ΤΡΥΠΗΤΗ(ΎΠΑΝΑ, ΙΣΟΒΑ 'Η ΜΠΙΤΖΙΜΠΑΡΔΙ ): " Ίσταται κατά τον βορράν, στηριζόμενο επί φυσικού μπαλκονίου, εξόχως μεγαλοπρεπής και η περικλείουσα αιώνια βλάστηση αποτελεί τον μανδύα του. Αυτός λάμπει και απαστράπει εις όλα τα παιχνίδια των χρωμάτων εις καθημερινό θέαμα και ακτινοβολεί ως φαιοπράσινη φλόγα υπό τας πρωϊνάς αχτίδας του ηλίου".

''Πρός άρκτον δ' 'ομορα ήν τω Πύλω δύο πολίδια Τριφυλιακά 'Υπανα και Τυπανέαι και ποταμοί δε δύο εγγύς ρέουσι, ο τε Δαλίων (Διάγων) και ο Αχέρων εκβάλοντες εις τον Αλφειόν"
(Στράβων Η΄3,15)

ΤΡΥΠΗΤΗ :ΤΟ ΜΠΑΛΚΟΝΙ ΤΟΥ ΑΛΦΕΙΟΥ

ΤΡΥΠΗΤΗ :ΤΟ ΜΠΑΛΚΟΝΙ ΤΟΥ ΑΛΦΕΙΟΥ

Παρασκευή 7 Απριλίου 2017

Φραγκοκρατία στον Μοριά: η αρχή και ο Γοδεφρείδος Βιλλεαρδουίνος!


1209: Η συνθήκη της Σαπιέντζας και το μοίρασμα του Μοριά ανάμεσα σε Βενετούς και Φράγκους


Ο Γοδεφρείδος Α' Βιλλεαρδουίνος (Geoffrey de Villearduin), ήταν ένας από τους σταυροφόρους της Δ' Σταυροφορίας, που, όπως ξέρουμε, κατέληξε στην άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους (1204). Ήταν ανιψιός του επίσης σταυροφόρου της Δ' Σταυροφορίας) και χρονογράφου Γοδεφρείδου Βιλλεαρδουίνου. Γεννήθηκε γύρω στο 1169 στην Καμπανία (Champagne) της Γαλλίας. Δεν ακολούθησε τους άλλους σταυροφόρους, αλλά επιχείρησε να φτάσει για προσκύνημα στην Παλαιστίνη. Μόλις έφτασε στη Συρία, πληροφορήθηκε την άλωση της Κων/πολης και έσπευσε να συναντήσει τους άλλους σταυροφόρους. Ωστόσο, το πλοίο του παρασύρθηκε από σφοδρή τρικυμία και βρέθηκε στη Μεθώνη. Εκεί, στη διάρκεια του χειμώνα του 1204, ο τοπικός άρχοντας Ιωάννης Καντακουζηνός του ζήτησε να τον βοηθήσει σε μια επίθεση σε γειτονικές περιοχές. Εκείνος δέχτηκε και όντως οι δύο σύμμαχοι πέτυχαν τον σκοπό τους. Τον επόμενο χρόνο, ο Καντακουζηνός πέθανε και ο γιος του, Μιχαήλ, ακύρωσε τη συμφωνία με τον Γοδεφρείδο, ο οποίος, σύμφωνα με τον William Miller "είχε διαπιστώσει το μοιραίο μυστικό πως οι Έλληνες της Πελοποννήσου ήταν γενιά που δεν επιθυμούσε πόλεμο και πως η χώρα τους μπορούσε να κατακτηθεί εύκολα από ένα τολμηρό τμήμα Λατίνων".
... Ὁ κόντος ὁ παράξενος ἐκεῖνος τῆς Τσαμπάνιας
ὅπου σὲ εἶπα εἰς τὴν ἀρχὴν ἐτούτου τοῦ βιβλίου,
ὅπου ἄρχισεν τὸ πέραμα καὶ τὸ πασσάτζο ἐκεῖνο
μετὰ τοὺς ἄλλους ἕτερους εὐγενικοὺς ἀνθρώπους
ν᾿ ἀπέλθῃ ἐκεῖσε εἰς τὴν Συρίαν, εἰς τοῦ Χριστοῦ τὸν
τάφον

