσα από την αρχαιολογική σκαπάνη.


 

Η συστηματική διερεύνηση της Ολυμπίας άρχισε, όπως είναι γνωστό, ήδη τον περασμένο αιώνα. Το 1874 υπογράφηκε μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας το συμβόλαιο για τις ανασκαφές στην Ολυμπία. Τον επόμενο χρόνο άρχισαν οι εργασίες υπό τη διεύθυνση του Ernst Curtius ( ελληνιστί Ερνέστος Κούρτιος) . Οι Γερμανοί ανασκαφείς ήλπιζαν ακόμη ότι θα βρουν πολλά από τα χάλκινα αγάλματα που αναφέρει ο Παυσανίας στην λεπτομερέστατη περιγραφή του ιερού. Φυσικά κάτι τέτοιο δεν συνέβη. Παρ' όλα αυτά, η Ολυμπία αποδείχθηκε ένας πολύ αποδοτικός χώρος για πολλούς τομείς του ελληνικού πολιτισμού.

Η πρώτη ανασκαφική περίοδος διήρκεσε από το 1875 ως το 1881. Σε αυτό το εντυπωσιακά σύντομο χρονικό διάστημα αποκαλύφθηκε ολόκληρο το κέντρο του ιερού. Τα κατάλοιπα των οικοδομημάτων και χιλιάδες ευρήματα επέτρεψαν την ανασυγκρότηση της ιστορίας του ιερού και την αναπαράσταση της εξωτερικής μορφής του στα βασικά της χαρακτηριστικά. Από τους πρωτεργάτες των ερευνών στην Ολυμπία θα αναφέρω μόνο μερικά σημαντικά ονόματα: Ernst Curtius, Adolf Furtwängler, Friedrich Adler, Carl Purgold και Wilhelm Dörpfeld.

Ο Wilhelm Dörpfeld ανέλαβε και την πρωτοβουλία για τη δεύτερη ανασκαφική περίοδο στην Ολυμπία. Υπό την καθοδήγηση του έγιναν μεταξύ των ετών 1906 και 1929 διάφορες έρευνες για να δοθεί απάντηση στο ερώτημα πότε άρχισε η λατρεία στην Ολυμπία. Ο Dörpfeld ήθελε να αποδείξει ότι η Ολυμπία ήταν ένας σημαντικός λατρευτικός χώρος ήδη από τα μυκηναϊκά χρόνια.

Η τρίτη ανασκαφική περίοδος, που διήρκεσε από το 1936 ως το 1966, αφού διακόπηκε από τον καταστρεπτικό πόλεμο, συνδέθηκε με το όνομα του Emil Kunze. Σε αυτόν οφείλεται κατά κύριο λόγο η αποκάλυψη περαιτέρω τομέων του ιερού - υπενθυμίζω ενδεικτικά το στάδιο. Το όνομα του Kunze συνδέεται κυρίως με την εύρεση αναρίθμητων χάλκινων αναθημάτων. Στην ομάδα του Emil Kunze ανήκαν, μεταξύ πολλών άλλων, ο Hans Schleif, ο Richard Eilmann, ο Hans-Volkmar Herrmann, ο Wolfgang Schiering και ο Alfred Mallwitz.

Η «αναδύση» της Ολυμπίας στο φως, αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα πολιτιστικά γεγονότα, στην σύγχρονη ιστορία του ανθρώπου. Έκτοτε αποτελεί πόλο έλξης ανθρώπων από όλες τις άκρες της γης που επιθυμούν να έρθουν κοντά στο κέντρο αθλητικού πνεύματος κατά την αρχαιότητα. Αυτό καθιστά ακόμη πιο σημαντική την σημασία του επιτεύγματος των προγόνων μας, και είναι αμφίβολο αν εμείς μπορούμε να κατανοήσουμε το μεγαλείο του.


Δευτέρα 13 Ιανουαρίου 2020

Πύργος Χρονικό (Μέρος Δ' & Τέλος)


Το Δ΄Μέρος του Διηγήματος του Ηλείου Τάκη Δόξα...

Αποτέλεσμα εικόνας για η μαχη του πυργου 1821

Χαλασμός λες του κόσμου στάθηκε η πρώτη εκδρομή! Οι Τούρκοι ρίχτηκαν από όλες τις μεριές στην πόλη και έγιναν παντού πολύνεκρες συγκρούσεις. Ο αέρας γέμιζε μπαρουτόκαπνο, κραυγές και σπαραγμούς, το χώμα στρώνω όταν από πτώματα που κυλιόντανε σε λίμνες αίματος...
"Όρθιοι" γράφει ο επιφανέστερος ιστορικός του αγώνα ακαδημαϊκός κ Διονύσιος κόκκινος, οι Πύργιοι αντιμετώπισαν την επίθεση. Περήφανοι και μπρος στο βέβαιο θάνατο δεν θέλησαν να χρησιμοποιήσουν για προκάλυψη τους τη γράνα  που έχασκε κοντά στους σιδηροδρομικούς σταθμούς όπου τότε ήταν αλώνια. Και πολέμησαν τους Τούρκους με το κορμί τους για στόχο!
Αρκετές μέρες μάνιαζε η μάχη μεσ΄ στην πόλη...Κι΄ έπειτα, το μοιραίο και τραγικό τέλος που δεν ήταν παρά μία ακόμα σπονδή: Οι Οθωμανοί λύγισαν τη δυσανάλογη αντίσταση των Πυργίων και ύστερα ρίχτηκαν με λύσσα στο έργο της καταστροφής. Η γνωστή ιστορία των άγριων ενστίκτων τους. Λεηλάτησαν κυριολεκτικά την πόλη και αφού πήραν μαζί τους όσα γυναικόπαιδα είχαν απομείνει από την φυγή και το θάνατο, καλά οδήγησαν έξω από τον Πύργο και τα καταβασάνισαν. Διαδρομή των αδύνατων σημείων πλασμάτων που είχαν παραδοθεί σάλια στα νύχια των τιμών τους, θόλωσαν κι αυτόν ακόμα τον ουρανό με τα δάκρυα και τις οιμωγές τους. Και το μαρτύριο τελείωσε όταν βγαίνει ξανά στατιστικά τα θύματά τους μέσα στο αίμα.
Το αίμα όμως ήταν αγιασμός και πότιζε της λευτεριάς το πολύκλαρο δέντρο. Η επανάσταση αποτελούσε πια ένα υπέροχο γεγονός που βάδιζε το θριαμβευτικό του δρόμου. Ποιος θα στεκόταν ικανός να σταματήσει την πορεία της ιστορίας;
Σε λίγες κιόλας μέρες Ο Χαράλαμπος Βιλαέτης με πολλούς οπλαρχηγούς και 406 πολεμιστές ξεκίνησε μέσα από τα συντρίμμια του Πύργου για να εκδικηθεί τους Λαλαίους Τούρκους χτυπώντας τους στην ίδια τους τη φωλιά. Ο στρατός αυτός πέρασε τον Αλφειό κι΄ αφού κατάστρεψε το χωριό Φλώκα σταμάτησε και οχυρώθηκε στο Λαντζόϊ.
Εκεί ήταν πεπρωμένο να γραφτεί άλλη με ένα ελληνικό μία άλλη επική σελίδα. Οι Έλληνες δέθηκαν ισχυρή τουρκική επίθεση και αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν σκορπίζοντας προς τα νότια για να μη χαθούν άδικα ικανές δυνάμεις. Στο Λαντζόϊ έμεινε μόνο ο Βιλαέτης περιστοιχισμένος από 80 παλικάρια του αποφασισμένα για έναν ηρωικό θάνατο. Τι να κάνει όμως μία χούφτα ανδρείων προς την καταιγίδα που την έζωνε; Ο αγώνας ήταν άνισος, μα οι Έλληνες τον κράτησαν αρκετές ώρες με το αδιάκοπο τραγούδι του καριοφιλιού και την αστραπή της σπάθας που φώτιζε το τοπίο...Και το τέλος, τρομερό: 77 πτώματα αρματολών στρώσανε τη γη, κι΄ ανάμεσά τους και ο ίδιος ο Βιλαέτης με σπασμένο το αιματόβρεχτο γιαταγάνι του που είχε θερήσει αρκετούς από τους εχθρούς...Οι τούρκοι ζήτησαν μες στους νεκρούς τον ήρωά του κόψανε, λυσσασμένοι από το κακό τους, το κεφάλι και το πήγαν στο Λάλα όπου το κρέμασαν για κοινή θέα σε έναν πλάτανο που ήταν κοντά στο τζαμί τους.
Οι θυσίες των αγωνιστών γίνονταν λιβανωτός. Κι΄ αργότερα στις 10 Μαΐου 1821, σήμανε η αποφασιστική ώρα. Συγκεντρώθηκαν Κάπου στην Ηλεία 1.200 πολεμιστές και ξεκίνησαν για τη μεγαλύτερη εκστρατεία κατά του Λάλα. Ο στρατός αυτός πέρασε από τον Πύργο και πήρε μαζί του πολλές δυνάμεις ντόπιων αγωνιστών κι΄ ορεινούς καπεταναίους που είχαν γενικό αρχηγό τον Αναγνώστη Παπασταθόπουλο.
Τα τελικά σχέδια για την πολιορκία του Λάλα καταστράφηκαν στο σπίτι του Άχολου, όπου συγκροτήθηκε μεγάλο πολεμικό συμβούλιο. Από τη μεγάλη αυτή μέρα ξύπνησε το πρώτο φως της λευτεριάς στον Πύργο. Και το φως αυτό άπλωσε πιο πολύ του κόσμου σε ευκαιρίες κι΄ έγινε οριστικό όταν στις 12 με 13 Μαΐου μία ολάκερη ιστορία αρχηγούς τον Σισίνη, το Μεταξά και τον Παπασταθόπουλο άρχισε την εκστρατεία κατά των Λαλαίων Τούρκων. Η εκστρατεία του τύπου στάθηκε σαν να μια από τις λίγες στην  ιστορία του αγώνα, οδήγησε σε επικές μάχες, όπου η ελληνική αντρειοσύνη πραγματοποίησε αληθινά θαύματα. Οι θριαμβευτικές νίκες τις 20, 21, 22 και 23 Ιουνίου στο θρυλικό Πούσι ανάγκασαν τους Τούρκους σε καταντροπιασμήνη φυγή που λύτρωσε οριστικά τον τόπο από το άγος της πολύχρονης δουλείας.
Τώρα πια ο Πύργος ανασαίνει την ελεύθερη ζωή. Η θύελλα βέβαια του πολέμου είχε σπείρει παντού στην πόλη την ερημιά και τη φρίκη. Τα σπίτια γκρεμισμένα κι' οι άνθρωποι, οι παλαιοί κάτοικοι του τόπου που σώθηκαν από το θάνατο και τις κακουχίες των βουνών, όπου είχαν αποτραβηχτεί, δειλοί και αδύναμοι ξανάρχιζαν το χτίσιμο της ζωής.
Ήταν τέλη Οχτώβρη του 1829 όταν πέρασε από τον Πύργο ένας Άγγλος περιηγητής, είδε την πόλη κι έγραψε τις εντυπώσεις του στα απομνημονεύματά του. Ο περιηγητής αυτός λεγόταν Τράντ, ήταν λοχαγός και μπάρκαρε στην Κέρκυρα με το βρετανικό πολεμικό "Ικτίς" που είχε κυβερνήτη τον πλοίαρχο Έϊστιγξ, για περιοδεία στο Ιόνιο. Μία μέρα αφόντας σάλπαρε κι΄ αφού πέρασε από τη Λευκάδα, στην Κεφαλονιά και τη Ζάκυνθο, είδε, όπως σημειώνει στα απομνημονεύματά του, νοτιότερα και κάτω από έναν ουρανό "προσλαβόντα την ψυχράν χειμερινήν χροιάν του" το ακρωτήριο του Κατακώλου. Το τελωνείο "ήτο κατειλλημένον" από έναν Έλληνα του υποσχέθηκε να του βρει άλογα για να τον πάνε στον Πύργο. Και ώσπου να ξεκινήσει από το Κατάκωλο ο λοχαγός Τράντ αφοσιώθηκε να θαυμάζει το γύρω του "κλασικόν" τοπίο...
Ο Άγγλος περιηγητής είχε ξεκινήσει από την πατρίδα του ονειροπολώντας να βρει εδώ τύπους αρχαίων ηρώων, αντί όμως για αυτούς είδε κουρελιασμένο και "ακάθαρτον τι δυστυχισμένον οδηγούν τρία ελεεινότατα ιππάρια" - τα ζώα που τον μεταφέρανε στον Πύργο. "Η εκ Κατακώλου εις Πύργον (συνεχίζει)άγουσα οδός, διέρχεται δια πεδιάδος καταλλήλου προς επικερδήν καλλιέργειαν, καίτοι ήδη καλυπτόμενης από βάτους και αγριοβότανα. Η οδός εκ δυσμών κρασπεδούται υπό της θαλάσσης, ανατολικώς δε περιβάλλεται υπό σειράς βραχωδών λόφων, μεταξύ των οποίων παρετήρησα ωχυρωμένον σπήλαιον χρησιμεύσαν ως περιοδικόν καταφύγιον των κατόικων ενός γειτονικού χωρίου κατά τας επιδρομάς των Τούρκων ιππέων".
Κι΄ο λοχαγός Τράντ συνεχίζει: " Μετ΄ ολίγον εφτάσαμε είς τα λείψανα του ακμάζοντος άλλοτε Πύργου και ήδη αποτελούντος άθροισμα πηλόκτιστων τοίχων άνευ ορόφων. Τα άσπλαχνα στρατεύματα το Ιμβραήμ είχαν εκείβαθέως εκχαράξει τα σημεία του ολέθρου των - των γυμνών τοίχων δυο εκκλησιών και του ημικατεδαφισμένου πύργου αποτελούντων τα μόνα τεκμήρια, ότι υπήρχε μιαν φοράν εις το μέρος αυτό πόλις.
Ο Πύργος είχε άλλοτε χιλιάδας κατοίκους χριστιανούς κατά το πλείστον. Η πόλις είχεν υποστή βλάβην εκ των συμπλοκών των τεσσάρων πρώτων ετών της επαναστάσεως. Κατά το 1825 ευρίσκετο εις ακμάζουσαν κατάστασιν, διεξήγαγε δε σπουδαίον εμπόριον δια των βιομηχνικών προϊόντων της.
Αλλ΄ η ανοικτή και απροστάτευτος τοποθεσία της εν μέσω της πεδιάδος την κατέστησεν ευκολότατην λείαν των Αράβων, μεταβαλόντων αυτήν κατά το επόμενο έτος είς την κατάστασιν, είς την οποίαν την εύρον.
Αυτό ήτο το πρώτον τεκμήριον του προς τους Έλληνας θανάσιμου μίσους του Ιμβραήμ. Εν τούτοις είχον ακόμη να παρατηρήσω και να αντιλαφθώ πολλά. Από τον κάβο Ματαπά μέχρι του Κορινθιακού κόλπου αι φλόγες ουδεμιάς πόλεως είχον φεισθή. Οι Πύργιοι, οίτινες διαρκούντος του πολέμου είχον ζητήσει άσυλον εις τα απρόσιτα καταφύγια των ορέων, όπου πλείστοι απέθανον εκ της δριμύτητος του καιρού και της στερήσεως τροφής, είχον ήδη επανέλθει και αρχίσει την ανοικοδόμησιν των οικιμάτων, δύο δε ή τρεις οικοίαι είχον ήδη ανεγερθή εν μέσω των ερειπίων»
Σε ένα από αυτά δυο-τρία σπίτια οδηγήθηκε, φαίνεται ο Άγγλος περιηγητής και φιλοξενήθηκε. Στο σπίτι κείνο έμενε τότε ο βρετανός υποπρόξενος Πασχαλίγκος που είχε μία κόρη "εκπάγλου καλλονής" με μαύρα ακτινοβόλα μάτια, καμπυλωτά φρύδια κι ευρωπαϊκή φυσιογνωμία. "εβαμμένους τους όφρυς και εψιμυθιωμενας τας παρειάς". Η Πασχαλίγκου έπαιξε για τον λοχαγό Τράντ ένα ρόλο ανάλογο με την " κόρη των Αθηνών" για το Λόρδο Βύρωνα, και μόνο που δε λεγόταν Θηρεσία αλλά κάπως κοινότερα: Κατίνα...
Από τότε και πέρα ο πύργος άρχισε να οργανώνεται σε μία σημαντική πόλη του Μοριά. Σταυροδρόμι καθώς είναι των επαρχιών Ηλείας, Ολυμπίας και Γορτυνίας έγινε (όπως γράφει στα περίφημα ενθυμήματα του ο νεότερος ιστορικός μας κ. Διον.Ν.Κωνσταντόπουλος) "Το συγκοινωνιακό, εμπορικό, διοικητικό και δικαστηριακό κέντρο πόλεις της περιφέρειας", και "μια από τις καλύτερες και πολύ άνθρωπότερες επαρχιακές πόλεις".
Εποχή χρυσή τότε, γύρω στα 1850, που ο Πύργος συμφωνώ με την έκφραση του ίδιου συγγραφέα, ήταν "ευδαίμων τε και όλβιος"...Αυτό τον καιρό άλλωστε έγινε ο λιμενοβραχίονας του Κατακόλου που άνοιξε έντονο και συστηματικό το εξαγωγικό εμπόριο της σταφίδας κι ανέβασε σε ζηλευτό οικονομικό ύψος στην πόλη. Κάτου απ’ ΄τη μοίρα της σταφίδας ο Πύργος πυκνοκατοικήθηκε, έγινε πρωτεύουσα του Νομού Ηλείας, ανέβηκε και κατέβηκε, χάρηκε και πόνεσε, δημιούργησε κι έχασε για να φτάσει στη σημερινή πραγματικότητα.
Τώρα η πόλη κατοικείται από 20.000 ανθρώπους πολλοί από αυτούς ακολουθώντας το ρεύμα της αστυφιλίας κατέβηκαν από τις ορεινές επαρχίες και μπόλιασαν το γνήσιο ντόπιο πληθυσμό. Προσθήκη της αρχαίας Ολυμπίας τούτος ο τόπος έχει γίνει σημαντικότατο τουριστικό πέρασμα ξένων και δικών μας που πάνε κι έρχονται για να προσκυνήσουν τη γη των θεών. Γείτονας πάλι, της αρχαίας Φειάς θα αποκτήσει κι άλλο ενδιαφέρον όταν η επιστήμη του βυθού θα φέρει στην επιφάνεια την κατά ποτισμένη εκείνη Πολιτεία που κοιμάται εδώ και δυόμισυ χιλιάδες χρόνια κάτου απ΄ τα νερά του κόλπου του Αγίου Ανδρέα...
Οικονομική και πνευματική παράδοση βαραίνει τον Πύργο. Στα 100 χρόνια που πέρασαν από το πρώτο του φανέρωμα σαν πόλις με αξιώσεις, το κράτος και οι πολίτες κάνανε πολλές προσπάθειες να οργανώσουν τον τόκο και τη ζωή από κάθε άποψη: εμπορική, κτιριακή, πολιτιστική. Δούλεψαν εργοστάσια, υψώθηκαν σπίτια, βγήκαν συγγραφείς και καλλιτέχνες... Μεσολάβησαν Ωστόσο οι πόλεμοι κι οι αλληλοσπαραγμοί, οικονομικές δοκιμασίες και φτώχειες πλήγωσαν τα Επαγγέλματα και τις καρδιές συντρίβοντας κι΄ αφανίζοντας επιχειρήσεις κι΄ όνειρα.
Οι ολιγάριθμη " παλιά φρουρά" που απομένει ακόμα εδώ, γυρίζει νοσταλγικά στα ευτυχισμένα εκείνα χρόνια πού, καθώς λένε, οι Πυργιώτες στις κουμπούρες τους αντί για στουπί χρησιμοποιούσαν... κατοστάρικα, θεωρούν ότι την πόλη σα μια " ξεπεσμένη αρχοντοπούλα".
Κι΄ οι νεώτεροι συμφωνούν.