Ο αρχηγός της Δ' Σταυροφορίας Βονιφάτιος Μομφερατικός, μετά την κατάληψη του μεγαλύτερου τμήματος της Ελλάδας, πολιορκούσε εκείνη την εποχή το Ναύπλιο. Μόλις έμαθε ότι ο Γοδεφρείδος βρισκόταν στη Μεθώνη, τον κάλεσε να τον βοηθήσει. Πραγματικά, ο νεαρός σταυροφόρος σε έξι ημέρες έφτασε στο στρατόπεδο του Βονιφάτιου, ο οποίος για να τον δελεάσει του πρόσφερε κτίσεις και κτήματα. Όμως μια τυχαία συνάντηση άλλαξε για... νιοστή φορά τον ρου της ιστορίας.
Ανάμεσα στους άνδρες του Βονιφάτιου, ήταν και ο Γκιγιόμ ντε Σαμπλίτ, παλιός φίλος και συμπατριώτης του Γοδεφρείδου, ο οποίος του περιέγραψε τον πλούτο της χώρας που οι ντόπιοι την αποκαλούσαν "Μορέα. Η πιο σίγουρη εκδοχή είναι η λέξη να προέρχεται πό τους ίδιους τους κατακτητές σε παραφθορά της ονομασίας του δέντρου "μουριά" που κυριαρχούσε στον κάμπο της Ηλείας και αποτελούσε βασική τροφή στην καλιέργεια του μεταξοσκώληκα.
Οι δύο φίλοι ζήτησαν από τον Βονιφάτιο, κι εκείνος δέχτηκε να τους δώσει, μια μικρή στρατιωτική δύναμη. Με επικεφαλής τον Γοδεφρείδο, τον Γκιγιόμ ντε Σαμπλίτ, εκατό ιππότες και μερικοί στρατιώτες, ξεκίνησαν από το Ναύπλιο να καταλάβουν την Πελοπόννησο. Θα πίστευε κανείς ότι η προσπάθεια αυτή θα τελείωνε σύντομα και άδοξα. Έγινε όμως ακριβώς το αντίθετο...
Πρώτη πόλη που έπεσε στα χέρια τους ήταν η Πάτρα. Ακολούθησε η πρωτεύουσα της Ήλιδας, Ανδραβίδα, οι άρχοντες της οποίας μαζί με τους ιερείς που κρατούσαν τις άγιες εικόνες και τον σταυρό ομολόγησαν πίστη στους Φράγκους με τον όρο πως θα σέβονταν τις κτίσεις τους.

 Ἐν τούτῳ ὡρμήσασιν ἐκεῖ, ὁλόρθα ὑπαγαίνουν,
ἐξάπλωσαν τὰ φλάμπουρα τοῦ καθενὸς φουσσάτου·
κι ἀφότου ἐπλησιάσασιν ἐκεῖ στὴν Ἀνδραβίδα,
κ᾿ ἐμάθασιν οἱ Ἀνδραβισαῖοι ὅτι ἔρχονται οἱ Φράγκοι,
ἐξέβησαν μὲ τοὺς σταυροὺς ὁμοίως μὲ τὰς εἰκόνας
οἱ ἄρχοντες καὶ τὸ κοινὸ τῆς χώρας Ἀνβραβίδου,
καὶ ἦλθαν κ᾿ ἐπροσκύνησαν τὸν Καμπανέση ἐκεῖνον.