Σάββατο 14 Δεκεμβρίου 2019

Πύργος Χρονικό (Μέρος Γ').


Αποτέλεσμα εικόνας για η μαχη του πυργου 1821


Το 1812 έγιναν στον Πύργο κι άλλες συνεννοήσεις για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού, από τους τρεις αδελφούς Κρεστενίτη - λυκούργο, γιάννη, και Σταμάτη - μα χωρίς αποτέλεσμα. Οι πόθοι της λευτεριάς κόχλαζαν, όμως η ώρα δεν είχε ακόμα σημάνει για τη μεγάλη αλλαγή. Κ' οι προσπάθειες κείνες περιορίστηκαν σ' απλές αψιμαχίες, ώσπου να γίνει το αποφασιστικό ξεκίνημα...
Ύστερ' από τέσσερα χρόνια όμως, ένας άλλος άνθρωπος του σουλτάνου θέλησε να επαναλάβει το επαναστατικό τόλμημα του Αλή Φαρμάκη και να σηκώσει κεφάλι στην Πύλη: ο Σεϊντάγας Βοεβόδας- Λελές, ζαπίτης του Πύργου κι' αφέντης της Ηλείας, ατρόμητος Οθωμανός με ανυπολόγιστα πλούτη πούχε το ανάχτορο του στο λόφο του Επαρχείου. Απάνω στον παλιό Πύργο του Τσερνοτάμπεη που τον μεγάλωσαν οι Βιλαεταίοι, ο Σεϊντάγας έχτισε ένα τεράστιο κάστρο με διπλά τείχη, πολεμίστρες, στέρνες, χαμάμια, πολυτελέστατα χαρέμια και μπουντρούμια, όπου με τα φιλήδονα τραγούδια απ' τις χανούμισες και τις οδαλίσκες σμίγανε τα βογγητά των Αλβανών που έσφαζαν άγρια οι Αγαρηνοί.
Ο βοεβόδας είχε πατέρα Τούρκο, Σεϊντάγα κι' αυτόν. π' αγαπούσε τους Έλληνες και δέθηκε πιότερο μαζί τους. Μία μέρα που πάνω στ' άτι του κατέβαινε από το Λάλα, κοντά στο ξωκλήσι της Αγίας Παρασκευής που είνε στο έμπα του Πύργου από το δρόμο της Ολυμπίας, συνάντησε μία πεντάμορφη Πυργιωτοπούλα και καταθαμπώθηκε. Έρωτας ξαφνικός και παντοδύναμος του συνταράξε την καρδιά! Και πριν η Πεντάμορφη πυργιωτοπούλα προφτάσει να ξεφύγει από τη λάμψη της ματιάς του κι' απ' τη σιδερένια του θέληση, ο Σεϊντάγας την άρπαξε, την έβαλε πάνω στο άλογό του και την πήγε μισολιπόθυμη στο Λάλα.
Ζώη Πολέμη λεγόταν κείνη η κοπέλα. Κι΄ο Σϊντάγας την αγάπησε παράφορα ποθόντας, μα χωρίς τη βία, να την κάνει γυναίκα του. Η ελληνοπούλα όμως αρνιόταν επίμονα! Και μέσ΄ στον Πύργο του Λάλα αρρώστησε βαριά από τον καημό της κι' αποσωνόταν αδιάκοπα- τριαντάφυλλο μέσ΄ στο φθινόπωρο:
Το χειλάκι σου, το μαγουλάκι σου,
Λαλιωτοπούλα μου,
γιατ΄ είναι κίτρινο, δεν είναι κόκκινο;
Γιατί αρρώστησες, γιατί θερμάθηκες,
μικρή Πυργιωτοπούλα μου;
Στο τέλος ωστόσο η ζωή δέχτηκε τη μοίρα της. Ίδια Κυρά...

Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2019

Πύργος Χρονικό (Μέρος Β').


Αποτέλεσμα εικόνας για πιστολες

Πρώτοι οικιστές του πύργου ήταν κυρίως δύο μεγάλες, κι ιστορικές οικογένειες: Οι Λαχολοι πρώτα και οι Βιλαεταίοι έπειτα. Οι ΄Αχολοι κατέβηκαν με τα κοπάδια τους, τα ζώα από την Ήπειρο και τα Μεσόγεια για χειμαδιά, μα τους καλάρεσε ο τόπος και έμειναν καλλιεργώντας χωράφια κι αμπέλια τους δόσαν αρκετό βιός. Από αυτούς ξεχώρισαν κιόλας ορισμένοι: Ο Σπύρος κι ο Γιώργης Άχολος έγιναν προεστοί, ο Δημήτρης Άχολος πήρε το βάφτισμα του Φιλικού.
Μα κι΄οι Βιλαεταίοι σκόρπισαν γόνους κι΄απογόνους στον Πύργο. Δυο μάλιστα απ΄ την πρώτη ρίζααυτής της φαμίλιας, ο Λύσανδρος κι΄ο Χαράλαμπος που ξεχώριζαν για την παλικαριά τους, έχτισαν στο Επαρχείο ένα μεγάλο οικοδόμημα, πραγματικό κάστρο μ΄ εξώστες και πολεμίστρες, και πλάι στον λόφο την εκκλησιά του Αγίου Νικολάου που σήμερα είνε η μητρόπολη. Το οικοδόμημα κείνο αργότερα έγινε το διοικητήριο, τόπος αγώνων και μαρτυρίων, και το ανάχτορο του ΄Επαρχου αγά.
Υπάρχουν, ωστόσο στην προεπαναστατική κείνη εποχή κι΄άλλες σημαντικές μορφές του Πύργου, όπως ο Λυκούργος Κρεστενίτης, Αυγερινοί, Γεώργιος Μήτσος, Γεώργιος Σισίνης κ.α. Γνήσιοι κι’ αληθινοί Έλληνες όλοι, με την πολιτική και μυστική δράση τους πρόσφεραν πολλά, και κείνο τον καιρό της προετοιμασίας κι’ αργότερα στον Αγώνα, για τη Λευτεριά. Ο Λυκούργος Κρεστενίτης κι’ έμνα άλλο κλαδί της ίδιας οικογένειας, ο Γιάννης Κρεστενίτης, με το πρόσχημα του δασκάλου μάζευαν ολογυρά τους

Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2019

Πύργος Χρονικό (μέρος Α΄).

Πύργος
(Μορφή, παράδοση κι΄ ιστορία ανάμεσα στα χρόνια)
ΕΝΑ  ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΟΥ κ. ΤΑΚΗ ΔΟΞΑ


Αποτέλεσμα εικόνας για ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ ΣΤΟΝ ΠΥΡΓΟ ΗΛΕΙΑΣ

"Χωράφια με σφεντάμια, καλαμιές και βούρλα, κι΄ ανάμεσά τους αχνάρια του αρχαίου Δυσπόντιου της Πισάτιδας, στον Ιερό δρόμο που πήγαινε από την Ήλιδα στην Ολυμπία", έτσι περιγράφει και εκεί τοποθετεί τη θέση του σημερινού Πύργου ένας φίλτατος ιστοριοδίφης. Το παλιό, λοιπόν Δυσπόντιο; Κείνος ο αρχαίος τρόπος που οι κάτοικοι του πιστοί στους Πισάτες πολέμησαν τους Ηλείους και νικημένοι αφήσανε την πόλη, και κείνη, απ΄τα τότε χρόνια που ρημώθηκε και σβήστηκε είνε τάχατε ο Πύργος; Ποιος ξέρει...
Ερευνητές και ιστορικοί ψάξανε να βρούν την πόλη. Ρώτησαν τα κείμενα, τα μνημεία, και την γη την ίδια, πάσχισαν κι΄ απόνα μικρό λιθάρι ακόμα, από μια ανάμνηση να μάθουν που ήταν και ποιες μπόρες πέρασε ώσπου να φτάσει στο σήμερα. Ο αλησμόνητος γυμνασιάρχης Γ. Παπανδρέου στο περισπούδαστο σύγγραμμα του «Η Ηλεία δια μέσου των αιώνων» αναζητεί το Δυσπόντιο κοντά στην Σκαφιδιά, στη Μυρτιά, μα και «επί του νυν Πύργου». Εδώ, άλλωστε κι΄ένας ξένος, διάσημος περιηγητής, ο Πουκεβίλ, είδε το 1815 είδε μια ζωντανή εικόνα που του αποκάλυψε την παλιά καταβολή του Πύργου: υπόγειους τάφους, γεμάτους κόκκαλα κι΄ αρχαίες οικοδομικές πέτρες που μαρτυρούσαν ότι πριν από καιρούς στήριζαν κτίρια. Μα κι΄ αργότερα , το 1901, έγινς κι΄άλλο φανέρωμα: στην συνοικία Χαλικιάτικα (΄τώρα πλατεία Ηφαίστου) βρέθηκε μαρμάρινο άγαλμα ύψους ενός μέτρου που παρίστανε φτερωτή γυναικεία μορφή. Το άγαλμα αυτό,φθαρμένο βέβαια, γιατί έζησε πολλά χρόναι στην κοίτη ενός χειμάρου, είχε ογκώδη βάση, και το γεγονός αυτό οδήγησε τον αρχαιολόγο Α. Σκιά σε μια ενδιαφέρουσα άποψη: ότι δηλαδή ήταν ακρωτήριο ενός αρχαίου ναού, ή άλλου σπουδαίου οικοδομήματος.
Οπωσδήποτε λοιπόν, στον Πύργο υπήρχε κάποιος αρχαίος συνοικισμός που απάνω στα συντρίμμια του χτίστηκε τούτη η πόλη.
 Η ιστορία του Πύργου άρχισε κάπως παράξενα:Με ένα ...πηγάδι! Στα μαύρα χρόνια της τουρκοκρατίας ένας χωρικός από τα Τσορωτά των Καλαβρύτων που τον έλεγαν Γεώργιο Τσορωτά ή Τσερνωτά, κατέβηκε από τον άγριο τόπο του σε αυτή εδώ τη γη και βάλθηκε να την ξεχερσώσει και να την ημερέψει για να την καλλιεργήσει. Δούλεψε λοιπόν σκληρά, καθάρισε κι έσκαψε το χώμα, έδιωξε τις πέτρες. Και μία ημέρα, εκεί που αδιάκοπα έψαχνε, στην συνοικία Νιοχώρι (σημερινός Άγιος Σπυρίδωνας) βρήκε μέσα σε ένα πηγάδι ολόκληρο θησαυρό από αρχαία νομίσματα! Και τι σκέφτηκε ο σκλάβος, μα και πονηρός ρωμιός; Να τα πάρει και να τα πάει στο σουλτάνο...
Σουλτάνος ποτέ στην πόλη ήταν ο Σελήμ ο Α΄(1470 - 1520) φυσικά δέχτηκε την προσφορά του Τσερνωτά την ανταπόδοση σε με δύο αμοιβές το ίδιο ηγεμονικές: Του χάρισε τον τίτλο του Μπέη (αφέντη) της περιοχής (1512) κι άπειρες εκτάσεις γής γύρω στον Πύργο που βέβαια ήταν ακατοίκητος...
Το πηγάδι κείνο είναι ακόμα και σήμερα γνωστό "Του Τσερνωτά", κι εδώ ο Τσερνωτάμπεης έχτισε αποθήκες και καλύβες για τους καλλιεργητές που έφερνε και δούλευαν τη γη. Ο ίδιος Επίσης έχτισε, πιθανότατα, πάνω στο λόφο του επαρχείου κι έναν Πύργο ισχυρό - ποιος ξέρει με ποιο σκοπό και ποιες προβλέψεις. Το όνομα αυτό, πύργος, άπλωσε σιγά-σιγά κυριαρχικά κι αγκάλιασε όλο τον πρώτο εκείνο συνοικισμό για να μην για πάντα πια και όνομα της νέας πολιτείας της Ηλείας που με τον καιρό άρχισε να θεμελιώνεται.
Ο Τσερνωτάμπεης πέθανε χωρίς να αφήσει απογόνους και έτσι ο τόπος έγινε κτήμα του οθωμανικού Κράτους. Ο Σουλτάνος δώρισε τον πύργο στην βασιλομήτωρ Βαλινδέ εκείνη με τα έσοδα που έδινε η γεωργική παραγωγή, διόριζε υπαλλήλους και τους πλήρωνε. Με τον καιρό, το πηγάδι του Τσερνωτά πυρετό το ντύμα του θρύλου και το νερό του θεωρήθηκε, σαν του Αγίου Ανδρέα στην Πάτρα, υπέροχο "φίλτρο" για να αγαπούν οι ξένοι τον τόπο και να μένουν για πάντα σ΄ αυτόν.
Σαν πόλη  ο Πύργος παρουσιάζεται πολύ αργά. Μεσολάβησαν, φαίνεται, χρόνια αφάνειας και ασημότητας, όπου τίποτα δεν ξεχώριζε και δεν συνοδευόταν σε τούτο τον τόπο. Φυσικό Άλλωστε αφού πάνω σε όλη την Ελλάδα αποκλειστικά βάραιναν της σκλαβιάς τα σύγνεφα. Κι ο Πύργος, εκτός από αυτό, τότε χτιζόταν και έπαιρνε τη μορφή πολιτείας...
Όλοι σχεδόν οι ιστορικοί σημειώνουν την πρώτη συγκεκριμένη παρουσία του πύργου στο 1687, τότε δηλαδή που είχε λήξει ο Τούρκοενετικός πόλεμος με την φοβερή κατατρόπωση των Τούρκων στη μάχη της Πάτρας. Αργότερα στα στερνά της δεύτερης τουρκοκρατίας (1715 - 1821) ανάμεσα στις 24 επαρχίες του Μοριά ήταν ο Πύργος.
Αυτή την εποχή πέρασε από δω ο Πουκεβίλ και δίνει μία χαρακτηριστική περιγραφή της: "Η πόλις εκτισμένη επί εξέχοντος μέρους, έν ή εύρον εσχάτως μεγάλα υπόγεια (κατακόμβας) πλήρη οστών, συνέκειτο έξ 900 οικιών με 1000 οικογένειας και 7000 κατοίκους, έν οίς και κινητός πληθυσμός τεχνιτών και ευπόρων". Μα ο μεγάλος μεσαιωνοδίφης Κ. Σάθας σε σχετικό σύγγραμμά του αναφέρει γεγονότα  πιο παλιάς εποχής διαπιστώνοντας οτι "Τον Ιούνιον του 1687 απέθαναν τρεις από πανούκλαν εις τον Πύργον (της Ηλείας)".

Τέλος Α' Μέρους...

Παρασκευή 26 Ιουλίου 2019

Αρχείο Παπαλέξη - αγοραπωλησία χωριού Γκρέκα.


Στις 7 Φεβρουαρίου του 2016 είχα ασχοληθεί με τον συμβιβασμό του Ελληνικού Δημοσίου με την οικογένεια Παπαλέξη που είχε στην κατοχή της μεγάλες εκτάσεις στην ευρύτερη περιοχή των Κρεστένων από Τουρκοκρατίας και τις εκμεταλλεύονταν με την μορφή ενοικοκαλλιέργειας στους ντόπιους κατοίκους. Παρακάτω θα παραθέσω τα αρχεία από την αγοραπωλησία του χωριού Γκρέκα Ολυμπίας που έλαβε χώρα στις 30/5/1925, περίπου ένα εξάμηνο μετά την πρώτη πράξη με τον συμβιβασμό (30/11/1924). Για να θυμηθούμε την πράξη συμβιβασμού και να κατανοήσουμε το παρακάτω άρθρο μεταβαίνουμε στη διεύθυνση: https://bitzimbardi.blogspot.com/2016/02/blog-post.html.
Ας δούμε λοιπόν πως έχουν τα πράγματα σε μια αγοραπωλησία που έλαβε χώρα στην Κρέστενα και συγκεκριμένα στο συμβολαιογραφείο του Ιωάννη Βούλγαρη.
30.5.1925.  Αναγκαστική απαλλοτρίωση χωρίου Γκρέκα προς καλλιεργητές-εμφύτευες. (Αντιγρ.18.2.1927) 


Αριθμός  61.340
                                                        Αγοραπωλησία  δραχ.  360.000
  Σελ. 1η
Εν Κρεσταίνας σήμερον την τριακοστήν του μηνός Μαΐου του χιλιοστού ενεακοσιοστού  εικοστού πέμπτου έτους ημέραν Σάββατον κι’ εν τω συμβολαοπγραφείω μου κειμένω εν τη οικία μου εν η κατοικώ, ενώπιον εμού του συμβολαιογράφου Κρεσταίνων Ιωάννου Γρ. Βούλγαρη κατοίκου και εδρεύοντος εν Κρεσταίνας, επί παρουσία και των γνωστών μοι και μη εξαιρετέων μαρτύρων Επαμεινώνδα Βασιλείου Σωτηροπούλου κτηματίου και Αλεξίου Αντωνίου Πρίνου δικηγόρου κατοίκων Κρεσταίνων, Ενεφανίσθησαν οι γνωστοί μοι και μη εξαιρετέοι αφ’ ενός ...

Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2019

Το μοναδικό δάσος της Φολόης!