Σύντομα και άλλες πόλεις έπεσαν στα χέρια του Γοδεφρείδου και του Σαμπλίτ. Η σημαντικότερη μάχη έγινε στη συνέχεια στον ελαιώνα των Κουντούρων, κοντά στη Μεθώνη, όπου 500-700 Φράγκοι συνέτριψαν τους Έλληνες. Ηρωική αντίσταση πρόβαλε ο άρχοντας Δοξαπατρής Βουτσαράς από το κάστρο του στο Αράκλοβο, στα αρκαδικά βουνά (πιθανότατα στην κορυφή Χρυσούλι του όρους Μίνθη, στα 1.200 μέτρα). Στην αραγονική παραλλαγή του "Χρονικού του Μορέως" αναφέρεται πως κανένας δεν μπορούσε να σηκώσει το ρόπαλό του και πως ο θώρακάς του ζύγιζε 150 λίτρες (μία βυζαντινή λίτρα = 327,456 γραμμάρια), δηλαδή περίπου 49 κιλά! Στην ιστορία έμεινε και η κόρη του, Μαρία Δοξαπατρή, που για να μην πέσει στα χέρια των Φράγκων, προτίμησε να αυτοκτονήσει πέφτοντας από το κάστρο. Ο Δημήτριος Βερναρδάκης την έκανε ηρωίδα της τραγωδίας "Μαρία Δοξαπατρή". Σύντομα ο Σαμπλίτ αποκαλούνταν από τον πάπα Ιννοκέντιο Γ' "ηγεμόνας όλης της Αχαΐας", καθώς είχε καταλάβει το μεγαλύτερο μέρος του Μοριά. Την ίδια εποχή οι Βενετοί έστειλαν στόλο, που κατέλαβε τη Μεθώνη και την Κορώνη, κατανικώντας τις μικρές φραγκικές φρουρές που είχαν τοποθετηθεί εκεί. Όπως γράφει ο William Miller , "Όσο για το λαό, είχε ξεχάσει να πολεμάει, καταπιεζόμενος από τα βάρη και την αδιαφορία ή από διάθεση να αλλάξει δεσπότες". Και ο Βυζαντινός ιστορικός Γ. Ακροπολίτης σημειώνει ότι: "Οι Ευρωπαίοι Έλληνες ήταν ακατάρτιστοι στην άμυνα των φρουρίων και εύκολα έπεφταν στα πόδια κάθε τύραννου" και πως "στον Μοριά υπήρχαν λίγα φρούρια". Σεβόμενοι και τα δικαιώματα των Ελλήνων, οι Φράγκοι έγιναν δεκτοί με θετική διάθεση στις περισσότερες περιοχές.
Ο Σαμπλίτ ξεκίνησε την οργάνωση της ηγεμονίας του. Διόρισε μια επιτροπή από Έλληνες και Λατίνους, με πρόεδρο τον Γοδεφρείδο για να διαιρέσει τον Μοριά σε τιμάρια. Ο ίδιος αναγκάστηκε να φύγει για τη Γαλλία, καθώς ο αδελφός του Λουδοβίκος πέθανε χωρίς να αφήσει απογόνους και έπρεπε να τακτοποιήσει τα κληρονομικά θέματά του στη Βουργουνδία. Στον Γοδεφρείδο άφησε τις βαρονίες της Καλαμάτας και της Κυπαρισσίας και στην Αχαΐα άφησε αντιπρόσωπο τον ανιψιό του. Όμως ο Σαμπλίτ διασχίζοντας την Απουλία πέθανε, όπως και ο ανιψιός του, μετά από λίγο. Έτσι ο Γοδεφρείδος έγινε ηγεμόνας όλης σχεδόν της Πελοποννήσου, μέχρι να έρθει από τη Γαλλία ο πλησιέστερος συγγενής του Σαμπλίτ.
Σε συνέλευση που έγινε στην Ανδραβίδα αποφασίστηκε ο χωρισμός της ηγεμονίας σε 12 βαρονίες, ο τρόπος διακυβέρνησης και όλα τα υπόλοιπα διαδικαστικά θέματα. Ο Γοδεφρείδος κατέλαβε τη Βελιγοστή και το Νύκλι, όπως και τη Λακεδαιμονία (προφανώς τη Σπάρτη). Έμεναν ακόμα σε ελληνικά χέρια η Κόρινθος, το Ναύπλιο, το Άργος και η Μονεμβασιά. Ενώ πολιορκούσε τον Ακροκόρινθο, με τη βοήθεια του Όθωνα ντε λα Ρος, της Αθήνας, δέχτηκε πρόσκληση να μεταβεί στη Ραβένικα (στην κοιλάδα του Σπερχειού) την άνοιξη του 1209, όπου ο αυτοκράτορας Ερρίκος είχε συγκαλέσει συνέλευση, παρλαμά, όπως είναι γνωστή στις ελληνικές πηγές. Εκεί του απονεμήθηκε ο τίτλος του "στρατοπεδάρχη της Ρωμανίας". Επειδή όμως οι Βενετοί είχαν στείλει νέο διοικητή στη Μεθώνη και την Κορώνη, βιάστηκε να γυρίσει πίσω, για να διευθετήσει τις "εκκρεμότητες" με τη Γαληνοτάτη Δημοκρατία. Έτσι ο Γοδεφρείδος και ο Βενετσιάνος διοικητής του Μοριά συναντήθηκαν το καλοκαίρι του 1209 στη Σαπιέντζα. Στο μοναστήρι των Βενεδικτίνων, που υπήρχε τότε στο νησί, υπογράφτηκε η Συνθήκη της Σαπιέντζας.