 Î‘ποτέλεσμα εικόνας για η μάχη του ηρακλη με τους κενταυρους

Είναι ένα από τα σπανιότερα δρυοδάση σε όλη την Ευρώπη και το μοναδικό στα Βαλκάνια. Το δρυοδάσος της Φολόης με τους εκατοντάδες πλατύφυλλους δρυς βρίσκεται στους νότιους πρόποδες του όρους Ερυμάνθου πάνω από την Αρχαία Ολυμπία σε ένα φυσικό μπαλκόνι και αγναντεύει, ανά τους αιώνες, τον κόπο και τον αγώνα των αθλητών που αγωνίζονται στον Ολυμπιακό κάμπο. Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία εκεί κατοικούσαν οι κένταυροι. Όπως είχε γράψει ο αρχαίος Έλληνας ιστορικός Διόδωρος, οι κένταυροι αφού νίκησαν τους Λαπίθες, κατέλαβαν την περιοχή της Φολόης. Τα περίεργα αυτά πλάσματα είχαν τρομοκρατήσει τους κατοίκους, καθώς λήστευαν και δολοφονούσαν όποιον έμπαινε στον δρόμο τους. Όμως, στο δάσος ζούσε και ένας καλός κένταυρος, ο Φόλος. Ήταν φύλακας ενός τεράστιου πιθαριού με χιλιόχρονο κρασί που είχε προσφέρει ο θεός Διόνυσος με την προϋπόθεση ότι θα το ανοίξουν μόνο αν εμφανιζόταν ο Ηρακλής κατά μια άποψη, ή να μην ανοιχτεί ποτέ κατά μια άλλη.  Κάποια στιγμή ο βασιλιάς της Τίρυνθας και των Μυκηνών, Ευρυσθέας, ανέθεσε στον Ηρακλή να φέρει εις πέρας τον τέταρτο άθλο του, να πιάσει τον Ερυμάνθιο κάπρο και να τουν τον φέρει μπροστά του δεμένο χειροπόδαρα. Ήταν ένα μεγάλο και άγριο αρσενικό αγριογούρουνο που είχε χαρίσει η θεά Άρτεμις στον γιο του Απόλλωνα, Ευρύμανθο. Ο επιθετικός κάπρος κινούνταν ελεύθερος στην περιοχή της Ψωφίδος και του Λασιώνα στην Πελοπόννησο και πολλές φορές έφτανε μέχρι το δάσος της Φολόης για να βρει τροφή και νερό. Οι κένταυροι ενοχλούνταν με την παρουσία του, καθώς ξέσκιζε με τα δόντια του όποιο ζώο συναντούσε στον δρόμο του. Οι κάτοικοι είχαν τρομοκρατηθεί με το άγριο ζώο, το οποίο κατέστρεφε τα χωράφια τους.
 Πριν να ξεκινήσει το κυνήγι του Ερυμάνθιου κάπρου, ο Ηρακλής πήγε στη σπηλιά του Φόλου για να μάθει περισσότερες πληροφορίες και να μπορέσει να τον πιάσει πιο εύκολα. Εκεί βρήκε τον Φόλο να τρώει ωμό κρέας. Τον καλωσόρισε και του προσέφερε φαγητό. Ο Ηρακλής του ζήτησε ένα ποτήρι κρασί από το σφραγισμένο πιθάρι και τότε ο Φόλος θυμήθηκε την απαγόρευση. Όμως, φοβήθηκε ότι αν το άνοιγε θα ξεσήκωνε τους υπόλοιπους κενταύρους, αλλά ο Ηρακλής τον πίεσε. Το έντονο άρωμα του κρασιού εξαπλώθηκε σε όλο το δάσος και οι κένταυροι έτρεξαν στη σπηλιά για να το κλέψουν από τον Φόλο. Από την ταχύτητά τους έτριζε το έδαφος. Μόλις έφτασαν ξέσπασε μια μεγάλη μάχη ανάμεσα στους κενταύρους και τον Ηρακλή. Του έριχναν πέτρες, ενώ άλλοι προσπαθούσαν να τον χτυπήσουν με ξύλα και τσεκούρια. Όμως, το όπλο του Ηρακλή υπερτερούσε. Τους περισσότερους τους σκότωσε με τα δηλητηριασμένα βέλη που είχαν βουτηχτεί στο αίμα της Λερναίας Ύδρας. Όταν η μάχη έληξε, ο Ηρακλής επέστρεψε στην σπηλιά. Εκεί βρήκε τον Φόλο να αργοπεθαίνει. Είχε αυτοτραυματιστεί από ένα δηλητηριασμένο βέλος του Ηρακλή, καθώς έθαβε τους άλλους κενταύρους. Ο Ηρακλής τον έθαψε και ονόμασε την περιοχή Φολόη προς τιμήν του. Στη συνέχεια πήγε να κυνηγήσει τον Ερυμάνθιο κάπρο. Τον οδήγησε στα φαράγγι της Φολόης και τον παγίδευσε στο δίχτυ του.
 Το μυθικό δάσος εκτείνεται σε μια έκταση 42 χιλιάδων στρεμμάτων. Ο χαρακτήρας του δάσους αποτελεί φυσικό καταφύγιο για εκατοντάδες είδη πουλιών και ζώων. Το συγκεκριμμένο δασικό σύμπλεγμα Κάπεκης και Φολόης με ύψος 600 μέτρα είναι ένα πλούσιο οικοσύστημα, από τα καλύτερα στην Ελλάδα. Τα αναπαραγόμενα είδη είναι ο φιδαετός Circaetus gallicus, ο χρυσαετός Aquila chrysaetos, ο πετρίτης Falco peregrinus, ο μπούφος Bubo bubo, η αλκυόνη Alcedo atthis, ο λευκονώτης Dendrocopos leucotos και ο μουστακοτσιροβάκος Sylvia rueppelli. Τα επιτρεπόμενα είδη κυνηγιού είναι ο λαγός, η ορεινή πέρδικα, τα αγριογούρουνα στην περιοχή του Ερυμάνθου, αποδημητικά πουλιά, αγριοπερίστερα, φάσες μπεκάτσες, τρυγόνια κ.ά.
 Θεωρείται σημαντική περιοχή για τα πουλιά της Ελλάδος (ΣΠΠΕ) και έχει προταθεί να συμπεριληφθεί στο πανευρωπαϊκό δίκτυο προστασίας της φύσης, NATURA 2000....

Τετάρτη 10 Οκτωβρίου 2018

Τάκη Δόξα: "Κτίσματα στον Καϊάφα", (Μέρος Β')!


Αποτέλεσμα εικόνας για τακης δοξας


.....
Αυτά όλα τα είδε σαν εφιάλτη μπροστά του ο Κορδονούρης μαζί με τη γυναίκα του την ίδια νύχτα που ξάγρυπνοι Σαν συζητώντας και την τύχη τους. Και δεν κρατήθηκαν. Σηκώθηκαν μονομιάς και αγκάλιασαν και οι δύο οσο κορμί μπόρεσα να το Σεράι νομίζοντας ότι έτσι δεν θα τολμούσε καν Ζυγός η μπουλντόζα και να το πάρει...
Την τρίτη μέρα το πρωί που πέρασε το τρένο από τον Καϊάφα για τον Πύργο, ο Κορδονούρης είχε βάλει στην Ελλάδα πέντε μεγάλα κοφίνια και ένα μικρό καλάθι για να τα φορτώσει. Σε κάθε οθόνη ήταν από δύο παιδιά του, το όλον δέκα, και στο καλαθάκι η Χρυσούλα, καθιστή σε ένα μαξιλάρι γεμάτο άχυρα.
- Είναι για ταξίδι; ρώτησε ο σταθμάρχης μισό γελώντας- μισό απορώντας.
- Ναι, δεν τα παίρνετε;
- Πώς! Αρκεί να τους βγάλεις εισιτήρια.
- Πόσα;
- Τα μεγάλα από ένα και τα κουραδάκια από μισό...
- Θα τα βγάλω όλα αποσκευή. Για αυτό Τα 'χω και σε κοφίνια.
Τα κοφίνια και το καλαθάκι φορτώθηκαν στο βαγόνι που γράφει απέξω με χοντρά λόγια " Ίπποι 4, άνδρες 16", και εκεί σκάλωσε και ο ίδιος ο Κορδονούρης σιγουρεύοντας τόσες ζωές. Μονάχα παρακάλεσε και άφησαν λίγο και μία πόρτα ανοιχτή, έτσι για να βλέπουν τα παιδιά τον κόσμο του Θεού και να θαυμάζουν το μεγαλείο του. Κείνα, όπως πέρναγε το τρένο πότε αγκομαχώντας και πότε βγάζοντας κάτι σκληρές φωνές με τη σφυρίχτρα του, ανασηκώνονταν μέσα από τα κοφίνια, τεντώνοντας το λαιμό τους σα γαλοπούλα και χάζευαν ξεχνώντας τη μοίρα τους.
Στον Πύργο βοήθησαν πολύ και τα κατέβασαν στο σταθμό. Ο Κορδονούρης μέτρησε τα κοφίνια και τα παιδιά, τα βρήκε σωστά και τα έβγαλε έξω. Έβγαλε και τη Χρυσούλα, μα αφού δεν ήξερα ακόμη να περπατάει Στους μεγάλους ασφαλτοστρωμένους δρόμους και την πήρε στην αγκαλιά του. Τα άλλα παιδιά σε μούδιασαν, τίναξαν τα πόδια τους από την ορθοστασία και τους άλλους και ξυπόλητα όπως ήταν, μπήκαν στη σειρά - με τ' ανάστημα του το καθένα.
Ήταν μία μικρή διμοιρία καθώς περπατούσαν, και ίσα που δεν έστελναν κανένα τραγούδι και δεν είχαν Πάρε και καμιά σημαία...
Πλάι τους, σα να 'θελε να τους δίνει βήμα, πήγαινε ο πατέρας κρατώντας τη Χιονάτη που Δεν καταλάβαινε τίποτα από τη ζωή και χαμογελούσε ευτυχισμένη.
Στο πρώτο σταυροδρόμι Σταμάτησε την κουστωδία ένας τροχονόμος με γυαλιστερό κράνος και ρώτησα τον Κορδονούρη που πάνε.
- στον κύριο νομάρχη! Απάντησε εκείνος.
- Δεν θα το βρεις στο γραφείο του και θα κουβαλήσεις και τα παιδιά άδικα. Έφυγε σήμερα με άδεια.
- Τότε θα πάμε στον κύριο εισαγγελέα.
- Και τα τσουρδέλια μαζί;
- Και αυτά. Θέλουν, βλέπεις, να τον δουν.
- Ανεβείτε δεξιά, πάρτε το μεγάλο δρόμο πάλι δεξιά και όταν δεις ένα μαρμάρινο μέγαρο, εμπάτε.
Έτσι και έγινε.
Η διμοιρία ήταν ευτυχισμένη που δεν πάταγε σε χαλίκια και σε άμμο, ούτε έβλεπε απέναντί της όλο την ίδια ατελείωτη θάλασσα να σκούζει και να γελάει. Και έτρεχε χαρούμενη κοιτάζοντάς ολόγυρα τα μαγαζιά και τα σπίτια, τους ανθρώπους που οι περισσότεροι φορούσαν καλά ρούχα και είχαν ένα καθαρό πρόσωπο.
Ο Κλάψας γκρίνιαξε μία στιγμή, αλλά αυτή τη φορά με το δίκιο του. Σταμάτησε την πορεία και είπε στα αδέρφια του με παράπονο:
- Ρε παιδιά, καλύτερα δεν ήταν να είχαμε και ένα ταμπούρλο;
- Σκασμός! Φώναξε ο Κορδονούρης και πρόσταξε να συνεχίσουν. Γύρω ο κόσμος απορούσε και κάπου-κάπου δυο μάτια βούρκωναν.
Με την ίδια παράταξη, μπήκαν στο γραφείο του κυρίου εισαγγελέα. Δυο-δυο, το όλον δέκα, και στο τέλος πατέρας με τη Χρυσούλα στην αγκαλιά.
Απότομα κείνος ο πλούσιος και ολόφωτος τόπος γέμισε φτώχεια και θλίψη.
Ο Κορδονούρης αραδιάζει ένα-ένα τα καθέκαστα, είπε για την μπουλντόζα και τι συφορά, για τον Τουρισμό και τα κοφίνια. Και στο τέλος παρουσίασε τα παιδιά του με τα ονόματα και τα παρατσούκλια τους με τη δυστυχία που τα περίμενε όντας θα ΄μεναν ανάμεσα γης και ουρανού, στο χάος.
- Μα αυτό λέει ο νόμος, δυστυχώς! Τον αντίσκοψε με ευγένεια ο εισαγγελέας. Και η διαταγή είναι αμετάκλητη.
- Η διαταγή να μην έχουμε πια σπίτι;
- Μα νοικιάστε καλέ μου άνθρωπε!
- Με τι, κυρ εισαγγελέα; είμαστε 13 στόματα, δεν βλέπεται; εγώ δεν έχω να τους πάρω ούτε βρακί να κρύψουν τα απαυτά τους...
- Και θες να καταργήσω εγώ το νόμο;
- Αφού θα πεθάνουμε τόσοι άνθρωποι... Και τι ΄ναι ο Νόμος μπροστά σε μας!
Ο "διερμηνέας" δεν μπορούσε να μην πάρει μέρος και αυτή τη φορά, ίσως την κρισιμότερη της ζωής τους. Πετάχτηκε ανάμεσα από όλους, πήγε δίπλα στην πολυθρόνα του εισαγγελέα και του φώναξε:
- Θες εσύ, κύριε να σου πάρουν αυτό το σπίτι που κάθεσαι εδώ μέσα, και να μείνει στους πέντε δρόμους; Για να βλέπαμε τι θα 'κανε η αφεντιά σου!
Ο άλλος δεν κράτησε με χαμόγελο που ζωγραφίστηκε στα χείλη του. Άπλωσε μάλιστα το χέρι του και χάιδεψε το κεφάλι του παιδιού, και ας ήταν πηγμένα τα μαλλιά του σαν άμμο και στην αγανάκτηση.
- Δίκιο έχετε, είπε στο τέλος, μα δεν μπορεί να γίνει αλλιώς! Το κτίσμα είναι παράνομο και πρέπει να κατεδαφιστεί.
- Αυτό το κτίσμα που λέτε, ρώτησε ο Κορδονούρης, είναι δηλαδή όπως είπαν οι άλλοι το "Σεράι" μας;
- Ναι κύριε κορδονούρη. Και λυπάμαι. Λυπάμαι πάρα πολύ, μα... Σας παρακαλώ να πηγαίνετε τώρα.
Ο Κορδονούρης μέτρησε πάλι τα παιδιά, δεν του λείπει κανένα, και έσκυψε και τα φίλησε. Φίλησε και τη Χρυσούλα και την απίθωσε χάμω από μωσαϊκό- τάχα να μπορεί να παίζει με κάτι χρώματα που φύτρωναν εδώ και εκεί.
- Αφού έτσι λέει ο νόμος, είπε, ας έρθει να μου φάει το σπίτι! Και... θα πηγαίνουμε, κύριε εισαγγελέα, όπως διατάζετε. Μονάχα που δεν θα φύγουμε όλοι από δω!
- Τι εννοείς δηλαδή;
- Να! Θα φύγω μόνος μου και θα σας αφήσω τα παιδιά μου για να τα κρατήσετε εδώ μέσα ή να τους βρείτε σπίτι. Και εγώ θα κατέβω στο σταθμό, θα πάρω τα κοφίνια και το καλάθι του τα έφερα και θα πάω στη μάνα τους αδειανά για να θυμάται Τα παιδιά μας...
Ήταν, φαίνεται, αποφασισμένος για όλα ο Κορδονούρης και έκανε να φύγει. Τα παιδιά δεν κατάλαβαν αμέσως τι επρόκειτο να γίνει και ούτε νόμιζαν ότι ο πατέρας τους με το στρίψιμο που 'κανε, θα χανόταν κιόλας. Μονάχα η Χιονάτη έσκουξε- γιατί σίγουρα, δεν της άρεσαν τα μαύρα χρώματα που θα το μωσαϊκό.
Ο εισαγγελέας αναστατώθηκε. Σηκώθηκε απάνω, έτρεξα στον Κορδονούρη και τον έπιασε τον ώμο. Το πρόσωπο εκείνου του ανθρώπου είχε κιόλας γεράσει.
- Θα πάρεις λοιπόν, του είπε, τα κοφίνια άδεια;
- Πού να τα πάω γεμάτα;
Η διμοιρία είχε χαλάσει με τη σειρά της, έγινε μία μάζα ανάκατη, ταραγμένη σα μικρή λιμνοθάλασσα από το βοριά. Και σαν αυτός ο βοριάς να άρπαξε το Νόμο και να σκόρπισε ένα ένα φύλλο του έξω από τα ανοιχτά παράθυρα του γραφείου.
- Καλά! Έκανε στο τέλος ο εισαγγελέας. Πήγαινε Τα παιδιά σου στο σταθμό και γέμισε τα κοφίνια... Εχει τρένο απόψε για τον Καϊάφα;
- Τρένα να δουν τα μάτια σου! Και με βαγόνια που βάζουν τις αποσκευές...
- Για τα εισιτήρια θα τηλεφωνήσω εγώ!
Ο Κορδονούρης υποχρεώθηκε και σε που δεν έκλαψε. Γύρω του τα παιδιά δεν ένιωσαν τίποτα και για αυτό τους είπε πιο καθαρές κουβέντες:
- Ξέρετε, παιδιά; ο κύριος εισαγγελέας δεν θα αφήσει την μπουλντόζα να χαλάσει το "Σεράι" μας...
Εκειδά πετάχτηκε ο Σπάγγος τι είπε για τη διαταγή:
- Είδατε πούφερα γω τα Σπίρτα και κάψαμε εκείνο το βρωμόχαρτο;
Ένας-ένας από τη "διμοιρία" πέρασαν έπειτα από τον εισαγγελέα και τον χαιρέτησαν. Ως και της Χρυσούλας πήρε το χεράκι ο πατέρας της και έκανε και αυτή το ίδιο. Όταν ήρθε η σειρά του διερμηνέα, πάλι έκανα την καραμπόλα του. Χωρίς καν να κοκκινίσει, είπε στον εισαγγελέα όταν βρεθεί στον Καϊάφα, να περάσει από το Σεράι τους να πάρει έναν μεζέ.
- Μεζέ;
- Τσιροπούλια, καλέ! Σπουργίτια, που σκοτώνουμε με το λάστιχο.
Και κάμε να βγάλει η σφεντόνα του...
Αργότερα που 'φυγε το τρένο, σε όλη τη διαδρομή ως τον Καϊάφα, το βαγόνι των αποσκευών ήταν γεμάτο από φωνές και τραγούδια που πέρσευαν και έβγαιναν από την μισάνοιχτη πόρτα, στον κόσμο του Θεού. Και πριν φτάσουν στο σταθμό, τα κοφίνια και το καλαθάκι είχαν αδειάσει και ένα-ένα έπεφταν από το τρένο στη λήθη.

Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2018

Μουσείο Αρχαίας Ελληνικής Τεχνολογίας!

Σχετική εικόνα  

Η αξεπέραστη προσφορά των αρχαίων Ελλήνων στους τομείς της Φιλοσοφίας και των Καλών Τεχνών είναι πασίγνωστη και δεν αμφισβητείται από κανένα. Το ίδιο γνωστή είναι και η προσφορά τους στο χώρο των αρχαίων Επιστημών. Όμως η Τεχνολογία των αρχαίων Ελλήνων είναι σχετικά άγνωστη όπως και οι απίστευτες επιδόσεις τους στον τομέα αυτό. Η έκθεση του μουσείου αρχαίας ελληνικής τεχνολογίας ξαναζωντανεύει 300 περίπου εξαιρετικές εφευρέσεις του αρχαιοελληνικού τεχνολογικού θαύματος (από το ρομπότ - υπηρέτρια του Φίλωνος μέχρι τον κινηματογράφο του Ήρωνος και από το αυτόματο ωρολόγιο του Κτησιβίου μέχρι τον αναλογικό υπολογιστή των Αντικυθήρων) που καλύπτουν την περίοδο από το 2000 π.Χ. μέχρι το τέλος του αρχαίου ελληνικού κόσμου κατόπιν 25χρονης έρευνας και μελέτης του Κώστα Κοτσανά. 
 Πρόκειται για την εγκυρότερη (καθότι στηρίζεται αποκλειστικά στην ενδελεχή μελέτη της αρχαιοελληνικής, λατινικής και αραβικής γραμματείας, των αγγειογραφικών πληροφοριών και των ελαχίστων σχετικών αρχαιολογικών ευρημάτων) και την πληρέστερη έκθεση του είδους της παγκοσμίως. Όλα τα εκθέματα και το υποστηρικτικό τους υλικό έχουν δημιουργηθεί από τον ίδιο χωρίς καμιά επιχορήγηση από οποιοδήποτε δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα. Το μουσείο βρίσκεται στην ανατολική πλευρά της κεντρικής πλατείας του Κατακόλου, απέναντι από το σιδηροδρομικό σταθμό και λειτουργεί υπό την αιγίδα του Δήμου Πύργου. Εγκαινιάσθηκε στις 11 Μαρτίου 2011 από τον ομότιμο καθηγητή του Ε.Μ.Π και πρόεδρο της ΕΜΑΕΤ Θεοδόση Τάσιο.
Σκοπός του μουσείου είναι να αναδείξει...

Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2018

Τάκη Δόξα: "Κτίσματα στον Καϊάφα", (Μέρος Α')!

Θα συνεχίσω τις δημοσιεύσεις, αγνώστων στο ευρύ κοινό, διηγημάτων με απώτερο στόχο, όσο το δυνατόν περισσότεροι, να ανακαλύψουν κρυμμένα διαμάντια της λογοτεχνίας και λαογραφίας.
Το παρακάτω διήγημα είναι του γνωστού Ηλείου, λογοτέχνη και πεζογράφου και ποιητή, Τάκη Δόξα με τον τίτλο "Κτίσματα στον Καΐάφα".
(Βιογραφικό Τάκη Δόξα)
Ο συγγραφέας σε αυτό το διήγημα του καταπιάνεται, εμμέσως πλην σαφώς, με την παράνομη και άναρχη οικοδόμηση στην πανέμορφη  παραλία του Καΐάφα, με την έλευση ανθρώπων από ορεινά χωριά και την καταπάτηση παραλίας για την χρήση εξοχικών, θαλάσσιων κατοικιών. Το φαινόμενο συνεχίστηκε ως και τις μέρες μας, αλλά με την εφαρμογή του νόμου περί αιγιαλού έχει περιοριστεί και πολλά από αυτά τα κτίσματα έχουν  κατεδαφιστεί. Βέβαια δεν είναι αυτό το θέμα μας, αλλά το υπέροχο άγνωστο διαμάντι του εξαίρετου πεζογράφου. Ας το απολαύσουμε σε δύο μέρη:


(Ά Μέρος)


Δεκαπέντε σχεδόν χρόνια δεν τον είχαν πειράξει ούτε με τη μικρότερη κουβέντα. Και οι αρχές, από νομάρχη μέχρι χωροφύλακα, και οι γειτόνοι που αγοράζουν οικόπεδα και έχτιζαν σπίτια ευπρόσωπα με τούβλα και πολύχρωμες βεράντες ή για τις καλοκαιρινές διακοπές.
Ο μόνος που του έδωσε κάποτε κάποια σημασία, ήταν ο τουρισμός. Μα και αυτός, όπως αργότερα αποδείχθηκε, μάλλον από περιέργεια.
Ο τουρισμός ήταν ένας ευγενικός κύριος πολύ ψηλός σαν αρχεία σκοροφαγωμένη κολώνα με Ευρωπαϊκή φυσιογνωμία που ανακατεύει τα ελληνικά με άλλες γλώσσες και ρώταγε τους ηλικιωμένους παραθεριστές για το σπίτι του Ξενοφώντα. Αυτός Λοιπόν κάθισε λίγη ώρα και κοίταζε εκείνο το σπίτι που είχε κολλήσει σε μία αγκαλιά άμμο και φαινόταν ότι από στιγμή σε στιγμή θα το παιρνε ο αυγουστιάτικος αέρας και θα το Πήγαινε στη θάλασσα.
Το σπίτι ήταν από σανίδες, λαμαρίνες, σταφιδωτά να και ξερά χόρτα δεμένα με παλιό σύρματα, και είχε πάνω από την πόρτα καρφωμένο ένα χαρτί που έγραφε με πράσινα λόγια "Σεράι Βαρώνου Φον Κορδονούρη". Ίσως αυτός ο αρχοντικός τίτλος να κίνησε περισσότερο το ενδιαφέρον του τουρισμού και έφτασε στο τέλος ως την πόρτα.
- Excuse me, κυρία μου! Έσκουζε ο τουρισμός μόλις Είδε μία ξερακιανή γυναίκα να ξεπετιέται στο κατώφλι με τα χέρια γεμάτα απορία και σαπουνάδες. Ο Μίστερ Βον Κορδονούρης είναι εδώ;
Η γυναίκα από γράμματα ήξερε μόνο όσα της είχε μάθει Η φτώχεια και η θάλασσα, και δεν κατάλαβε τα περισσότερα. Τρόμαξε κιόλας μπρος στο ανάστημα αυτού του ανθρώπου, γιατί ούτε από Αρχαιολογίας σκάμπαζε.
- Mήπως λέτε για τον άντρα μου; έκανε σε λίγο.
-Ω, γιές! Εδώ είναι;
Απάνω στην ερώτησή του πέσανε 4- 5 κουτσούβελα, με ένα παλλόμενο κοντό βρακάκι το καθένα, που μύριζαν αρμύρα και πείνα, και τον τριγύριζαν. Ένα μάλιστα από αυτά άνοιξε κρυφά και δεξιά του χούφτα και άρχισε να από πίσω να τον μετράει πόσες παλάμες ψηλός είναι. Το πιο μεγάλο έκανε τον διερμηνέα:
- Καλέ μάνα ντιπ στούρνος είσαι; Για τον πατέρα ρωτάει ο κύριος Κολόνας...
- Όχι, απάντησε με σέβας εκείνη. Ο Αντώνης δεν είναι σπίτι, πάει για τσίρους.
-Τσίρους;
-Για τσιροπούλια που λέμε. Για τσικουλήθρες και σπουργίτια. Κυνηγάει και τέτοια με το λάστιχο και με το γκρα. Βάνει και κόλλα καμιά φορά. Για να τρώμε καλέ...
- Α!
Ο Τουρισμός ήταν έξυπνος άνθρωπος και νόμισε πως μπορούσε να μάθει και άλλα πράγματα, ας ήταν προ Χριστού. Του είχε καθίσει μεράκι  ιστορία του Ξενοφώντα και μάζευε στοιχεία να γράψει για το κτήμα που του χάρισαν κάποτε οι Σπαρτιάτες στον Σκιλλούντα. Για αυτό περισσότερο έχει φτάσει ως τον Καϊάφα.
Ρώτησε λοιπόν για όλα αυτά και πρώτα πρώτα για τον Ξενοφώντα  που κάθισε χρόνια στον Σκιλλούντα κάνοντας τον αγρότη
, και ας ήταν ιστορικός στρατηγός, μα ούτε η κυρία Κορδονούρη ούτε τα κουτσούβελα είχαν ακούσει ποτέ για αυτό το πρόσωπο τίποτα.
Μόνο ο " διερμηνέας " πετάχτηκε πάλι να δώσει πληροφορίες:
- για τον Ξενοφώντα είπατε:
- για αυτόν...
- αυτός κύριε κολώνα, ήταν στο πρωί στο καφενείο και έπαιζε τάβλι με τον αγροφύλακα. Να σας πω που κάθεται;
... Και σήκωσε αμέσως το δεξί η διερμηνέας να δείξει κάπου, μα ο τουρισμός είχε πια υποχρεωθεί πολύ και τράβηξε να βρει το σιδηροδρομικό σταθμό.
Κόντευε να σουρουπώσει σε όλη την αμμουδιά, πάνω στα πεύκα ο ήλιος έλιωνε τις τελευταίες του αχτίδες, κι όμως ο τουρισμός μίκραινε ολοένα και πιο πολύ φεύγοντας, μαζεύτηκαν και τα άλλα κουτσούβελα του Κορδονούρη, κάνανε μία μάζα μισοξεβράκωτη και τον ξεπροβόδιζαν σαν φωνάζοντας, στη γλώσσα του:
- Αβάντι Μαέστρο! Στο καλό ψηλέα!
Στο καφενείο του σταθμού ρώτησε, έμαθε ότι ο Κορδονούρης είχε 11 παιδιά και πως το χαρτί με τα πράσινα λόγια απάνω στην πόρτα του, το κάρφωσαν μία νύχτα κάποιοι περαστικοί Αθηναίοι τεντυμπόιδες, μα είπε γιατί δεν τον ένοιαζε είπε γιατί του άρεσε και το "Σεράι και το Φον" το άφησε.
Το βράδυ που γύρισε ο Κορδονούρης με ένα καλάθι γεμάτο σχεδόν σπουργίτια που είχε σκοτώσει δέντρο σε δέντρο από το πρωί, και μύδια που Μάζεψε βουτώντας ίσα Με το γόνατο και Ψάχνοντας τη θάλασσα, έμαθε τα καθέκαστα με τον τουρισμό και ξεκαρδίστηκε στα γέλια.
Έπειτα ψήσαμε πάνω σε βέργες τα πουλιά, μοιράστηκαν τα μύδια και φάγανε καθισμένοι γύρω-γύρω κατάχαμα...
Έτσι γινόταν πάντα. Το Σεράι είχε δύο μεγάλα δωμάτια πατωμένα και ταβανωμένα όπως όπως, πιο πέρα στην άκρη έναν τόσο δα τόπο για κουζίνα. Μεσημέρι και βράδυ, βράδυ πιο σπάνια, αυτός ο τόπος στούφωνε από καπνό και τα παιδιά στριμώχνονταν το ένα πάνω στο άλλο και ρούφαγαν την τσίκνα με ηδονή, ώσπου να ‘ρθει η ώρα για να μου κόψουν το στομάχι τους.
Ο Κορδονούρης ψάρευε κιόλας κατεβαίνοντας η λιμνοθάλασσα της Αγουλινίτσας, ποτέ με πυροφάνι και πότε με κανένα δυναμίτη που πάντα τη γλίτωνε από το δόκανο του νόμου. Πήγαινε και στο κυνήγι της μπάλιζας πριν έρθει το κράτος και ξεράνει τα νερά για να φυτέψει δέντρα και σπίτια εκεί που άλλοτε σπαράζουν τα ψάρια και τα χέλια ταΐζοντας κόσμο και κοσμάκη. Οι μπάλιζες ήταν κάτι μαύρα πουλιά με σκληρό Μα νόστιμο κρέας, που γέμιζαν καρύδια στο μαγείρεμα ή το 'καναν στιφάδο και μοσχοβόλαγε ο τόπος, και το στόμα.
Στο ψάρεμα και στο κυνήγι ο Κορδονούρης έπαιρνε και μερικά από τα παιδιά του, τα μεγαλύτερα. Όχι μόνο για να τον βοηθάνε ή να πα να φυλάνε, όταν έριχνε το δυναμίτη μην τον πιάσει ο νόμος. Πιο πολύ γιατί ήταν κατεργάρηδες και μπορούσαν να κλέβουν το κυνήγι των άλλων χωρίς να τους μυρίζετε κανείς! Περισσότερο από όλους τα κατάφερναν ο Κλάψας, ο Σπάγγος και ο Ψώρας. Τα παιδιά βέβαια δεν πήραν αυτά τα ονόματα για βαφτιστικά τους, αλλά τους θα χε κολλήσει ο ίδιος ο πατέρας τους- του πρώτου γιατί όλο γκρίνιαζε, του δεύτερου γιατί ήταν αδύνατος σα λέλεκας και του τρίτου γιατί ξηνόταν από το πρωί ως το βράδυ.
Τα μικρότερα ήταν σχεδόν αυτοσυντήρητα. Κάθε καλοκαίρι κατέβαινα να παραθερίζουν ή για μπάνια στην παραλία του Καϊάφα πολλές οικογένειες από τις γύρω πόλεις και τα χωριά, μα και το χειμώνα έρχονταν πολλοί ξένοι που έπασχαν από τα νεφρά τους ή από χολή και έκαναν λούσεις η Έπιναν από θαυματουργό θειαφόνερο που βγάζουν αδιάκοπα οι σπηλιές του Λαπίθα. Τότε οι σβόμπιροι του Κορδονούρη ξεκίναγαν με το χεράκι τους απλωμένο για ζητιανιά... Μάζευαν από λεφτά μέχρι και αποφάγια ακόμα, και όταν συγκεντρώνονταν απαρτία στο Σεράι, σαν όλα στη σειρά και τα μοιράζονταν δίκαια. Το Σεράι είχε πολλές χαραμάδες και τρύπες εδώ και εκεί, κι άλλο το ήλιος, άλλοτε το φεγγάρι κρυφό κοίταζαν τη μοιρασιά και χαμογελούσαν για την περίεργη ανθρώπινη ευτυχία.
Ο Βαρώνος Φον Κορδονούρης και η φαμελιά του έμεναν βέβαια στο ίδιο σπίτι και το χειμώνα. Μα τότε τα πράγματα ήταν κάπως δύσκολα με τους Αέρηδες και τις βροχές που τους φοβερίζουν και τους το ξεσήκωναν με όλα τα υπάρχοντά τους και τους άφηναν για ταβάνι Μόνο τον ουρανό, έναν ουρανό χωρίς οίκτο. Την ίδια φοβερά τους έκανε και η θάλασσα. Αυτή ανέβαινε πάνω στους ώμους και ήθελε σώνει και καλά να μπει στο Σεράι, πάστα για να μάθει πόσα δωμάτια έχει και πώς το λένε το κάθε παιδί.
Ωστόσο, την τελευταία ώρα το σπίτι μετάνιωνε, αντιστεκόταν και ριζών βαθύτερα όπως και η μοίρα τους.
Όταν ήρθε διαταγή να γκρεμιστούν τα παράνομα κτίσματα, ο Κορδονούρης είχε στρωθεί έξω από την πόρτα του και τάιζε τραχανά τη Χρυσούλα. Η Χρυσούλα ήταν η Χιονάτη του σπιτιού και δεν είχε κλείσει ακόμα τα δύο χρόνια της. Έκλαιγε κιόλας γιατί μέρες τώρα έτρωγε το ίδιο φαγί και όμως δεν μπορούσε να το συνηθίσει. Δεν ήξερα Επίσης και γράμματα για να καταλάβει Τον πατέρα της που της παίνευε τον τραχανά.
- Φάτο, νεράιδα μου, τι σε έκανε παρακαλώντας. Ούτε τα πριγκιποπούλα δεν τρώνε αυτό το φαΐ...
Η Χρυσούλα κάθε που της έλεγε για πριγκιποπούλα, έβγαζε από το στόμα της ένα σβώλο τραχανά και τον έφτυνε.
Τη διαταγή την έφερε ένας δημοτικός υπάλληλος με ένα χωροφύλακα. Ήταν ένα χαρτί ψυχρό και κίτρινο, απότομο. Το διάβασαν στον Κορδονούρη, τα άκουσε και η Χρυσούλα έτοιμο πάλι να κάνει εμετό, μαζεύτηκαν ολόγυρα και οι άλλοι να μάθουν τα νέα της ημέρας.
Ο " διερμηνέας" ήταν πολύ περίεργος και στα κέφια του. Ρώτησε τι σημαίνει παράνομα κτίσματα και ποιος γράφει τόσο ωραία χαρτιά. Ο χωροφύλακας πούλησε τις απορίες με μία ανάποδη σφαλιάρα και ο δημοτικός υπάλληλος απευθύνθηκε στον πατέρα του:
- καταλαβαίνεις, κύρια φωνή, τι θέλει να πει αυτή η διαταγή;
- όχι και τόσο, συμπάθα με...
- να σου την κάμω εγώ λοιπόν λιανά: Λέει ότι το Σεράι θα πάει περίπατο!
- Δηλαδή, θα το πάρετε από δω και θα μετακομίσουμε αλλού;
- κάθε άλλο, κύριε Κορδονούρη! Λέει ότι το Σεράι είναι παράνομο κτίσμα και κάθε παράνομο κτίσμα πρέπει να κατεδαφίζεται.
- και γιατί αυτό; εγώ το έφτιαξα με το ίδιο μου το αίμα! Κατεδαφίζεται το αίμα κύριοι;
Εκεί να χωθεί και στη μέση ο χωροφύλακας και τους έλυσε τη διαφορά πειστικότερα:
- Σου το 'παμε, κύριε έξυπνε, ότι το παλιό Σεράι σου θα ‘ρθει η μπουλντόζα και θα το μαζέψει
- Και τι της φταίει της μπουλντόζας το σπιτικό το δικό μου;
- το χτίσεις χωρίς άδεια καταλαβαίνεις; Κι' είναι ένα πράγμα σιχαμερό που προσβάλει τον Τουρισμό.
Με τη λέξη τουρισμό, ένας από τους σβόλους του Κορδονούρη θυμήθηκε τον ψηλό άνθρωπο με τις μπερδεμένες γλώσσες και έβαλε τις φωνές:
- και θύμωσε ο κύριος Κολώνας, επειδή δεν ξέραμε πού είναι το σπίτι του Ξενοφώντα;
Ο "Διερμηνέας" τον ανίσκοψε:
- Πάψε ρε κιτρινόσκατο, δεν τούπα εγώ ότι παίζει τάβλι στο καφενείο;
Η συζήτηση τελείωσε με μία δεύτερη σφαλιάρα και έπειτα ο δημοτικός υπάλληλος τους άφησε τη διαταγή και έφυγαν με το χωροφύλακα. Το χαρτί το στροβίλισε στην αρχή ένα αεράκι και ύστερα το 'ρίξε μέσα στο πιάτο του τραχανά. Ο Κορδονούρης Σταμάτησε απότομα το τάισμα της Χρυσούλας και πήρε παράμερα τη γυναίκα του να κουβεντιάσουν, για τη Συμφορά που τους περίμενε. Είχαν κιόλας θολώσει τα μάτια του, έσφιγγε τις γροθιές του, κοίταζε πότε-πότε και τον ουρανό ρωτώντας τον μυστικά να μάθει το γιατί.
Τα παιδιά το κατάλαβαν Τι θα γινόταν και πως όλα τα παιδιά εκεί με το που το χάρτη με τα κατάμαυρα, όλο κακία γράμματα. Το βγάλανε Λοιπόν από το πιάτο, έτρεξε ο Σπάγγος να φέρει σπίρτα και του βάλανε φωτιά- νομίζοντας ότι θα πέθαινε...
Όσο και εγώ όταν, με κάποια δυσκολία και ειρωνεία, η διαταγή, ο δημοτικός υπάλληλος με το χωροφύλακα φαίνονταν ακόμα περπατώντας στην άμμο. Και ο ψαράς άφησε και μία στιγμή το ξύσιμο και του φώναξε:
- Καλέ 'σεις που φέρατε το χαρτί, το βλέπεται; Κατά διαόλου πάει!
Είχε εκτελεστεί και η προθεσμία που είχε να ζήσει το Σεράι, ήταν μόνο τέσσερις μέρες. Έπειτα θα 'ρχότανε μπουλντόζα με την κίτρινη χοντροκομμένη φάτσα, θα κύλαγε τις πελώριες, τις ανελέητες ρόδες της και θα πέρναγε, τραγουδώντας ίσως έναν αμανέ, σύρριζα στο σπίτι, θα το αναποδογύριζε και ύστερα θα ξανά πέρναγε για να το λειώσει.

Τέλος Α΄Μέρους.